Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Η κυρία Ανθούλα




Η κυρία Ανθούλα
Μία ανθισμένη ψυχή


Διηγείται η ίδια:

ΈΖΗΣΑ ΠΟΛΛΑ ΘΑΥΜΑΤΑ με τους αγίους .

Οι άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη ξεκίνησαν τα θαύματα από τη μητέρα μου. Είχε αρρωστήσει βαριά από καρκίνο. Οι γιατροί της έδιναν λίγο χρόνο ζωής. Μας είπαν πως σιγά σιγά θα κιτρινίσουν τα μάτια της, θα αδυνατίσει…

Εμείς εναποθέσαμε τις ελπίδες μας στον Θεό και στους αγίους Του. Προσευχόμουν στους Αγίους για τη μανούλα μου και τη φρόντιζα. Η κορούλα μου τους παρακαλούσε να κρατήσουν τη μητέρα μου στη ζωή και ζήτησε από την ηγουμένη του μοναστηριού να διαβάζουν το όνομά της. Περνούσαν οι ημέρες και η κατάσταση της υγείας της αντί να επιδεινώνεται ολοένα και βελτιωνόταν. Σιγά σιγά έγινε καλά! Έζησε πολλά χρόνια από τότε. Οι άγιοι την αξίωσαν να τους επισκεφτεί στο μοναστήρι τους και να μιλήσει για το θαύμα που έζησε.

»Πολύ τους αγάπησα τους αγίους! Από τότε τους επισκεπτόμουν συνεχώς, διάβαζα την παράκλησή τους, τους επικαλούμουν στην προσευχή μου. Και ακολούθησαν και άλλα θαύματα:

Ένα κοριτσάκι που έπασχε από μεσογειακή αναιμία και το ένιωθα σαν δικό μου παιδί το πήρα μαζί μου στη Μυτιλήνη. Στο καράβι αισθάνθηκα τον άγιο Ραφαήλ να μου πιάνει την πλάτη και είδα τα άμφιά του να φεύγουν από μπροστά μου. Ό,τι δίνεις παίρνεις. Δίνω τα ΔΑΚΡΥΑ ΜΟΥ. Το κοριτσάκι το κρατούσα συνέχεια στην αγκαλιά μου. Είδα πολλά θαυμαστά σε αυτό το ταξίδι. Ήταν η ανιδιοτέλεια που τα προκαλούσε. Επισκεφθήκαμε και τον Ταξιάρχη. Είπα τότε στο κοριτσάκι: « Πουλάκι μου, σήμερα ο Ταξιάρχης θα μας κάνει πολλά δώρα. Φάε τα παξιμαδάκια σου, κοιμήσου στην αγκαλίτσα μου, και θα δεις τα δώρα που θα μας φέρει ο Ταξιάρχης”.

Πράγματι η Β. με μεσογειακή αναιμία, μετά από έναν χρόνο παντρεύτηκε και τώρα έχει ένα παιδί. Έλεγε ο σύζυγός μου: “ Ό,τι πέτυχε η Ανθούλα το πέτυχε με την προσευχή”.
»Τις νύχτες προσευχόμουν, έλεγα τον Εξάψαλμο γιατί δεν προλάβαινα το πρωί. Ένιωθα πως είμαι στον Παράδεισο. Κάθε βράδυ με δάκρυα λέω την παράκληση της Παναγίας και δικά μου λόγια. Κάποια φορά έγειρα το κεφάλι με μεγάλη θλίψη στο κρεβάτι. Είδα τότε την Παναγία την Ιεροσολυμίτισσα να περνάει μέσα σε λουλούδια . Ήταν Τρίτη. Και την επόμενη Τρίτη βρήκε ο γιος μου δουλειά που είχε μεγάλη στενοχώρια.

»Παρακάλεσα τους αγίους για τον γιο μου που είχε βγάλει κάτι σαν ρεβύθι στο λαιμό του και την άλλη μέρα δεν υπήρχε τίποτε.

»Πρώτη φορά που παρακάλεσα για μένα ήταν στον άγιο Νεκτάριο. Στο μοναστήρι του, στον τάφο του, στον μεγάλο ναό, θέλησα να δω κι εγώ τα μάτια του ανοιχτά, όπως κάποιοι προσκυνητές. Σπάραξα από το παράπονο. Σκεφτόμουν: “Πόσο αμαρτωλή είμαι που δεν βλέπω εσένα τον άγιο”. Όταν πέθανε ο άνδρας μου, έκανα αυτήν την θερμή προσευχή. Ύστερα λοιπόν που πήγα να προσκυνήσω για να κοινωνήσω, τότε είδα τα ματάκια του!

»Ένιωθα από μέσα μου την ανάγκη να κάθομαι στο τέλος των αγρυπνιών, και να καθαρίζω, να φτιάχνω τις εικόνες. Νιώθω τη ζεστασιά μέσα από την ψυχή μου. Προσεύχομαι για όλους. Λέω όλα τα ονόματα που μου έχουν δώσει. Προσεύχομαι, διαβάζω παρακλήσεις, ψέλνω, ευλογώ ακόμη και τις λεμονιές του κήπου και τα λουλουδάκια! Τους τραγουδώ, τους ψέλνω!

»Ο γαμπρός μου έχει δυσκολίες με την κόρη μου. Την αφήνει καμιά φορά έναν-ενάμιση μήνα και χάνεται. Το τελευταίο Πάσχα συσταυρωθήκαμε με τον Χριστό. Έλειπε όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα. Είπα στην κόρη μου: “Μην στενοχωριέσαι ,Βασιλική μου, θα έρθει ο Χρήστος στην Ανάσταση. Η κόρη μου , αφού είδε και απόειδε ,του έστειλε ένα μήνυμα την Κυριακή του Πάσχα το πρωί: “Χριστός Ανέστη, Χρήστο μου!”.

Ανάσταση κάναμε στη Ραφήνα. Ήμουν εγώ, η κόρη μου και το εγγονάκι μου. Το εγγονάκι μας το πήρε ο ύπνος κι έτσι για να κάνω παρέα στην κόρη μου δεν πήγα ούτε εγώ στην εκκλησία. Μάλιστα κάποια βλάβη στη ΔΕΗ μας υποχρέωσε να κρατάμε αναμμένα κεράκια. Όταν ακούσαμε τους κρότους των βεγγαλικών, ομολογήσαμε το Χριστός Ανέστη. Βγήκα και έξω στην αυλή και φώναζα “Χριστός Ανέστη, δένδρα μου”. “Χριστός ανέστη, πουλιά μου!”.

Την επομένη , Πάσχα μεσημέρι, ήρθε ο Χρήστος με ένα ταψί φαί σαν να μην έτρεχε τίποτα. Ήμασταν όλοι χαρούμενοι. Κρύβαμε όμως βαθιά τον πόνο μέσα μας. Δεν είπαμε τίποτα δυσάρεστο. Την άλλη μέρα η κόρη μου έφυγε για τη δουλειά της και εγώ έμεινα μόνη με τον γαμπρό μου. Την ώρα που του σέρβιρα τον καφέ, κάτω από μία ελιά, και αφού προηγήθηκε θερμή προσευχή στην κουζίνα, του είπα δυό λογάκια: “Χρήστο μου, η Βασιλική ήταν λίγο στεναχωρημένη αυτές τις ημέρες”. Η απάντησή του: “Το κατάλαβα κι εγώ”. Έτσι έκλεισε και αυτό το μαρτυρικό Πάσχα μας».



Από το βιβλίο: «εκπλήξεις χάριτος
Σύγχρονοι ήρωες του πνεύματος»
ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2010
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: «ΑΓΑΘΟΣ ΛΟΓΟΣ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου