Υπάρχει και κάποια άλλη αθλιότητα καθημερινή, είθε να ήταν αυτή και μόνη! Κάθε μέρα επισκευάζομε τα ερείπια του σώματός μας τρώγοντας και πίνοντας , αυτό δε θα συνεχισθεί, μέχρις ότου καταργήσεις και την κοιλιά και τα φαγητά, όταν θανατώσεις την ανάγκη μου με ένα θαυμάσιο χορτασμό, και όταν ντύσεις με αφθαρσία αιώνια το φθαρτό αυτό σώμα. Αλλά τώρα αυτή η ανάγκη μου περιέχει απόλαυση και αγωνίζομαι με αυτήν την απόλαυση από φόβο μήπως μ’ αιχμαλωτίσει , καθημερινά δε διεξάγω νέο πόλεμο με νηστεία και υποβάλλω σε δουλεία το σώμα μου. Και όμως οι οδύνες μου διώχνονται πάντοτε από την ηδονή. Διότι η πείνα και η δίψα είναι οδύνες. Καίνε και θανατώνουν, όπως και ο πυρετός , εάν δεν θεραπευθούν από τις τροφές. Επειδή δε οι τροφές μας παρέχονται από παντού, χάρη στην παρηγοριά της γενναιοδωρίας Σου, που έθεσε στην υπηρεσία της αδυναμίας τη γη, τον ουρανό και το νερό, ονομάζομε αυτές τις αθλιότητες ηδονές.
Με δίδαξες να θεωρώ τις τροφές σαν φάρμακο. Αλλά κάθε φορά που περνώ από την οδύνη της πείνας στη λύτρωση του χορτασμού, η επιθυμία με ενεδρεύει και κατ’ αυτήν ακόμα τη διέλευση, γιατί αυτή η διέλευση είναι ηδονή, δεν υπάρχει δε άλλη για να φθάσει κανείς στο σκοπό, στον οποίο μας ωθεί η ανάγκη. Μολονότι δε ο πραγματικός σκοπός του να τρώμε και να πίνομε δεν είναι παρά η διατήρηση της υγεία, εντούτοις προστίθεται και η ηδονή σαν επικίνδυνος συνοδός , κάποτε δε κυριαρχεί και απαιτεί να κάνω γι’ αυτήν, εκείνο που θέλω να κάνω για την υγεία. Αλλά το μέτρο της ηδονής και της υγείας δεν είναι ένα και το αυτό: ό,τι αρκεί για την υγεία, είναι μικρό για την ηδονή, πάντοτε δε είναι αμφίβολο, εάν η αναγκαία φροντίδα για το σώμα επιζητεί μια περαιτέρω βοήθεια ή αν μας εξαπατά η επιθυμία να εξυπηρετούμε την ηδονή. Μέσα σ’ αυτήν την αβεβαιότητα χαίρεται η άθλια ψυχή μας και βρίσκει συγνώμη για τον εαυτό της, επειδή δε αγνοεί τι αρκεί για τη διατήρηση της υγείας, θέτει στη σκιά του προσχήματος αυτού το συμφέρον της ηδονής. Καθημερινά προσπαθώ ν’ αντισταθώ στους πειρασμούς αυτούς και επικαλούμαι τη δεξιά Σου και Σε καθιστώ ενήμερο για τους ενδοιασμούς μου, γιατί οι αποφάσεις δεν είναι ακόμη επί του προκειμένου σταθερές.
Ακούω τη φωνή του Θεού μου, που με διατάζει «μη βαρηθώσιν υμών αι καρδίαι εν κραιπάλη και μέθη». Η μέθη είναι μακριά μου, φύλαξέ με, για να μην με πλησιάσει. Η λαιμαργία κρυφοκαίει κάποτε στην καρδιά του δούλου Σου. Λυπήσου με, για να βρίσκεται μακριά μου. Γιατί «ουδείς έσται εγκρατής, εάν συ μη δώσης». Πάρα πολλά προσφέρεις σε μας όταν προσευχόμεθα και ό,τι ακόμη λάβαμε, προτού προσευχηθούμε, το λάβαμε από Σένα. Ουδέποτε υπήρξα μέθυσος, αλλά γνώρισα μέθυσους, που τους έκανες εγκρατείς. Εσύ λοιπόν ενέργησες, ώστε άλλοι μεν να μην είναι ό,τι δεν υπήρξαν ποτέ, άλλοι δε να μην είναι πια ό,τι υπήρξαν για να μάθουν και οι μεν και οι δε , ότι και τα δύο οφείλονται σε Σένα.
Άκουσα την άλλη φωνή Σου: «οπίσω των επιθυμιών μη πορεύου και από ορέξεών σου κωλύου». Άκουσα με τη χάρη Σου και τη φωνή εκείνη, που τόσο αγάπησα: «ούτε γαρ εάν φάγωμεν περισσεύομεν , ούτε εάν μη φάγωμεν, υστερούμεθα», και αυτό σημαίνει ότι ούτε το ένα θα μας κάνει πλούσιους , ούτε το άλλο φτωχούς. Άκουσα και την άλλη φωνή: «εγώ γαρ έμαθον εν οις ειμί αυτάρκης είναι , οίδα και ταπεινούσθαι, οίδα και περισσεύειν. Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με!». Να πως μιλεί ένας στρατιώτης στα φρούρια του Κυρίου, και στο χώμα, όπως είμεθα εμείς. Αλλά «μνήσθητι Κύριε ότι χους εσμέν» και ότι έπλασες τον άνθρωπο από χώμα «και απολωλώς ην και ευρέθη». Ούτε εκείνος, τον οποίο ανέφερα, ό,τι είπε αυτά δια της πνοής Σου, μπόρεσε να το κάνει με την ίδια του δύναμη, γιατί ήταν χώμα και αυτός. «Πάντα ισχύω», είπε, «εν τω ενδυναμούντι με»! Εσύ δυνάμωσέ με για να μπορέσω. Δώσε ό,τι διατάζεις και διάταξε ό,τι επιθυμείς. Εκείνος ομολογεί ότι έλαβε τα πάντα από Σένα και ότι, αν δοξάσθηκε, εν Κυρίω δοξάσθηκε. Άκουσα και κάποιον άλλο, που ζήτησε τα δώρα Σου, «καταλαβέτω με» , είπε, «κοιλίας όρεξις». Απ’ αυτό συμπεραίνομε, άγιε Θεέ μου, ότι εκείνος που δίνει τη δύναμη να εκτελούμε τις εντολές Σου, είσαι Συ.
Με δίδαξες, Πατέρα αγαθέ, ότι «πάντα μεν καθαρά» για τους καθαρούς, «αλλά κακόν τω ανθρώπω τω δια προσκόμματος εσθίοντι», «ότι παν κτίσμα Θεού καλόν, και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας λαμβανόμενον» . «Βρώμα δε ημάς ου παρίστησι τω Θεώ» «μη ουν τις ημάς κρινέτω εν βρώσει ή εν πόσει». «Ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω».
Εσύ τα δίδαξες αυτά. Χάρες και επαίνους σε Σένα, το Θεό μου, το διδάσκαλό μου, που απηχεί στα αυτιά μου και φωτίζει την καρδιά μου. Απάλλαξέ με από κάθε πειρασμό. Δεν φοβούμαι την ακαθαρσία του κρέατος, αλλά την ακαθαρσία της ακρασίας. Γνωρίζω ότι επιτράπηκε στο Νώε να τρώει οτιδήποτε είδος κρέατος, στον Ηλία να γεύεται σάρκες και ότι τον Ιωάννη, τον υπέροχο για την εγκράτειά του, δεν κηλίδωσαν τα ζώα, που του χρησίμευαν σαν τροφή, δηλαδή οι ακρίδες. Γνωρίζω ότι ο Ησαύ παραπλανήθηκε από τον πόθο ενός πινακίου φακής, ότι ο Δαυίδ επιτίμησε τον εαυτό του, επειδή θέλησε να πιεί νερό , και τέλος, ότι ο Βασιλιάς μας δεν πειράχθηκε με κρέας, αλλά με ψωμί. Να γιατί και ο λαός στην έρημο έγινε άξιος μομφής, όχι γιατί θέλησε να φάει κρέας, αλλ’ επειδή , έχοντας απόλυτη ανάγκη από τροφή, γόγγυσε κατά του Κυρίου.
Εκτεθειμένος λοιπόν στους πειρασμούς αυτούς, παλεύω καθημερινά κατά της επιθυμίας να τρώγω και να πίνω. Γιατί δεν μπορώ εν προκειμένω να προβώ στην απόφαση, ώστε άπαξ δια παντός ν’ απομακρύνω από μένα καθετί που είναι αμαρτωλό και να μην το πλησιάζω πια, όπως μπόρεσα να κάνω με την αφροδίσια ηδονή. Μπορώ λοιπόν να θέσω στο στόμα μου χαλινό, τον οποίο άλλοτε να χαλαρώνω και άλλοτε να συσφίγγω. Και υπάρχει, Κύριε, άνθρωπος, που να μη συμπαρασύρεται λιγάκι πέρα από τα όρια της ανάγκης; Εάν υπάρχει, είναι μεγάλος, και ας δοξάσει το όνομά Σου. Αλλ’ εγώ δεν είμαι τέτοιος, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός. Αλλά και εγώ δοξάζω το όνομά Σου και «εντυγχάνει», μεσιτεύει για τις αμαρτίες μου Εκείνος, ο οποίος «νενίκηκε τον κόσμον» , συγκαταλέγοντάς με μεταξύ των ασθενών μελών του σώματός του, γιατί «το ακατέργαστον αυτού είδοσαν οι οφθαλμοί Σου και επί το βιβλίον Σου πάντες γραφήσονται».
Από το βιβλίο: «ΙΕΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ
ΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ»
Εισαγωγή- Μετάφραση- Σημειώσεις:
ΑΝΔΡΕΑ ΔΑΛΕΖΙΟΥ
Διδάκτορα της Φιλοσοφίας
Έκδοση:
Γραφείο Καλού Τύπου
Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011
Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011
Η αφθαρσία του σώματος
« Η αγία Θεοκλητώ (829 μ.Χ. ) ήταν παντρεμένη με τον Ζαχαρία. Μετά τον γάμο της , επιδόθηκε στην ανάγνωση και μελέτη των Αγίων Γραφών. Όλη τη μέρα εργαζόταν , υπηρετούσε τους φτωχούς και τις ανάγκες της οικογενείας της. Προσείδε την ημέρα του θανάτου της και μετά την κοίμησή της , το σώμα της έμεινε αδιάφθορο. Οι συγγενείς της, κάθε χρόνο έβγαζαν το σώμα από την λειψανοθήκη , άλλαζαν τα ενδύματά της, την χτένιζαν και έκοβαν τα νύχια των χεριών και των ποδιών της, διότι αυτά μεγάλωναν, όπως και όταν ήταν ζωντανή» ( Συναξάρι, 3 Αυγούστου) .
Η αφθαρσία του σώματος δεν είναι χάρισμα μόνο των μοναχών. Το λείψανο της αγίας Θεοκλητούς δεν αφήνει καμιά αμφιβολία. Αυτό φανερώνει ότι η αφθαρσία του σώματος δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά χάρισμα του Θεού. Η αφθαρσία του σώματος των Μοναχών δεν ήταν συνέπεια των ασκητικών κατορθωμάτων τους, αλλά συνέπεια της κοινωνίας τους με τον Θεό. Η αφθαρσία του σώματος ήταν έκφραση της εν Χριστώ ζωής τους, της σχέσης δηλαδή της ψυχοσωματικής ύπαρξής τους με τον Θεό. Εάν δεχθούμε ότι η αφθαρσία του σώματος είναι συνέπεια μόνο της άσκησης, τότε θα πρέπει να την αναζητήσουμε και στα σώματα των Ινδουιστών και Βουδδιστών μοναχών που εφαρμόζουν ποικίλες ασκητικές μεθόδους (γιόγκα, κάθισμα επάνω σε μυτερά καρφιά κ.α. ) .
Οι άγιοι Μοναχοί της Εκκλησίας δεν είχαν ως σκοπό των ασκητικών αγώνων τους την αφθαρσία του σώματος , αλλά την κοινωνία και ένωσή τους με τον Θεό. Οι Άγιοι δεν μοιάζουν με τους θαυματοποιούς, που εξουθενώνουν το σώμα τους με διάφορα τεχνάσματα (καταπίνουν φλόγες, μαχαίρια, διατρυπούν το σώμα τους με σπαθιά κλπ. ) και εν τούτοις διατηρούν το σώμα τους ανέπαφο. Ο σκοπός των Αγίων δεν είναι η διατήρηση ή αφθαρσία του σώματος, αλλά ο εξαγιασμός της ύπαρξής τους και η κοινωνία τους με τον Θεό.
Εξ άλλου, η αφθαρσία του σώματος μερικών Αγίων είναι μαρτυρία για την ακατάλυτη σχέση ψυχής και σώματος της ανθρώπινης φύσης. Ο θάνατος δεν καταργεί απόλυτα τη σχέση της ψυχής και του σώματος. Στους πολλούς βέβαια ανθρώπους, μετά θάνατον, η σχέση αυτή περιορίζεται στο ελάχιστο. Σε μερικούς όμως Αγίους, η σχέση αυτή διατηρείται ανέπαφη σε εκπληκτικό βαθμό, ώστε το σώμα να παραμένει άφθαρτο και ορισμένες μάλιστα σωματικές λειτουργίες να εξακολουθούν υποτυπωδώς να λειτουργούν , όπως συνέβη με την αγία Θεοκλητώ. Για το λείψανο του αγίου Σπυρίδωνος λέγεται ότι τα υποδήματά του αλλοιώνονται γι’ αυτό και κάθε χρόνο τα αλλάζουν…
Η κοινωνία του ανθρώπου με τον αιώνιο Θεό, όταν επιτυγχάνεται σε υψηλό βαθμό, επηρεάζει άμεσα και το φθαρτό και θνητό σώμα του ανθρώπου. Μπορούμε εδώ να παρατηρήσουμε μια κλιμακωτή εφαρμογή της αλήθειας αυτής: πολλοί Άγιοι της Εκκλησίας μας ήσαν μακρόβιοι, έζησαν μέχρι 100 χρόνια και πάνω, άλλων Αγίων τα σώματα έμειναν άφθαρτα και μερικοί Άγιοι μετετέθησαν στον Ουρανό μαζί με το σώμα τους ( ο Ενώχ, ο Σημ, ο προφήτης Ηλίας και η Θεοτόκος ) . Ο Μωυσής έζησε 120 χρόνια και στο διάστημα αυτό ούτε οι ψυχοσωματικές του δυνάμεις αλλοιώθηκαν, αλλά και αυτά τα ενδύματά του παρέμειναν άφθαρτα ( Δευτ. λδ΄7 ) .
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Η αφθαρσία του σώματος δεν είναι χάρισμα μόνο των μοναχών. Το λείψανο της αγίας Θεοκλητούς δεν αφήνει καμιά αμφιβολία. Αυτό φανερώνει ότι η αφθαρσία του σώματος δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά χάρισμα του Θεού. Η αφθαρσία του σώματος των Μοναχών δεν ήταν συνέπεια των ασκητικών κατορθωμάτων τους, αλλά συνέπεια της κοινωνίας τους με τον Θεό. Η αφθαρσία του σώματος ήταν έκφραση της εν Χριστώ ζωής τους, της σχέσης δηλαδή της ψυχοσωματικής ύπαρξής τους με τον Θεό. Εάν δεχθούμε ότι η αφθαρσία του σώματος είναι συνέπεια μόνο της άσκησης, τότε θα πρέπει να την αναζητήσουμε και στα σώματα των Ινδουιστών και Βουδδιστών μοναχών που εφαρμόζουν ποικίλες ασκητικές μεθόδους (γιόγκα, κάθισμα επάνω σε μυτερά καρφιά κ.α. ) .
Οι άγιοι Μοναχοί της Εκκλησίας δεν είχαν ως σκοπό των ασκητικών αγώνων τους την αφθαρσία του σώματος , αλλά την κοινωνία και ένωσή τους με τον Θεό. Οι Άγιοι δεν μοιάζουν με τους θαυματοποιούς, που εξουθενώνουν το σώμα τους με διάφορα τεχνάσματα (καταπίνουν φλόγες, μαχαίρια, διατρυπούν το σώμα τους με σπαθιά κλπ. ) και εν τούτοις διατηρούν το σώμα τους ανέπαφο. Ο σκοπός των Αγίων δεν είναι η διατήρηση ή αφθαρσία του σώματος, αλλά ο εξαγιασμός της ύπαρξής τους και η κοινωνία τους με τον Θεό.
Εξ άλλου, η αφθαρσία του σώματος μερικών Αγίων είναι μαρτυρία για την ακατάλυτη σχέση ψυχής και σώματος της ανθρώπινης φύσης. Ο θάνατος δεν καταργεί απόλυτα τη σχέση της ψυχής και του σώματος. Στους πολλούς βέβαια ανθρώπους, μετά θάνατον, η σχέση αυτή περιορίζεται στο ελάχιστο. Σε μερικούς όμως Αγίους, η σχέση αυτή διατηρείται ανέπαφη σε εκπληκτικό βαθμό, ώστε το σώμα να παραμένει άφθαρτο και ορισμένες μάλιστα σωματικές λειτουργίες να εξακολουθούν υποτυπωδώς να λειτουργούν , όπως συνέβη με την αγία Θεοκλητώ. Για το λείψανο του αγίου Σπυρίδωνος λέγεται ότι τα υποδήματά του αλλοιώνονται γι’ αυτό και κάθε χρόνο τα αλλάζουν…
Η κοινωνία του ανθρώπου με τον αιώνιο Θεό, όταν επιτυγχάνεται σε υψηλό βαθμό, επηρεάζει άμεσα και το φθαρτό και θνητό σώμα του ανθρώπου. Μπορούμε εδώ να παρατηρήσουμε μια κλιμακωτή εφαρμογή της αλήθειας αυτής: πολλοί Άγιοι της Εκκλησίας μας ήσαν μακρόβιοι, έζησαν μέχρι 100 χρόνια και πάνω, άλλων Αγίων τα σώματα έμειναν άφθαρτα και μερικοί Άγιοι μετετέθησαν στον Ουρανό μαζί με το σώμα τους ( ο Ενώχ, ο Σημ, ο προφήτης Ηλίας και η Θεοτόκος ) . Ο Μωυσής έζησε 120 χρόνια και στο διάστημα αυτό ούτε οι ψυχοσωματικές του δυνάμεις αλλοιώθηκαν, αλλά και αυτά τα ενδύματά του παρέμειναν άφθαρτα ( Δευτ. λδ΄7 ) .
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011
“ H «ευχή» μέσα στον κόσμο”
…Κατά την ταπεινή μου γνώμη, εσύ που θέλεις να εργασθής μέσα στον κόσμο την Νοερά προσευχή, ΠΡΟΣΕΞΕ: Οφείλεις να φυλάγης τον εαυτό σου καλά. Να μην του επιτρέπης να παρασύρεται από το δόλιο πνεύμα της φαντασίας η οποία συλλαμβάνει με τον νου καταστάσεις ανύπαρκτες, αλλά να εκδιώκης ευθύς αμέσως κάθε πονηρή εικόνα , επαναλαμβάνοντας αδιαλείπτως το Όνομα του Ιησού Χριστού, δηλαδή το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και όταν την Ευχή τη λες με θέρμη και επιμονή, εξαφανίζεται σαν καπνός κάθε αισχρή και πονηρή εικόνα. Όπου δε ευρίσκεται το σώμα, εκεί να φροντίζης να συμμαζεύης τον νου σου και να ΠΡΟΣΕΧΗΣ ως ακοίμητος φρουρός , ώστε μεταξύ της καρδιάς σου και του γλυκυτάτου Ονόματος του Ιησού Χριστού να μην επιτρέπης την είσοδο άλλων λογισμών, εικόνων, εννοιών και σκέψεων.
Ν΄ αγωνίζεσαι με όλες σου τις δυνάμεις της ψυχής σου να έχης τον νου σου στα στενά συνδεδεμένο με την μνήμη του Θεού. Να αποφεύγης τα «κρυφοκοιτάγματα» και τις απρεπείς συνομιλίες με τους αισχρούς λογισμούς. Πρόσεχε ιδιαιτέρως τις πονηρές έννοιες , τις οποίες ο διάβολος , ο «πολύπειρος και άξιος στην μίμησι ζωγράφος», λέγει ο Γέροντάς μου, εισάγει στην καρδιά σου, πότε μεν ζωγραφίζοντας μορφές που αφυπνίζουν τα πάθη, πότε υποδεικνύοντας τρόπους για την πράξι της αμαρτίας και πότε εικονίζοντας στη φαντασία πρόσωπα και σχήματα βλαβερά. Σ’ εκείνον που ο δαίμονας βρήκε την θύρα του νου αφρούρητη και ανασφάλιστη και εισήλθε με την ελεύθερη συγκατάθεσί του μέσα του, σωματοποιεί ηδονικά τις αισχρές εικόνες , οι οποίες καταρρακώνουν την ψυχή σέρνοντάς την στο βάραθρο της αιωνίου απωλείας.
Κάποιος μοναχός ήτο προθυμότατος στην προσευχή φροντίζοντας μάλιστα να έχη και το μυαλό του, όπως νόμιζε, καθαρό από σκέψεις. Αλλά πέρα από την προσευχή, σ’ όλα τ’ άλλα ήτο απρόσεκτος και αμελής και προκοπή δεν είχε καμμιά.
Εν τούτοις είχε την ψευδαίσθησι ότι ήτο σωστός στην πνευματική του ζωή, επειδή τηρούσε όλους τους τύπους της προσευχής. ( Όπως λένε και σήμερα μερικοί: Ανάβω το κεράκι μου, καίω το καντηλάκι μου, φιλάω την εικονίτσα μου, πάω στην εκκλησίτσα μου, είμαι εντάξει!
Μπορεί όμως να μην είσαι εντάξει, γιατί δεν βγήκαν τα πάθη, δεν φρόντισες την αγριελαία της ψυχής σου να την μπολιάσης και να την κάνης καλιελαία, για να δώση καρπούς αγαθούς στον Θεό και στον πλησίον.)
Μια μέρα, λοιπόν, ένας δαίμονας πήγε στον Μέγα Μακάριο και του είπε με ειρωνεία:
- Τι παράξενοι που είστε εσείς οι ερημίτες, οι ασκητές και οι καλόγεροι και κάποιοι χριστιανοί εκεί στις πόλεις , που κάνουν τον έξυπνο!
- Γιατί; τον ρωτά ο άγιος.
- Να, ο τάδε μοναχός σας ξαφνικά μες κρατά κάτω από τη μασχάλη του και με σφίγγει δυνατά. Τόσο δυνατά , που δεν με αφήνει να φύγω, κάνοντας όλα τα θελήματά μου. Και ύστερα στέκεται ώρες ολόκληρες και λέει: «ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε, ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε», και με κρατάει ακόμα κάτω από τη μασχάλη του.
Ο Μέγας Μακάριος απόρησε και κάλεσε το μοναχό να δη πως περνάει στα διακονήματά του. Και διαπίστωσε ότι άλλοτε έδειχνε αδιαφορία, άλλοτε ήθελε να κάνη τον Γέροντα και να διατάζη, άλλοτε τον έτρωγε το σαράκι του φθόνου, μερικές φορές θύμωνε και ωργιζόταν δήθεν δίκαια για το άδικο των άλλων, αντιλογούσε, όταν του έκαναν παρατηρήσεις και δεν τις δεχόταν. «Και ποιός είσαι εσύ, που θα μου κάνης παρατήρηση; έλεγε. Εγώ όλη την ημέρα προσεύχομαι!». Πάντοτε του έφταιγαν οι άλλοι, ποτέ αυτός, γι’ αυτό και δεν ζητούσε ποτέ συγγνώμη. Επιπλέον ήτο και ανυπόμονος, πεισματάρης και φλύαρος.
Με λίγα λόγια πολλά ψυχικά πάθη τον τυραννούσαν κι αυτός ήτο ήσυχος και ΕΠΛΑΝΑΤΟ, επειδή δήθεν προσηύχετο. Η προσευχή του όμως ήτο τυπική.
Του έλειπε η ουσία και ο ταυτόχρονος αγώνας για την κάθαρσι εκ των αδυναμιών και των παθών της ψυχής του. Απαιτείτο υπακοή, ταπείνωσις, κόπος και μόχθος πολύς , πόνος και αιματοξερρίζωμα των κρυφίων και φανερών κακιών από την καρδιά του. Γιατί τότε μόνο θα ήτο η προσευχή του αποτελεσματική και θεοειδής…
Από το βιβλίο: “ H «ευχή» μέσα στον κόσμο”
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΥΤΕΡΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007
Ν΄ αγωνίζεσαι με όλες σου τις δυνάμεις της ψυχής σου να έχης τον νου σου στα στενά συνδεδεμένο με την μνήμη του Θεού. Να αποφεύγης τα «κρυφοκοιτάγματα» και τις απρεπείς συνομιλίες με τους αισχρούς λογισμούς. Πρόσεχε ιδιαιτέρως τις πονηρές έννοιες , τις οποίες ο διάβολος , ο «πολύπειρος και άξιος στην μίμησι ζωγράφος», λέγει ο Γέροντάς μου, εισάγει στην καρδιά σου, πότε μεν ζωγραφίζοντας μορφές που αφυπνίζουν τα πάθη, πότε υποδεικνύοντας τρόπους για την πράξι της αμαρτίας και πότε εικονίζοντας στη φαντασία πρόσωπα και σχήματα βλαβερά. Σ’ εκείνον που ο δαίμονας βρήκε την θύρα του νου αφρούρητη και ανασφάλιστη και εισήλθε με την ελεύθερη συγκατάθεσί του μέσα του, σωματοποιεί ηδονικά τις αισχρές εικόνες , οι οποίες καταρρακώνουν την ψυχή σέρνοντάς την στο βάραθρο της αιωνίου απωλείας.
Κάποιος μοναχός ήτο προθυμότατος στην προσευχή φροντίζοντας μάλιστα να έχη και το μυαλό του, όπως νόμιζε, καθαρό από σκέψεις. Αλλά πέρα από την προσευχή, σ’ όλα τ’ άλλα ήτο απρόσεκτος και αμελής και προκοπή δεν είχε καμμιά.
Εν τούτοις είχε την ψευδαίσθησι ότι ήτο σωστός στην πνευματική του ζωή, επειδή τηρούσε όλους τους τύπους της προσευχής. ( Όπως λένε και σήμερα μερικοί: Ανάβω το κεράκι μου, καίω το καντηλάκι μου, φιλάω την εικονίτσα μου, πάω στην εκκλησίτσα μου, είμαι εντάξει!
Μπορεί όμως να μην είσαι εντάξει, γιατί δεν βγήκαν τα πάθη, δεν φρόντισες την αγριελαία της ψυχής σου να την μπολιάσης και να την κάνης καλιελαία, για να δώση καρπούς αγαθούς στον Θεό και στον πλησίον.)
Μια μέρα, λοιπόν, ένας δαίμονας πήγε στον Μέγα Μακάριο και του είπε με ειρωνεία:
- Τι παράξενοι που είστε εσείς οι ερημίτες, οι ασκητές και οι καλόγεροι και κάποιοι χριστιανοί εκεί στις πόλεις , που κάνουν τον έξυπνο!
- Γιατί; τον ρωτά ο άγιος.
- Να, ο τάδε μοναχός σας ξαφνικά μες κρατά κάτω από τη μασχάλη του και με σφίγγει δυνατά. Τόσο δυνατά , που δεν με αφήνει να φύγω, κάνοντας όλα τα θελήματά μου. Και ύστερα στέκεται ώρες ολόκληρες και λέει: «ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε, ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε», και με κρατάει ακόμα κάτω από τη μασχάλη του.
Ο Μέγας Μακάριος απόρησε και κάλεσε το μοναχό να δη πως περνάει στα διακονήματά του. Και διαπίστωσε ότι άλλοτε έδειχνε αδιαφορία, άλλοτε ήθελε να κάνη τον Γέροντα και να διατάζη, άλλοτε τον έτρωγε το σαράκι του φθόνου, μερικές φορές θύμωνε και ωργιζόταν δήθεν δίκαια για το άδικο των άλλων, αντιλογούσε, όταν του έκαναν παρατηρήσεις και δεν τις δεχόταν. «Και ποιός είσαι εσύ, που θα μου κάνης παρατήρηση; έλεγε. Εγώ όλη την ημέρα προσεύχομαι!». Πάντοτε του έφταιγαν οι άλλοι, ποτέ αυτός, γι’ αυτό και δεν ζητούσε ποτέ συγγνώμη. Επιπλέον ήτο και ανυπόμονος, πεισματάρης και φλύαρος.
Με λίγα λόγια πολλά ψυχικά πάθη τον τυραννούσαν κι αυτός ήτο ήσυχος και ΕΠΛΑΝΑΤΟ, επειδή δήθεν προσηύχετο. Η προσευχή του όμως ήτο τυπική.
Του έλειπε η ουσία και ο ταυτόχρονος αγώνας για την κάθαρσι εκ των αδυναμιών και των παθών της ψυχής του. Απαιτείτο υπακοή, ταπείνωσις, κόπος και μόχθος πολύς , πόνος και αιματοξερρίζωμα των κρυφίων και φανερών κακιών από την καρδιά του. Γιατί τότε μόνο θα ήτο η προσευχή του αποτελεσματική και θεοειδής…
Από το βιβλίο: “ H «ευχή» μέσα στον κόσμο”
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΥΤΕΡΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007
Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011
Πώς θα έχουμε πνευματική ωφέλεια από τις βιοτικές ασχολίες
ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟΣ από τον επίσκοπο Τύχωνα, συνέταξα και σου στέλνω την ακόλουθη εποικοδομητική διδαχή για το πώς το καθετί μπορεί να μεταβληθεί σε συνήγορο της θείας Αληθείας και να μας θυμίζει τον Θεό.
Μου έγραψες πως οι οικιακές ασχολίες αποσπούν την σκέψη σου από τον Θεό. Σου υπέδειξα τί να κάνεις, ώστε να μη συμβαίνει αυτό. Δεν αναφέρθηκες , ωστόσο, σε κάτι άλλο, που συνήθως απομακρύνει το νου από τον Θεό. Είναι το γεγονός ότι κάθε εξωτερικό πράγμα ενεργεί πάνω στις αισθήσεις , τραβάει την προσοχή μας και την αποσπά από τον θεό. Υπάρχει κάποια μέθοδος ,με την οποία μπορούμε όχι μόνο να αποτρέψουμε τη μαγνήτιση του νου από τα αισθητά αντικείμενα, αλλά και να κατορθώσουμε την αναγωγή του, μέσω των αντικειμένων, στον Θεό. Πώς; Αναθεωρώντας με πνευματική αίσθηση όλα όσα αντιλαμβανόμαστε με τις σωματικές αισθήσεις μας. Σύμφωνα με τη νέα θεώρηση των πραγμάτων, καθετί υλικό θα αποκαλύπτει στο νου σου μια πνευματική αλήθεια. Να μερικά παραδείγματα:
Βλέπεις ένα λεκέ σε λευκό φόρεμα και λυπάσαι γι’ αυτό. Συλλογίσου τότε πόση είναι η λύπη του Κυρίου, των αγγέλων και των αγίων, όταν βλέπουν τους λεκέδες της αμαρτίας στις ψυχές μας, που δημιουργήθηκαν άσπιλες «κατ’ εικόνα Θεού», ανακαινίστηκαν στην κολυμβήθρα του Βαπτίσματος και καθαρίστηκαν με τα δάκρυα της μετάνοιας.
Βλέπεις τα μικρά παιδιά, όταν οι γονείς τους τ’ αφήνουν μόνα, να τρέχουν πέρα-δώθε και να χαλάνε τον κόσμο. Σκέψου τότε ότι κάπως έτσι κάνουν και οι ψυχές μας, όταν απομακρυνθούν από τον Θεό και χάσουν τον φόβο Του.
Μυρίζεις ένα τριαντάφυλλο και ευφραίνεσαι∙ μυρίζεις, απεναντίας, κάτι άλλο, που έχει δυσάρεστη οσμή, και γυρίζεις αλλού το πρόσωπό σου με αηδία. Σκέψου τότε ότι κάθε ψυχή αναδίδει κάποιαν οσμή, η αγαθή ψυχή ευχάριστη και η εμπαθής ψυχή δυσάρεστη .Οι άγγελοι και οι άγιοι του Θεού, μερικές φορές ακόμα και οι δίκαιοι άνθρωποι πάνω στη γη, αισθάνονται αυτή την οσμή. Για τις εύοσμες ψυχές χαίρονται, ενώ για τις δύσοσμες λυπούνται.
Οποιοδήποτε πράγμα ή γεγονός μπορεί να γίνει αφορμή για πνευματικές σκέψεις,. Διαφορετικές σε κάθε άνθρωπο. Όλα όσα σε περιβάλουν μπορούν να σου χρησιμεύουν για τον σκοπό αυτό. Άρχισε από το σπίτι σου και ξανακοίταξε με πνευματικό βλέμμα το καθετί εκεί μέσα –τους τοίχους, τη στέγη, τα θεμέλια, τα παράθυρα , το φούρνο, τα τραπέζια , τις καρέκλες, τους καθρέφτες κ.λπ. Συνέχισε με τα πρόσωπα που ζουν ή έρχονται στο σπίτι σου-τους γονείς σου, τ’ αδέλφια σου, τους υπηρέτες, τους επισκέπτες. Κάνε το ίδιο με τα γεγονότα της καθημερινής ζωής-το πρωινό ξύπνημα , την ανταλλαγή χαιρετισμών, το γεύμα, τη δουλειά, την αναχώρηση, την επιστροφή, το κολατσιό, την ψυχαγωγία, το τραγούδι, την ημέρα, τη νύχτα, τον ύπνο κ.ο.κ. Σου συνιστώ να διαβάσεις άλλο ένα σύγγραμμα του επισκόπου Τύχωνος, το τετράτομο έργο «Πνευματικός Θησαυρός». Θα διδαχθείς πολλά απ’ αυτό για το προκείμενο ζήτημα.
Έτσι το κάθε πράγμα ή γεγονός θα είναι για σένα κάτι σαν ιερό βιβλίο ή κεφάλαιο από ιερό βιβλίο. Κάθε αντικείμενο , κάθε ασχολία, κάθε έργο θα σε κάνει να σκέφτεσαι τον Θεό. Θα κινείσαι μέσα στον υλικό κόσμο σαν σε κόσμο πνευματικό .Όλοι θα σου μιλούν για τον Θεό. Όλα θα σε κρατούν τον νου σου προσηλωμένο σ’ Αυτόν. Κι αν σ’ αυτή τη μνήμη προσθέτεις κάθε φορά και τον φόβο του Θεού και το δέος μπροστά στην άπειρη μεγαλοσύνη Του, τότε τι άλλους δασκάλους και συμβούλους χρειάζεσαι;
Χρειάζεσαι βέβαια μόχθο και αγώνα τόσο του νου όσο και της καρδιάς. Μόχθησε , λοιπόν, και αγωνίσου. Μη λυπάσαι τον εαυτό σου, γιατί δεν θα πετύχεις τίποτα. Μη λυπάσαι τον εαυτό σου , και θα σωθείς. Όλοι σχεδόν μοχθούμε υπερβολικά, καμιά φορά και εξουθενωτικά, για την επίτευξη επίγειων σκοπών. Δεν κάνουμε, όμως, το ίδιο για την επίτευξη του υψίστου, του μοναδικού, θα έλεγα, σκοπού της ζωής μας, που είναι η σωτηρία. Νομίζουμε ότι, για να σωθούμε, φτάνει να σκεπτόμαστε και να ποθούμε τη σωτηρία. Κάθε άλλο. Η υπόθεση της σωτηρίας, επειδή ακριβώς είναι η σπουδαιότερη της ζωής μας, είναι και η δυσκολότερη. Γι’ αυτό απαιτεί αγώνα. Αγωνίσου για τον Κύριο, και πολύ σύντομα θα δεις τους καρπούς. Αν ,απεναντίας, δεν αγωνιστείς , θα μείνεις με άδεια χέρια και θα είσαι ανάξια της σωτηρίας. Ο Θεός να μην το δώσει!
«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
ΕΚΔΟΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ 2000
Μου έγραψες πως οι οικιακές ασχολίες αποσπούν την σκέψη σου από τον Θεό. Σου υπέδειξα τί να κάνεις, ώστε να μη συμβαίνει αυτό. Δεν αναφέρθηκες , ωστόσο, σε κάτι άλλο, που συνήθως απομακρύνει το νου από τον Θεό. Είναι το γεγονός ότι κάθε εξωτερικό πράγμα ενεργεί πάνω στις αισθήσεις , τραβάει την προσοχή μας και την αποσπά από τον θεό. Υπάρχει κάποια μέθοδος ,με την οποία μπορούμε όχι μόνο να αποτρέψουμε τη μαγνήτιση του νου από τα αισθητά αντικείμενα, αλλά και να κατορθώσουμε την αναγωγή του, μέσω των αντικειμένων, στον Θεό. Πώς; Αναθεωρώντας με πνευματική αίσθηση όλα όσα αντιλαμβανόμαστε με τις σωματικές αισθήσεις μας. Σύμφωνα με τη νέα θεώρηση των πραγμάτων, καθετί υλικό θα αποκαλύπτει στο νου σου μια πνευματική αλήθεια. Να μερικά παραδείγματα:
Βλέπεις ένα λεκέ σε λευκό φόρεμα και λυπάσαι γι’ αυτό. Συλλογίσου τότε πόση είναι η λύπη του Κυρίου, των αγγέλων και των αγίων, όταν βλέπουν τους λεκέδες της αμαρτίας στις ψυχές μας, που δημιουργήθηκαν άσπιλες «κατ’ εικόνα Θεού», ανακαινίστηκαν στην κολυμβήθρα του Βαπτίσματος και καθαρίστηκαν με τα δάκρυα της μετάνοιας.
Βλέπεις τα μικρά παιδιά, όταν οι γονείς τους τ’ αφήνουν μόνα, να τρέχουν πέρα-δώθε και να χαλάνε τον κόσμο. Σκέψου τότε ότι κάπως έτσι κάνουν και οι ψυχές μας, όταν απομακρυνθούν από τον Θεό και χάσουν τον φόβο Του.
Μυρίζεις ένα τριαντάφυλλο και ευφραίνεσαι∙ μυρίζεις, απεναντίας, κάτι άλλο, που έχει δυσάρεστη οσμή, και γυρίζεις αλλού το πρόσωπό σου με αηδία. Σκέψου τότε ότι κάθε ψυχή αναδίδει κάποιαν οσμή, η αγαθή ψυχή ευχάριστη και η εμπαθής ψυχή δυσάρεστη .Οι άγγελοι και οι άγιοι του Θεού, μερικές φορές ακόμα και οι δίκαιοι άνθρωποι πάνω στη γη, αισθάνονται αυτή την οσμή. Για τις εύοσμες ψυχές χαίρονται, ενώ για τις δύσοσμες λυπούνται.
Οποιοδήποτε πράγμα ή γεγονός μπορεί να γίνει αφορμή για πνευματικές σκέψεις,. Διαφορετικές σε κάθε άνθρωπο. Όλα όσα σε περιβάλουν μπορούν να σου χρησιμεύουν για τον σκοπό αυτό. Άρχισε από το σπίτι σου και ξανακοίταξε με πνευματικό βλέμμα το καθετί εκεί μέσα –τους τοίχους, τη στέγη, τα θεμέλια, τα παράθυρα , το φούρνο, τα τραπέζια , τις καρέκλες, τους καθρέφτες κ.λπ. Συνέχισε με τα πρόσωπα που ζουν ή έρχονται στο σπίτι σου-τους γονείς σου, τ’ αδέλφια σου, τους υπηρέτες, τους επισκέπτες. Κάνε το ίδιο με τα γεγονότα της καθημερινής ζωής-το πρωινό ξύπνημα , την ανταλλαγή χαιρετισμών, το γεύμα, τη δουλειά, την αναχώρηση, την επιστροφή, το κολατσιό, την ψυχαγωγία, το τραγούδι, την ημέρα, τη νύχτα, τον ύπνο κ.ο.κ. Σου συνιστώ να διαβάσεις άλλο ένα σύγγραμμα του επισκόπου Τύχωνος, το τετράτομο έργο «Πνευματικός Θησαυρός». Θα διδαχθείς πολλά απ’ αυτό για το προκείμενο ζήτημα.
Έτσι το κάθε πράγμα ή γεγονός θα είναι για σένα κάτι σαν ιερό βιβλίο ή κεφάλαιο από ιερό βιβλίο. Κάθε αντικείμενο , κάθε ασχολία, κάθε έργο θα σε κάνει να σκέφτεσαι τον Θεό. Θα κινείσαι μέσα στον υλικό κόσμο σαν σε κόσμο πνευματικό .Όλοι θα σου μιλούν για τον Θεό. Όλα θα σε κρατούν τον νου σου προσηλωμένο σ’ Αυτόν. Κι αν σ’ αυτή τη μνήμη προσθέτεις κάθε φορά και τον φόβο του Θεού και το δέος μπροστά στην άπειρη μεγαλοσύνη Του, τότε τι άλλους δασκάλους και συμβούλους χρειάζεσαι;
Χρειάζεσαι βέβαια μόχθο και αγώνα τόσο του νου όσο και της καρδιάς. Μόχθησε , λοιπόν, και αγωνίσου. Μη λυπάσαι τον εαυτό σου, γιατί δεν θα πετύχεις τίποτα. Μη λυπάσαι τον εαυτό σου , και θα σωθείς. Όλοι σχεδόν μοχθούμε υπερβολικά, καμιά φορά και εξουθενωτικά, για την επίτευξη επίγειων σκοπών. Δεν κάνουμε, όμως, το ίδιο για την επίτευξη του υψίστου, του μοναδικού, θα έλεγα, σκοπού της ζωής μας, που είναι η σωτηρία. Νομίζουμε ότι, για να σωθούμε, φτάνει να σκεπτόμαστε και να ποθούμε τη σωτηρία. Κάθε άλλο. Η υπόθεση της σωτηρίας, επειδή ακριβώς είναι η σπουδαιότερη της ζωής μας, είναι και η δυσκολότερη. Γι’ αυτό απαιτεί αγώνα. Αγωνίσου για τον Κύριο, και πολύ σύντομα θα δεις τους καρπούς. Αν ,απεναντίας, δεν αγωνιστείς , θα μείνεις με άδεια χέρια και θα είσαι ανάξια της σωτηρίας. Ο Θεός να μην το δώσει!
«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
ΕΚΔΟΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ 2000
Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011
Η Γλώσσα θέλει Χαλινάρι
« Ο αββάς Αγάθων κατώρθωσε την σιωπή, βαστάζοντας στο στόμα του, επί τρία χρόνια, μια πέτρα» ! ( Δ. 486) .
«Ο Θεωνάς που είχε σπουδάσει την αιγυπτιακή, ελληνική και ρωμαϊκή παιδεία, άσκησε την σιωπή επί τριάντα χρόνια» Ερμείος ( PG 67, 1372 ) .
« Ο αββάς Θεοδόσιος επί 35 χρόνια δεν μίλησε σε κανένα δεν μίλησε σε κανένα. Όταν ήθελε να πει κάτι, το έγραφε». Ιω. Μόσχος ( PG 87, 2017 ) .
Η γλώσσα είναι το πιο ατίθασο όργανο του μεταπτωτικού σώματος του ανθρώπου. Δεν υποτάσσεται εύκολα. Βρίσκεται σε συνεχή κινητικότητα. Κάνοντας μια παραλλαγή του στίχου του εθνικού μας Ποιητή, θα μπορούσαμε να πούμε: « η γλώσσα (τα στήθια) μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν». Και ο λαός, έχοντας συναίσθηση της κατάστασης αυτής, λέει: « η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα σπάει». Η Π. Διαθήκη ( Σ. Σειρ. κ΄1-8, λβ΄ 7-8 ) και ο αδελφόθεος Ιάκωβος ( γ΄ 2-12 ) κάνουν εκτεταμένη αναφορά στο μεγάλο αυτό ανθρωπολογικό πρόβλημα.
Οι Άγιοι σιωπούσαν. Δάμαζαν το θηρίο της γλώσσας , κρατώντας το στόμα τους κλειστό. Και αυτό για χρόνια ολόκληρα.
Η γλώσσα του μεταπτωτικού ανθρώπου θέλει χαλινάρι. Στις μέρες μας , ειδικότερα, εν ονόματι της ελευθερίας του λόγου, της δημοκρατίας και της τεχνολογίας (βλ. κινητά τηλέφωνα) , οι άνθρωποι έχουν γίνει φλύαροι. Ο λόγος πληθωρικός , ασυνάρτητος, κουραστικός. Τα Ραδιόφωνα βουίζουν. Τα μεγάφωνα φωνασκούν. Υπάρχει μια ηχορύπανση λόγων και φωνών.
Οι Άγιοι, με την πολύχρονη σιωπή τους, δείχνουν τον δρόμο. Ο άνθρωπος πρέπει να μάθει να χαλιναγωγεί την γλώσσα του. Ό,τι σκέπτεται ή διανοείται κανείς δεν σημαίνει ότι πρέπει αμέσως να εκφράζεται και να διατυπώνεται ως προφορικός λόγος. Η τροφή και το ποτό που προσλαμβάνει ο άνθρωπος δεν αποβάλλονται αμέσως. Αυτή είναι η φυσιολογική λειτουργία του σωματικού οργανισμού. Η συγκράτηση , ο μεταβολισμός, η διατροφή. Η διάρροια είναι αρρώστεια. Το ίδιο και η «λογοδιάρροια». Αντίθετα, η σιωπή είναι ένδειξη υγείας. Η σιωπή είναι η μητέρα της σοφίας. Οι Σοφοί όπως και οι Άγιοι δεν ομιλούν πολύ. Συνήθως σιωπούν. Εκείνοι που συνήθως ομιλούν είναι οι ημιμαθείς , οι κενοί και οι απαίδευτοι. Τον μεγαλύτερο θόρυβο κάνουν τα κενά δοχεία, τα φουσκωμένα με αέρα ασκιά (πίπιζες) , ή τα χαλκά και τα κρουστά μουσικά όργανα, όπως λέγει ο απόστολος Παύλος:
« Χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» ( Α΄ Κορ. ιγ΄1 ) .
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
«Ο Θεωνάς που είχε σπουδάσει την αιγυπτιακή, ελληνική και ρωμαϊκή παιδεία, άσκησε την σιωπή επί τριάντα χρόνια» Ερμείος ( PG 67, 1372 ) .
« Ο αββάς Θεοδόσιος επί 35 χρόνια δεν μίλησε σε κανένα δεν μίλησε σε κανένα. Όταν ήθελε να πει κάτι, το έγραφε». Ιω. Μόσχος ( PG 87, 2017 ) .
Η γλώσσα είναι το πιο ατίθασο όργανο του μεταπτωτικού σώματος του ανθρώπου. Δεν υποτάσσεται εύκολα. Βρίσκεται σε συνεχή κινητικότητα. Κάνοντας μια παραλλαγή του στίχου του εθνικού μας Ποιητή, θα μπορούσαμε να πούμε: « η γλώσσα (τα στήθια) μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν». Και ο λαός, έχοντας συναίσθηση της κατάστασης αυτής, λέει: « η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα σπάει». Η Π. Διαθήκη ( Σ. Σειρ. κ΄1-8, λβ΄ 7-8 ) και ο αδελφόθεος Ιάκωβος ( γ΄ 2-12 ) κάνουν εκτεταμένη αναφορά στο μεγάλο αυτό ανθρωπολογικό πρόβλημα.
Οι Άγιοι σιωπούσαν. Δάμαζαν το θηρίο της γλώσσας , κρατώντας το στόμα τους κλειστό. Και αυτό για χρόνια ολόκληρα.
Η γλώσσα του μεταπτωτικού ανθρώπου θέλει χαλινάρι. Στις μέρες μας , ειδικότερα, εν ονόματι της ελευθερίας του λόγου, της δημοκρατίας και της τεχνολογίας (βλ. κινητά τηλέφωνα) , οι άνθρωποι έχουν γίνει φλύαροι. Ο λόγος πληθωρικός , ασυνάρτητος, κουραστικός. Τα Ραδιόφωνα βουίζουν. Τα μεγάφωνα φωνασκούν. Υπάρχει μια ηχορύπανση λόγων και φωνών.
Οι Άγιοι, με την πολύχρονη σιωπή τους, δείχνουν τον δρόμο. Ο άνθρωπος πρέπει να μάθει να χαλιναγωγεί την γλώσσα του. Ό,τι σκέπτεται ή διανοείται κανείς δεν σημαίνει ότι πρέπει αμέσως να εκφράζεται και να διατυπώνεται ως προφορικός λόγος. Η τροφή και το ποτό που προσλαμβάνει ο άνθρωπος δεν αποβάλλονται αμέσως. Αυτή είναι η φυσιολογική λειτουργία του σωματικού οργανισμού. Η συγκράτηση , ο μεταβολισμός, η διατροφή. Η διάρροια είναι αρρώστεια. Το ίδιο και η «λογοδιάρροια». Αντίθετα, η σιωπή είναι ένδειξη υγείας. Η σιωπή είναι η μητέρα της σοφίας. Οι Σοφοί όπως και οι Άγιοι δεν ομιλούν πολύ. Συνήθως σιωπούν. Εκείνοι που συνήθως ομιλούν είναι οι ημιμαθείς , οι κενοί και οι απαίδευτοι. Τον μεγαλύτερο θόρυβο κάνουν τα κενά δοχεία, τα φουσκωμένα με αέρα ασκιά (πίπιζες) , ή τα χαλκά και τα κρουστά μουσικά όργανα, όπως λέγει ο απόστολος Παύλος:
« Χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» ( Α΄ Κορ. ιγ΄1 ) .
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011
Ο στάρετς ιατρός ψυχών και σωμάτων
Ο στάρετς ήταν γιατρός και θεραπευτής όχι μόνο των τραυμάτων της ψυχής, αλλά θεράπευε και τις σωματικές ασθένειες, πότε μόνο με τις προσευχές και τα πνευματικά μέσα της Εκκλησίας και πότε συμβουλεύοντας να πάρουν οι ασθενείς και φάρμακα.
Για τους πονοκεφάλους συμβούλευε να προσεύχονται στον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, διαβάζοντας από την ακολουθία της Αποτομής της Κεφαλής του και να έχουν στο σπίτι τους την εικόνα της Αποτομής.
Μια πνευματική του κόρη ποτέ δεν παραπονιόταν στον στάρετς για τον πόνο που είχε στο στομάχι, ο οποίος την καταπονούσε, και προσπαθούσε να μη δίνει προσοχή στον πόνο και ποτέ δεν απευθυνόταν στους γιατρούς. Τότε ο στάρετς της έδωσε ένα μπουκάλι με ελαιόλαδο και της έδωσε εντολή να το χρησιμοποιεί πάντοτε σαν φάρμακο για το στομάχι. Και ο πόνος σταμάτησε.
Έδινε οι Γέροντας ποικίλες συμβουλές για την υγεία, αλλά πάνω απ όλα σε ό,τι αφορούσε την ψυχική και σωματική υγεία συμβούλευε τους προσερχομένους να προσεύχονται θερμότερα, να μεταλαμβάνουν αξίως και συχνότερα τα Άχραντα Μυστήρια και σε όλα να απέχουν από τις υπερβολές. Δεδομένου ότι οι σωματικές ασθένειες συχνά προέρχονται από πνευματικά αρρωστήματα εξ αιτίας της αμαρτωλής ζωής, η ιαματική τέχνη είναι ανίσχυρη για τη θεραπεία τέτοιων ασθενών. Γι’ αυτό ο π. Σάββας μιμούμενος τους αγίους πατέρες , έδινε ειδικούς κανόνες προσευχής στους ασθενείς. Και με τη χάρη του Χριστού θεραπεύονταν τις ψυχές τους, γιάτρευε και τις σωματικές τους ασθένειες.
Ο στάρετς συμβούλευε όλους να είναι αυστηρότεροι με τον εαυτό τους και να μην ικανοποιούν τα καπρίτσια τους.
- Εξ αιτίας των ιδιοτροπιών ο άνθρωπος δέχεται τιμωρία μέσω των ασθενειών, έλεγε. Το πρόσφορο, ο αγιασμός και το άγιο έλαιο, είναι καλύτερα από τα καλύτερα μέσα θεραπείας. Αρχικά μ’ αυτά πρέπει κάποιος να επιδιώκει τη θεραπεία του και, αν είναι αδύναμη η πίστη του, τότε μπορεί να χρησιμοποιεί και άλλα θεραπευτικά μέσα.
- Να, αυτό είναι αγίασμα από τις πηγές πολλών αγίων. Πιες το με πίστη και η αρρώστια θα περάσει, έλεγε συχνά.
Όμως ο στάρετς αναγνώριζε την ανάγκη να απευθυνόμαστε και στους γιατρούς. Έλεγε :
- Ο Θεός και στους γιατρούς δίνει τη λογική και το δώρο της θεραπείας, μόνο που ο ασθενής μαζί μ’ αυτό πρέπει να ζητήσει από τον Κύριο να τον θεραπεύση δια των γιατρών και των φαρμάκων.
Σε πολλά από τα πνευματικά του τέκνα ο στάρετς δεν έδινε ευλογία να ακολουθήσουν θεραπεία με τα συνηθισμένα φάρμακα και τα χημικά παρασκευάσματα. Τους θεράπευε με την προσευχή και τα μέσα των αγίων . Γνωρίζοντας την τεράστια ωφέλεια για την ψυχή από τα βάσανα και τις ασθένειες, κάποιες φορές μόνο μια μικρή θεραπεία επέφερε στους αρρώστους , για να τους γλυτώσει από τη μελαγχολία , αλλά δεν τους θεράπευε ολοκληρωτικά, για να μην τους στερήσει το μισθό κατά την μετά θάνατον ζωή.
- Καλώς πονάτε, αλλιώς δεν θα συγκρατούσατε τον εαυτό σας, έλεγε σε κάποιους ο π. Σάββας.
Ο στάρετς Βαρνάβας έλεγε στο μαθητή του, τον στάρετς Ζωσιμά: «Ευχαρίστησε τον Θεό για την αρρώστια σου. Ζήτησε μόνο τη βοήθεια του Κυρίου. Εγώ εγγυώμαι για σένα ενώπιον του Θεού ότι θα ζήσεις 100 χρόνια. Αν πας στους γιατρούς , δεν θα φθάσεις στα γεράματά σου. Θα πεθάνεις νωρίτερα».
Ο στάρετς Αμβρόσιος , έχοντας πείρα της ωφέλειας από τις ασθένειες, δεν συμβούλευε επίσης τον μοναχό να θεραπεύεται, αλλά μόνο να ακολουθεί μια θεραπευτική αγωγή, για να μη βρίσκεται στο κρεβάτι και να μη γίνεται βάρος στους άλλους.
- Ο στάρετς Αμβρόσιος θεωρούσε, έλεγε ο π. Σάββας, ότι η σωματική ασθένεια, όταν την περνά κάποιος με χαρά και ευχαριστία προς τον Κύριο, είναι ανώτερη και ισχυρότερη από την νηστεία , τους κόπους και τα ασκητικά κατορθώματα. Η υπομονή με ταπείνωση και ευχαριστία είναι μεγάλη άσκηση! Ο στάρετς Σιλουανός ο Αθωνίτης ήταν πολύ άρρωστος, είχε καρκίνο. Ρώτησε ένα γιατρό κι εκείνος του είπε ευθέως ότι του έμεναν τρεις μέρες να ζήσει όλες κι όλες. «Όχι. Σε μένα το Άγιο Πνεύμα αποκάλυψε ότι θα ζήσω τρεις μήνες», του είπε ο στάρετς . Ο γιατρός δεν πίστεψε στα λόγια του Σιλουανού. Όμως ο στάρετς πράγματι έζησε τρεις μήνες και ο έκπληκτος γιατρός εξ αιτίας αυτού, πίστεψε. Και τώρα, ανάμεσά σας υπάρχουν τέτοιοι ασθενείς που γνωρίζουν ότι έχουν καρκίνο, αλλά δεν κυριεύονται από κατάθλιψη. Κινούνται και προσεύχονται. Και εδώ βρίσκονται κάποιοι μαζί μας. Τι τους απομένει να κάμουν; Να απελπισθούν; Όχι! Μόνο να ζητούν από τον Κύριο συγχώρηση. Ή να προσεύχονται όπως ο ιερομόναχος Σιλουανός: «Κύριε, κατάπεμψον επ’ εμέ το Άγιόν σου Πνεύμα για να σε γνωρίσω δια του Αγίου σου Πνεύματος». Και να προσεύχονται στη Μητέρα του Θεού, όπως προσευχόταν ο στάρετς Ζαχαρίας : «Ίασαι Αγνή της ψυχής μου την ασθένειαν και την υγείαν τη πρεσβεία Σου, παράσχου μοι». Όμως η υποταγή στο θέλημα του Θεού είναι ανώτερη απ’ όλα. Επιτρέπεται κατά την προσευχή να φανερώσεις στον Θεό όλες τις επιθυμίες σου και να ζητήσεις απ’ Αυτόν όλα τα ωφέλιμα για την ψυχή σου. Αλλά στο τέλος των αιτήσεων και των προσευχών πρέπει πάντοτε να δείχνεις την υιική σου υπακοή και να λες: «Όχι όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις εσύ, Κύριε»…
… Γνωρίζοντας την αδυναμία του λαού σήμερα, ο π. Σάββας , κατά το παράδειγμα των αγίων πατέρων των τελευταίων καιρών, σε κανένα δεν επέβαλλε υπερβολική νηστεία. Ήταν υπέρμαχος και κήρυκας της πνευματικής νηστείας: Να μην οργίζεσαι, να μην κατακρίνεις, να μην επαίρεσαι.
- Βλέπεις ότι οι δυνάμεις σου κατέπεσαν, ότι δυναμώνεσαι με το φαγητό και τον ύπνο για να μην υποφέρεις κατά την προσευχή, έλεγε. Αλλά να μην κατακρίνεις κανένα, μην οργίζεσαι, ανάγκασε τον εαυτό σου στη σιωπή και την προσευχή.
Ο Γέροντας προστάτευε τα πνευματικά του παιδιά από την κενοδοξία.
- Κάποιοι έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους : «Εγώ είμαι νηστεύτρια, ασκήτρια», λένε κάποιες. Όμως η σωματική νηστεία δεν σημαίνει τίποτε χωρίς την πνευματική νηστεία. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «Όποιος περιορίζει τη νηστεία μόνο στην εγκράτεια από την τροφή, εκείνος πολύ την ατιμάζει. Όχι μόνο το στόμα πρέπει να νηστεύει, αλλά και η όραση και η ακοή κα τα χέρια και τα πόδια και όλο το σώμα μας.
Όμως αρτύσιμες τροφές στον καιρό της νηστείας δεν έδινε ευλογία ο στάρετς να καταναλώνει κανείς από τους υγιείς, σύμφωνα με το παράδειγμα του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ, ο οποίος έλεγε: «Το ψωμί και το νερό κανένα δεν έβλαψε».
Από το βιβλίο: « ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ
Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ
Για τους πονοκεφάλους συμβούλευε να προσεύχονται στον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, διαβάζοντας από την ακολουθία της Αποτομής της Κεφαλής του και να έχουν στο σπίτι τους την εικόνα της Αποτομής.
Μια πνευματική του κόρη ποτέ δεν παραπονιόταν στον στάρετς για τον πόνο που είχε στο στομάχι, ο οποίος την καταπονούσε, και προσπαθούσε να μη δίνει προσοχή στον πόνο και ποτέ δεν απευθυνόταν στους γιατρούς. Τότε ο στάρετς της έδωσε ένα μπουκάλι με ελαιόλαδο και της έδωσε εντολή να το χρησιμοποιεί πάντοτε σαν φάρμακο για το στομάχι. Και ο πόνος σταμάτησε.
Έδινε οι Γέροντας ποικίλες συμβουλές για την υγεία, αλλά πάνω απ όλα σε ό,τι αφορούσε την ψυχική και σωματική υγεία συμβούλευε τους προσερχομένους να προσεύχονται θερμότερα, να μεταλαμβάνουν αξίως και συχνότερα τα Άχραντα Μυστήρια και σε όλα να απέχουν από τις υπερβολές. Δεδομένου ότι οι σωματικές ασθένειες συχνά προέρχονται από πνευματικά αρρωστήματα εξ αιτίας της αμαρτωλής ζωής, η ιαματική τέχνη είναι ανίσχυρη για τη θεραπεία τέτοιων ασθενών. Γι’ αυτό ο π. Σάββας μιμούμενος τους αγίους πατέρες , έδινε ειδικούς κανόνες προσευχής στους ασθενείς. Και με τη χάρη του Χριστού θεραπεύονταν τις ψυχές τους, γιάτρευε και τις σωματικές τους ασθένειες.
Ο στάρετς συμβούλευε όλους να είναι αυστηρότεροι με τον εαυτό τους και να μην ικανοποιούν τα καπρίτσια τους.
- Εξ αιτίας των ιδιοτροπιών ο άνθρωπος δέχεται τιμωρία μέσω των ασθενειών, έλεγε. Το πρόσφορο, ο αγιασμός και το άγιο έλαιο, είναι καλύτερα από τα καλύτερα μέσα θεραπείας. Αρχικά μ’ αυτά πρέπει κάποιος να επιδιώκει τη θεραπεία του και, αν είναι αδύναμη η πίστη του, τότε μπορεί να χρησιμοποιεί και άλλα θεραπευτικά μέσα.
- Να, αυτό είναι αγίασμα από τις πηγές πολλών αγίων. Πιες το με πίστη και η αρρώστια θα περάσει, έλεγε συχνά.
Όμως ο στάρετς αναγνώριζε την ανάγκη να απευθυνόμαστε και στους γιατρούς. Έλεγε :
- Ο Θεός και στους γιατρούς δίνει τη λογική και το δώρο της θεραπείας, μόνο που ο ασθενής μαζί μ’ αυτό πρέπει να ζητήσει από τον Κύριο να τον θεραπεύση δια των γιατρών και των φαρμάκων.
Σε πολλά από τα πνευματικά του τέκνα ο στάρετς δεν έδινε ευλογία να ακολουθήσουν θεραπεία με τα συνηθισμένα φάρμακα και τα χημικά παρασκευάσματα. Τους θεράπευε με την προσευχή και τα μέσα των αγίων . Γνωρίζοντας την τεράστια ωφέλεια για την ψυχή από τα βάσανα και τις ασθένειες, κάποιες φορές μόνο μια μικρή θεραπεία επέφερε στους αρρώστους , για να τους γλυτώσει από τη μελαγχολία , αλλά δεν τους θεράπευε ολοκληρωτικά, για να μην τους στερήσει το μισθό κατά την μετά θάνατον ζωή.
- Καλώς πονάτε, αλλιώς δεν θα συγκρατούσατε τον εαυτό σας, έλεγε σε κάποιους ο π. Σάββας.
Ο στάρετς Βαρνάβας έλεγε στο μαθητή του, τον στάρετς Ζωσιμά: «Ευχαρίστησε τον Θεό για την αρρώστια σου. Ζήτησε μόνο τη βοήθεια του Κυρίου. Εγώ εγγυώμαι για σένα ενώπιον του Θεού ότι θα ζήσεις 100 χρόνια. Αν πας στους γιατρούς , δεν θα φθάσεις στα γεράματά σου. Θα πεθάνεις νωρίτερα».
Ο στάρετς Αμβρόσιος , έχοντας πείρα της ωφέλειας από τις ασθένειες, δεν συμβούλευε επίσης τον μοναχό να θεραπεύεται, αλλά μόνο να ακολουθεί μια θεραπευτική αγωγή, για να μη βρίσκεται στο κρεβάτι και να μη γίνεται βάρος στους άλλους.
- Ο στάρετς Αμβρόσιος θεωρούσε, έλεγε ο π. Σάββας, ότι η σωματική ασθένεια, όταν την περνά κάποιος με χαρά και ευχαριστία προς τον Κύριο, είναι ανώτερη και ισχυρότερη από την νηστεία , τους κόπους και τα ασκητικά κατορθώματα. Η υπομονή με ταπείνωση και ευχαριστία είναι μεγάλη άσκηση! Ο στάρετς Σιλουανός ο Αθωνίτης ήταν πολύ άρρωστος, είχε καρκίνο. Ρώτησε ένα γιατρό κι εκείνος του είπε ευθέως ότι του έμεναν τρεις μέρες να ζήσει όλες κι όλες. «Όχι. Σε μένα το Άγιο Πνεύμα αποκάλυψε ότι θα ζήσω τρεις μήνες», του είπε ο στάρετς . Ο γιατρός δεν πίστεψε στα λόγια του Σιλουανού. Όμως ο στάρετς πράγματι έζησε τρεις μήνες και ο έκπληκτος γιατρός εξ αιτίας αυτού, πίστεψε. Και τώρα, ανάμεσά σας υπάρχουν τέτοιοι ασθενείς που γνωρίζουν ότι έχουν καρκίνο, αλλά δεν κυριεύονται από κατάθλιψη. Κινούνται και προσεύχονται. Και εδώ βρίσκονται κάποιοι μαζί μας. Τι τους απομένει να κάμουν; Να απελπισθούν; Όχι! Μόνο να ζητούν από τον Κύριο συγχώρηση. Ή να προσεύχονται όπως ο ιερομόναχος Σιλουανός: «Κύριε, κατάπεμψον επ’ εμέ το Άγιόν σου Πνεύμα για να σε γνωρίσω δια του Αγίου σου Πνεύματος». Και να προσεύχονται στη Μητέρα του Θεού, όπως προσευχόταν ο στάρετς Ζαχαρίας : «Ίασαι Αγνή της ψυχής μου την ασθένειαν και την υγείαν τη πρεσβεία Σου, παράσχου μοι». Όμως η υποταγή στο θέλημα του Θεού είναι ανώτερη απ’ όλα. Επιτρέπεται κατά την προσευχή να φανερώσεις στον Θεό όλες τις επιθυμίες σου και να ζητήσεις απ’ Αυτόν όλα τα ωφέλιμα για την ψυχή σου. Αλλά στο τέλος των αιτήσεων και των προσευχών πρέπει πάντοτε να δείχνεις την υιική σου υπακοή και να λες: «Όχι όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις εσύ, Κύριε»…
… Γνωρίζοντας την αδυναμία του λαού σήμερα, ο π. Σάββας , κατά το παράδειγμα των αγίων πατέρων των τελευταίων καιρών, σε κανένα δεν επέβαλλε υπερβολική νηστεία. Ήταν υπέρμαχος και κήρυκας της πνευματικής νηστείας: Να μην οργίζεσαι, να μην κατακρίνεις, να μην επαίρεσαι.
- Βλέπεις ότι οι δυνάμεις σου κατέπεσαν, ότι δυναμώνεσαι με το φαγητό και τον ύπνο για να μην υποφέρεις κατά την προσευχή, έλεγε. Αλλά να μην κατακρίνεις κανένα, μην οργίζεσαι, ανάγκασε τον εαυτό σου στη σιωπή και την προσευχή.
Ο Γέροντας προστάτευε τα πνευματικά του παιδιά από την κενοδοξία.
- Κάποιοι έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους : «Εγώ είμαι νηστεύτρια, ασκήτρια», λένε κάποιες. Όμως η σωματική νηστεία δεν σημαίνει τίποτε χωρίς την πνευματική νηστεία. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «Όποιος περιορίζει τη νηστεία μόνο στην εγκράτεια από την τροφή, εκείνος πολύ την ατιμάζει. Όχι μόνο το στόμα πρέπει να νηστεύει, αλλά και η όραση και η ακοή κα τα χέρια και τα πόδια και όλο το σώμα μας.
Όμως αρτύσιμες τροφές στον καιρό της νηστείας δεν έδινε ευλογία ο στάρετς να καταναλώνει κανείς από τους υγιείς, σύμφωνα με το παράδειγμα του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ, ο οποίος έλεγε: «Το ψωμί και το νερό κανένα δεν έβλαψε».
Από το βιβλίο: « ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ
Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ
Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΑΟΤΗΤΑ
κη΄
Ο αββάς Κασσιανός έλεγε, ότι κοντά στον μεγάλο άγιο Ισίδωρο, τον πρεσβύτερο της Σκήτης, ήταν κάποιος διάκονος Παφνούτιος, που για την αρετή του τη μεγάλη ο Γέροντάς του θέλησε να τον κάνη ιερέα, για να μπορεί μετά το θάνατό του να τον έχει και διάδοχό του. Εκείνος, όμως, από ευλάβεια δεν πλησίασε τη χειροτονία κ’ έμεινε διάκονος. Αυτόν, λοιπόν, το διάκονο, τον τόσο ενάρετο, εφθόνησε κάποιος από τους Γέροντες, που έγινε όργανο του δαίμονος ˙ και, όταν όλοι βρισκόταν για την ακολουθία στην εκκλησία, , βγαίνει ο φθονερός και βάζει ένα δικό του βιβλίο στο κελλί του αββά Παφνουτίου. Μετά, πάει στον αββά Ισίδωρο και του λέει:
- Κάποιος από τους αδελφούς μου έκλεψε το τάδε βιβλίο και δεν το βρίσκω.
Απόρησε ο αββάς Ισίδωρος:
- Τι λες, αδελφέ. Ποτέ δεν έγινε τέτοιο πράγμα στη Σκήτη!
Κι ο μοναχός που είχε βάλει κρυφά το βιβλίο λέει στον Γέροντα:
- Στείλε μαζί μου άλλους δυο πατέρες, να κάνουμε μια έρευνα στα κελλιά.
Έφυγαν , λοιπόν, οι τρεις πατέρες για την έρευνα. Ο φθονερός μοναχός τους οδήγησε πρώτα στα κελλιά των άλλων μοναχών, και στο τέλος τους πήγε και στο κελλί του αββά Παφνουτίου. Εκεί βρίσκουν το βιβλίο και το πηγαίνει επιδεικτικά στον ηγούμενο, που βρισκόταν ακόμη στην εκκλησία. Τότε βάζει μετάνοια ο αββάς Παφνούτιος, μπροστά σε όλο το εκκλησίασμα , στον αββά Ισίδωρο τον πρεσβύτερο λέγοντας:
- Αμάρτησα, Γέροντα! Βάλε μου επιτίμιο.
Κι ο Γέροντας του έβαλε επιτίμιο να μην κοινωνήσει επί τρεις εβδομάδες. Αλλά κάθε φορά που είχαν σύναξη μπρος στην εκκλησία οι πατέρες, έβαζε μπρος σε όλους μετάνοια, λέγοντας:
- Συγχωρήστε με για το αμάρτημα που έκαμα.
Ύστερ’ από τις τρεις εβδομάδες του επιτιμίου, τον δέχτηκαν στην κοινωνία. Αλλά, ευθύς , αμέσως, ο μοναχός που τον είχε συκοφαντήσει δαιμονίστηκε κι άρχισε να εξομολογείται δημόσια:
- Εγώ εσυκοφάντησα το δούλο του Θεού!
Τότε προσευχήθηκαν στην εκκλησία γι’ αυτόν όλοι οι πατέρες, μα εκείνος δεν θεραπεύονταν. Τότε ο μέγας Ισίδωρος λέει, μπροστά σε όλους, στον αββά Παφνούτιο:
- Προσευχήσου εσύ, σε παρακαλώ, αββά Παφνούτιε, γιατί εσένα συκοφάντησε. Κι αν θεραπευτεί, τούτο θα γίνει μόνο με τη δική σου προσευχή.
Και μόλις ο αββάς Παφνούτιος προσευχήθηκε, αμέσως έγινε καλά ο δαιμονισμένος γέροντας.
Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ΕΚΔΟΣΗ
Ο αββάς Κασσιανός έλεγε, ότι κοντά στον μεγάλο άγιο Ισίδωρο, τον πρεσβύτερο της Σκήτης, ήταν κάποιος διάκονος Παφνούτιος, που για την αρετή του τη μεγάλη ο Γέροντάς του θέλησε να τον κάνη ιερέα, για να μπορεί μετά το θάνατό του να τον έχει και διάδοχό του. Εκείνος, όμως, από ευλάβεια δεν πλησίασε τη χειροτονία κ’ έμεινε διάκονος. Αυτόν, λοιπόν, το διάκονο, τον τόσο ενάρετο, εφθόνησε κάποιος από τους Γέροντες, που έγινε όργανο του δαίμονος ˙ και, όταν όλοι βρισκόταν για την ακολουθία στην εκκλησία, , βγαίνει ο φθονερός και βάζει ένα δικό του βιβλίο στο κελλί του αββά Παφνουτίου. Μετά, πάει στον αββά Ισίδωρο και του λέει:
- Κάποιος από τους αδελφούς μου έκλεψε το τάδε βιβλίο και δεν το βρίσκω.
Απόρησε ο αββάς Ισίδωρος:
- Τι λες, αδελφέ. Ποτέ δεν έγινε τέτοιο πράγμα στη Σκήτη!
Κι ο μοναχός που είχε βάλει κρυφά το βιβλίο λέει στον Γέροντα:
- Στείλε μαζί μου άλλους δυο πατέρες, να κάνουμε μια έρευνα στα κελλιά.
Έφυγαν , λοιπόν, οι τρεις πατέρες για την έρευνα. Ο φθονερός μοναχός τους οδήγησε πρώτα στα κελλιά των άλλων μοναχών, και στο τέλος τους πήγε και στο κελλί του αββά Παφνουτίου. Εκεί βρίσκουν το βιβλίο και το πηγαίνει επιδεικτικά στον ηγούμενο, που βρισκόταν ακόμη στην εκκλησία. Τότε βάζει μετάνοια ο αββάς Παφνούτιος, μπροστά σε όλο το εκκλησίασμα , στον αββά Ισίδωρο τον πρεσβύτερο λέγοντας:
- Αμάρτησα, Γέροντα! Βάλε μου επιτίμιο.
Κι ο Γέροντας του έβαλε επιτίμιο να μην κοινωνήσει επί τρεις εβδομάδες. Αλλά κάθε φορά που είχαν σύναξη μπρος στην εκκλησία οι πατέρες, έβαζε μπρος σε όλους μετάνοια, λέγοντας:
- Συγχωρήστε με για το αμάρτημα που έκαμα.
Ύστερ’ από τις τρεις εβδομάδες του επιτιμίου, τον δέχτηκαν στην κοινωνία. Αλλά, ευθύς , αμέσως, ο μοναχός που τον είχε συκοφαντήσει δαιμονίστηκε κι άρχισε να εξομολογείται δημόσια:
- Εγώ εσυκοφάντησα το δούλο του Θεού!
Τότε προσευχήθηκαν στην εκκλησία γι’ αυτόν όλοι οι πατέρες, μα εκείνος δεν θεραπεύονταν. Τότε ο μέγας Ισίδωρος λέει, μπροστά σε όλους, στον αββά Παφνούτιο:
- Προσευχήσου εσύ, σε παρακαλώ, αββά Παφνούτιε, γιατί εσένα συκοφάντησε. Κι αν θεραπευτεί, τούτο θα γίνει μόνο με τη δική σου προσευχή.
Και μόλις ο αββάς Παφνούτιος προσευχήθηκε, αμέσως έγινε καλά ο δαιμονισμένος γέροντας.
Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ΕΚΔΟΣΗ
Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011
Όσιος ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ο έγκλειστος
ΕΙΠΕ ο Κύριος: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται∙ και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα». Αυτά είναι τα λόγια του Κυρίου προς την αγία Μάρθα, πριν αναστήση τον αδελφό της δίκαιο Λάζαρο. Και μας έρχονται στη μνήμη τώρα που γράφουμε για τον όσιο πατέρα μας Αθανάσιο, τον έγκλειστο σπηλαιώτη .
Ο όσιος Αθανάσιος ήταν ένας αγωνιστής μοναχός της Λαύρας των Σπηλαίων, και έζησε σ’ αυτήν πολύχρονη και θεοφιλή ζωή. Μετά από πολλά ασκητικά παλαίσματα και κατορθώματα, γνωστά τα περισσότερα μόνο στο Θεό, εκοιμήθη ειρηνικά. Το σκήνωμά του ετοιμάστηκε από τους πατέρες για την ταφή. Ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο όμως προκάλεσε την καθυστέρηση του ενταφιασμού για δυό ολόκληρες ημέρες.
Τη δεύτερη νύχτα ο ηγούμενος της Λαύρας είδε στον ύπνο του άγγελο Κυρίου που του είπε:
- Ο άνθρωπος του Θεού Αθανάσιος έχει ήδη δυο μέρες άταφος, κι εσύ αδιαφορείς γι’ αυτό;
Έντρομος ο ηγούμενος σηκώθηκε πρωί-πρωί την άλλη μέρα κι έσπευσε με τους αδελφούς να ενταφιάση το νεκρό. Αλλά τι να δουν!
Ο όσιος ήταν ζωντανός! Καθισμένος στο νεκροκρέβατο έκλαιγε πικρά!
Φρίκη και δέος κυρίεψε τους αδελφούς. Για πολλή ώρα στάθηκαν άφωνοι και τρομαγμένοι μπροστά στο απίστευτο θέαμα. Έπειτα ρώτησαν τον Αθανάσιο:
-Αδελφέ , πώς ξαναγύρισες στη ζωή; Πού ήταν η ψυχή σου αυτές τις δύο μέρες; Πού είχες πάει; Τι είδες και τι άκουσες; Πες μας, σε ικετεύουμε!
Εκείνος όμως δεν απαντούσε. Μόνο επαναλάμβανε σταθερά ανάμεσα στους λυγμούς:
- Να σωθήτε, αδελφοί, να σωθήτε!
- Πες μας, αδελφέ, για να μας ωφελήσης! Επέμεναν οι πατέρες.
- Και να σας πω, άραγε θα εφαρμόσετε τις συμβουλές μου;
Με όρκους υποσχέθηκαν οι αδελφοί ότι θα φυλάξουν όλα όσα θα τους έλεγε.
- Ακούστε τότε, είπε ο αναστημένος Αθανάσιος. Τρία πράγματα πρέπει να φυλάξετε για να σωθήτε. Πρώτα, να κάνετε αδιάκριτη υπακοή στον ηγούμενο. Δεύτερο, να μετανοήτε κάθε ώρα και στιγμή για τις αμαρτίες σας. Και τρίτο, να προσεύχεστε στον Κύριό μας και μάλιστα εδώ, στη μετάνοιά σας, και πουθενά αλλού… Αυτά τα τρία αν φυλάξετε, που είναι πάνω απ’ όλες τις αρετές, θα είστε μακάριοι. Για τ’ άλλα μη με ρωτάτε. Και παρακαλώ να με συγχωρέσετε.
Την ίδια κιόλας ημέρα ο θείος Αθανάσιος κλείστηκε στο σπήλαιο του οσίου Αντωνίου. Έζησε εδώ δώδεκα χρόνια ακόμη! Ποτέ δεν βγήκε από τη σκοτεινή τρύπα του. Ποτέ δεν είδε τον ήλιο. Σε κανένα δεν είπε ούτε μία λέξη. Έκλαιγε και προσευχόταν αδιάλειπτα νύχτα και μέρα, όλ’ αυτά τα χρόνια, τρώγοντας μόνο λίγο ψωμί και πίνοντας λίγο νερό μέρα παρά μέρα.
Όταν αισθάνθηκε πως πλησίαζε το τέλος του, ο όσιος κάλεσε όλη την αδελφότητα κι επανέλαβε τις τρεις συμβουλές του. Έπειτα τους αποχαιρέτησε και εκοιμήθη ειρηνικά.
Το τίμιο λείψανό του τοποθετήθηκε στο σπήλαιο της ασκήσεώς του, όπου αποτέλεσε ιάσεις και θαύματα πολλά.
Κάποιος από τους αδελφούς , ονόματι Βαβύλας, έπασχε για πολλά χρόνια από μια βασανιστική και επώδυνη ασθένεια, που τον είχε καθηλώσει στο κρεβάτι. Ενώ ήταν κατάκοπος και βογγούσε από τους πόνους, είδε ξαφνικά να μπαίνη κάποιος με τη μορφή του αοιδίμου Αθανασίου και να του λέει:
- Έλα σε μένα και θα σε θεραπεύσω .
Ο άρρωστος έκανε να του μιλήση, αλλά εκείνος έγινε αμέσως άφαντος.
Ο αδελφός Βαβύλας παρακάλεσε μερικούς πατέρες να τον μεταφέρουν στο λείψανο του οσίου. Έπεσε πάνω του, το αγκάλιασε, και ικέτευσε με δάκρυα τον εκλεκτό του Θεού να μεσιτεύση σ’ Εκείνον για τη θεραπεία του. Αμέσως σηκώθηκε θεραπευμένος!
Μετά από το θαύμα αυτό, που ήταν το πρώτο, όλοι πίστεψαν ότι ο μακάριος Αθανάσιος ευαρέστησε τον Κύριο και συναριθμήθηκε στον χορό των αγίων.
Από το βιβλίο: « ΠΑΤΕΡΙΚΟΝ ΤΩΝ ΣΠΗΛΑΙΩΝ ΤΟΥ ΚΙΕΒΟΥ»
Διηγήσεις από τη ζωή και τα κατορθώματα των οσίων της Κιέβου- Πετσέρσκαγια Λαύρας
Απόδοση από τα ρωσικά
Αρχιμ. Τιμοθέου
Καθηγουμένου Ι. μονής Παρακλήτου
ΈΚΔΟΣΗ Β΄
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΣΤΤΙΚΗΣ 1990
Ο όσιος Αθανάσιος ήταν ένας αγωνιστής μοναχός της Λαύρας των Σπηλαίων, και έζησε σ’ αυτήν πολύχρονη και θεοφιλή ζωή. Μετά από πολλά ασκητικά παλαίσματα και κατορθώματα, γνωστά τα περισσότερα μόνο στο Θεό, εκοιμήθη ειρηνικά. Το σκήνωμά του ετοιμάστηκε από τους πατέρες για την ταφή. Ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο όμως προκάλεσε την καθυστέρηση του ενταφιασμού για δυό ολόκληρες ημέρες.
Τη δεύτερη νύχτα ο ηγούμενος της Λαύρας είδε στον ύπνο του άγγελο Κυρίου που του είπε:
- Ο άνθρωπος του Θεού Αθανάσιος έχει ήδη δυο μέρες άταφος, κι εσύ αδιαφορείς γι’ αυτό;
Έντρομος ο ηγούμενος σηκώθηκε πρωί-πρωί την άλλη μέρα κι έσπευσε με τους αδελφούς να ενταφιάση το νεκρό. Αλλά τι να δουν!
Ο όσιος ήταν ζωντανός! Καθισμένος στο νεκροκρέβατο έκλαιγε πικρά!
Φρίκη και δέος κυρίεψε τους αδελφούς. Για πολλή ώρα στάθηκαν άφωνοι και τρομαγμένοι μπροστά στο απίστευτο θέαμα. Έπειτα ρώτησαν τον Αθανάσιο:
-Αδελφέ , πώς ξαναγύρισες στη ζωή; Πού ήταν η ψυχή σου αυτές τις δύο μέρες; Πού είχες πάει; Τι είδες και τι άκουσες; Πες μας, σε ικετεύουμε!
Εκείνος όμως δεν απαντούσε. Μόνο επαναλάμβανε σταθερά ανάμεσα στους λυγμούς:
- Να σωθήτε, αδελφοί, να σωθήτε!
- Πες μας, αδελφέ, για να μας ωφελήσης! Επέμεναν οι πατέρες.
- Και να σας πω, άραγε θα εφαρμόσετε τις συμβουλές μου;
Με όρκους υποσχέθηκαν οι αδελφοί ότι θα φυλάξουν όλα όσα θα τους έλεγε.
- Ακούστε τότε, είπε ο αναστημένος Αθανάσιος. Τρία πράγματα πρέπει να φυλάξετε για να σωθήτε. Πρώτα, να κάνετε αδιάκριτη υπακοή στον ηγούμενο. Δεύτερο, να μετανοήτε κάθε ώρα και στιγμή για τις αμαρτίες σας. Και τρίτο, να προσεύχεστε στον Κύριό μας και μάλιστα εδώ, στη μετάνοιά σας, και πουθενά αλλού… Αυτά τα τρία αν φυλάξετε, που είναι πάνω απ’ όλες τις αρετές, θα είστε μακάριοι. Για τ’ άλλα μη με ρωτάτε. Και παρακαλώ να με συγχωρέσετε.
Την ίδια κιόλας ημέρα ο θείος Αθανάσιος κλείστηκε στο σπήλαιο του οσίου Αντωνίου. Έζησε εδώ δώδεκα χρόνια ακόμη! Ποτέ δεν βγήκε από τη σκοτεινή τρύπα του. Ποτέ δεν είδε τον ήλιο. Σε κανένα δεν είπε ούτε μία λέξη. Έκλαιγε και προσευχόταν αδιάλειπτα νύχτα και μέρα, όλ’ αυτά τα χρόνια, τρώγοντας μόνο λίγο ψωμί και πίνοντας λίγο νερό μέρα παρά μέρα.
Όταν αισθάνθηκε πως πλησίαζε το τέλος του, ο όσιος κάλεσε όλη την αδελφότητα κι επανέλαβε τις τρεις συμβουλές του. Έπειτα τους αποχαιρέτησε και εκοιμήθη ειρηνικά.
Το τίμιο λείψανό του τοποθετήθηκε στο σπήλαιο της ασκήσεώς του, όπου αποτέλεσε ιάσεις και θαύματα πολλά.
Κάποιος από τους αδελφούς , ονόματι Βαβύλας, έπασχε για πολλά χρόνια από μια βασανιστική και επώδυνη ασθένεια, που τον είχε καθηλώσει στο κρεβάτι. Ενώ ήταν κατάκοπος και βογγούσε από τους πόνους, είδε ξαφνικά να μπαίνη κάποιος με τη μορφή του αοιδίμου Αθανασίου και να του λέει:
- Έλα σε μένα και θα σε θεραπεύσω .
Ο άρρωστος έκανε να του μιλήση, αλλά εκείνος έγινε αμέσως άφαντος.
Ο αδελφός Βαβύλας παρακάλεσε μερικούς πατέρες να τον μεταφέρουν στο λείψανο του οσίου. Έπεσε πάνω του, το αγκάλιασε, και ικέτευσε με δάκρυα τον εκλεκτό του Θεού να μεσιτεύση σ’ Εκείνον για τη θεραπεία του. Αμέσως σηκώθηκε θεραπευμένος!
Μετά από το θαύμα αυτό, που ήταν το πρώτο, όλοι πίστεψαν ότι ο μακάριος Αθανάσιος ευαρέστησε τον Κύριο και συναριθμήθηκε στον χορό των αγίων.
Από το βιβλίο: « ΠΑΤΕΡΙΚΟΝ ΤΩΝ ΣΠΗΛΑΙΩΝ ΤΟΥ ΚΙΕΒΟΥ»
Διηγήσεις από τη ζωή και τα κατορθώματα των οσίων της Κιέβου- Πετσέρσκαγια Λαύρας
Απόδοση από τα ρωσικά
Αρχιμ. Τιμοθέου
Καθηγουμένου Ι. μονής Παρακλήτου
ΈΚΔΟΣΗ Β΄
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΣΤΤΙΚΗΣ 1990
Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011
Αίτια της διαστροφής των παιδιών. Οι παιδοκτόνοι γονείς.
Επομένως από πουθενά αλλού δεν προέρχεται η διαστροφή των παιδιών παρά μόνο από το υπερβολικό ενδιαφέρον για τα βιωτικά. Με το να αποβλέπουν δηλαδή μόνο σε εκείνα και με το να θέλουν να μην ασχοληθούν με τίποτε άλλο, αναγκάζονται να αμελούν μαζί και της δική τους ψυχή τα παιδιά. Αυτούς τους πατέρες –και ας μη νομίση κανείς ότι αυτό που λέω τώρα είναι αποτέλεσμα θυμού-θα τους χαρακτήριζα χειρότερους και από τους ίδιους τους παιδοκτόνους. Διότι εκείνοι χωρίζουν βέβαια το σώμα από την ψυχή , αυτοί όμως φέροντας και το σώμα μαζί με την ψυχή την ρίχνουν στη φωτιά της κολάσεως. Και εκείνο το θάνατο οπωσδήποτε θα τον υποστή, επειδή υπάρχει ο φυσικός νόμος , αυτόν όμως μπορεί και να τον αποφύγη, εάν δεν το οδηγούσε εκεί η αδιαφορία των πατέρων. Επί πλέον το θάνατο του σώματος θα τον εξαφανίση εντελώς όταν έλθη η ανάστασις , την καταστροφή όμως της ψυχής , τίποτε πια δε θα μπορέση να την εξουδετερώση. Διότι δεν την ακολουθεί πια η σωτηρία, αλλά είναι καταδικασμένη να τιμωρήται αιώνια. Ώστε δίκαια θα χαρακτηρίζαμε τους γονείς αυτούς χειρότερους από τους παιδοκτόνους. Διότι δεν είναι το ίδιο να ακονίση κανείς ξίφος και το να οπλίση και να το τοποθετήση στο λαιμό του παιδιού, όσο είναι φοβερό το να καταστρέψη την ψυχή του παιδιού και να την οδηγήση στην απώλεια. Διότι για μας δεν υπάρχει πιο πολύτιμο από την ψυχή.
(Προς τους πολεμούντας τοις επί το μονάζειν ενάγουσιν,
Γ΄ΕΠΕ 27, 456-470.PG 47, 352-356)
Από το βιβλίο: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων Γ΄
«Ο ΓΑΜΟΣ, Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥΣ»
Έκδοσις:
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
(Προς τους πολεμούντας τοις επί το μονάζειν ενάγουσιν,
Γ΄ΕΠΕ 27, 456-470.PG 47, 352-356)
Από το βιβλίο: ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων Γ΄
«Ο ΓΑΜΟΣ, Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥΣ»
Έκδοσις:
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011
Το Ευαγγέλιο της Κυριακής
ΤΟ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
Στιχ: 11-17. ῾Η ἀνάστασις τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας εν Ναῒν.
11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. 12 ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. 13 καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· 14 καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. 15 καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. 16 ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ. 17 καὶ ἐξῆλθεν ὁ λόγος οὗτος ἐν ὅλῃ τῇ ᾿Ιουδαίᾳ περὶ αὐτοῦ καὶ ἐν πάσῃ τῇ περιχώρῳ.
Μετάφραση
11 Και εις τον κατόπιν χρόνον συνέβη να πηγαίνη ο Ιησούς εις κάποιαν πόλιν , που ελέγετο Ναϊν. Και επήγαιναν μαζί του οι μαθηταί του , οι οποίοι ήσαν αρκετοί, και πλήθος λαού πολύ.
12 Μόλις δε επλησίασεν εις την πύλιν της πόλεως, και ιδού έβγαζαν έξω ένα πεθαμένον, που ήτο μονάκριβος υιός εις την μητέρα του, και αυτή ήτο χήρα μη έχουσα κανένα άλλον προστάτην. Και λαός πολύς από την πόλιν ήτο μαζί με αυτήν παρακολουθών την κηδείαν .
13 Και όταν την είδεν ο Ιησούς , την ελυπήθη, και βέβαιος περί του ότι μετ’ ολίγον ο υιός της θα ανεσταίνετο, της είπε∙ Μην κλαις.
14 Και αφού επλησίασεν , ήγγισε το φέρετρον. Εκείνοι δε που το εβάσταζαν, εστάθησαν. Και είπεν ο Ιησούς∙ Νεανίσκε, εις σε ομιλώ∙ σήκω.
15 Και ο νεκρός ανεσηκώθη και εκάθησε ζωντανός επί του φερέτρου και ήρχισε να ομιλή. Και ο Ιησούς τότε τον έδωκεν εις την μητέρα του.
16 Εκυρίευσε δε φόβος όλους, διότι ησθάνοντο την παρουσίαν θείας δυνάμεως εν μέσω της αμαρτωλότητος και αναξιότητος αυτών. Και εδόξαζαν τον Θεόν και έλεγαν, ότι προφήτης μεγάλος ανεφάνη μεταξύ μας και ότι ο Θεός επεσκέφθη τον λαόν του δια να προστατεύση αυτόν.
17 Και διεδόθη η φήμη της αναστάσεως αυτής του υιού της χήρας εις όλην την Ιουδαίαν περί του Ιησού και εις όλας τας γειτονικάς χώρας, που ήσαν τριγύρω από την Ιουδαίαν.
Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΜΕΤΑ ΣΥΝΤΟΜΟΥ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ
ΥΠΟ + ΠΑΝ. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
Έκδοσις πεντηκοστή
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ»
ΑΘΗΝΑΙ 2005
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
Στιχ: 11-17. ῾Η ἀνάστασις τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας εν Ναῒν.
11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. 12 ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. 13 καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· 14 καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. 15 καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. 16 ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ. 17 καὶ ἐξῆλθεν ὁ λόγος οὗτος ἐν ὅλῃ τῇ ᾿Ιουδαίᾳ περὶ αὐτοῦ καὶ ἐν πάσῃ τῇ περιχώρῳ.
Μετάφραση
11 Και εις τον κατόπιν χρόνον συνέβη να πηγαίνη ο Ιησούς εις κάποιαν πόλιν , που ελέγετο Ναϊν. Και επήγαιναν μαζί του οι μαθηταί του , οι οποίοι ήσαν αρκετοί, και πλήθος λαού πολύ.
12 Μόλις δε επλησίασεν εις την πύλιν της πόλεως, και ιδού έβγαζαν έξω ένα πεθαμένον, που ήτο μονάκριβος υιός εις την μητέρα του, και αυτή ήτο χήρα μη έχουσα κανένα άλλον προστάτην. Και λαός πολύς από την πόλιν ήτο μαζί με αυτήν παρακολουθών την κηδείαν .
13 Και όταν την είδεν ο Ιησούς , την ελυπήθη, και βέβαιος περί του ότι μετ’ ολίγον ο υιός της θα ανεσταίνετο, της είπε∙ Μην κλαις.
14 Και αφού επλησίασεν , ήγγισε το φέρετρον. Εκείνοι δε που το εβάσταζαν, εστάθησαν. Και είπεν ο Ιησούς∙ Νεανίσκε, εις σε ομιλώ∙ σήκω.
15 Και ο νεκρός ανεσηκώθη και εκάθησε ζωντανός επί του φερέτρου και ήρχισε να ομιλή. Και ο Ιησούς τότε τον έδωκεν εις την μητέρα του.
16 Εκυρίευσε δε φόβος όλους, διότι ησθάνοντο την παρουσίαν θείας δυνάμεως εν μέσω της αμαρτωλότητος και αναξιότητος αυτών. Και εδόξαζαν τον Θεόν και έλεγαν, ότι προφήτης μεγάλος ανεφάνη μεταξύ μας και ότι ο Θεός επεσκέφθη τον λαόν του δια να προστατεύση αυτόν.
17 Και διεδόθη η φήμη της αναστάσεως αυτής του υιού της χήρας εις όλην την Ιουδαίαν περί του Ιησού και εις όλας τας γειτονικάς χώρας, που ήσαν τριγύρω από την Ιουδαίαν.
Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΜΕΤΑ ΣΥΝΤΟΜΟΥ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ
ΥΠΟ + ΠΑΝ. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
Έκδοσις πεντηκοστή
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ»
ΑΘΗΝΑΙ 2005
Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011
Τα σχόλια και οι κρίσεις των ανθρώπων. Η ανάγκη καλού πνευματικού οδηγού.
Η ΧΑΡΗ του Θεού να ‘ναι μαζί σου!
“Με κουτσομπολεύουν”, γράφεις.
Καταλαβαίνω πώς αισθάνεσαι. Πόσο καυστική είναι η φωτιά της γλώσσας και πόσο καχύποπτο το μάτι του ανθρώπου! Γι’ αυτό και ο άγιος Δαβίδ στους Ψαλμούς του συχνά και εγκάρδια ικετεύει τον Θεό να τον λυτρώσει από την ανθρώπινη κακογλωσσιά.
Πού θα βρεις παρηγοριά και στήριγμα; Στη μαρτυρία της συνειδήσεώς σου. Κράτα μέσα σου την επίγνωση της ορθότητας των πράξεών σου ενώπιον του Θεού και των σοβαρών ανθρώπων. Έτσι θ’ αντιμετωπίσεις θαρραλέα τα λόγια του κόσμου, όποια κι αν είναι αυτά. Ταυτόχρονα , όμως, να φέρεσαι σε όλους φυσιολογικά, σαν να μην έχεις ακούσει τίποτε από τα κουτσομπολιά τους.
Είναι αδύνατο να αγνοήσεις εντελώς το τι λένε ή τι μπορεί να πουν οι άνθρωποι. Γενικά, το πιο συνετό θα είναι να μην προκαλείς σχόλια και αντιδράσεις. Δεν πρέπει ωστόσο, για την αποφυγή των αντιδράσεων να φτάνεις ως το σημείο να αθετείς τις θείες εντολές και να παραιτείσαι από την πνευματική ζωή.
Γιατί, όμως, σε σχολιάζουν; Μήπως έδωσες καμιάν αφορμή; Ίσως το ταξίδι σου στον Άγιο Στέργιο; Αλλά αυτό δεν το κοινολόγησες. Ήσουν, άλλωστε, μαζί με συγγενείς σου. Μήπως το ότι πηγαίνεις στην Εκκλησία κάθε Κυριακή και εορτή; Αλλά αυτό το κάνουν όλοι οι αληθινοί χριστιανοί. Εκτάκτως μόνο και για πολύ σοβαρούς λόγους – « δι’ ευλόγους αιτίας » -μπορούν να απουσιάσουν από τη λατρευτική σύναξη, χωρίς να θεωρηθούν ράθυμοι, αμελείς, ψεύτικοι χριστιανοί. Οι άγιοι πατέρες της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, μάλιστα, παραγγέλλουν να αποκόπτεται από το σώμα της Εκκλησίας όποιος χωρίς σοβαρό λόγο δεν εκκλησιάζεται για τρεις συνεχείς Κυριακές.
Μη μιμείσαι τις κακές συνήθειες των μεγαλοαστών κυριών της Μόσχας και μην ακούς τα ανόητα λόγια τους. Αυτό είναι το σήμερα∙ το αύριο είναι ο θάνατος. Ο θάνατος δεν έχει σε καμίαν υπόληψη τις κομψές γυναίκες∙ τις παίρνει σβάρνα και αυτές. Και μετά το θάνατο υπάρχει η λογοδοσία. Στο φοβερό βήμα του Χριστού δεν περνάει η εξυπνάδα των μεγαλοαστών κυριών.
Μη συγχύζεσαι, λοιπόν, από οποιαδήποτε λόγια. Απλώς κάνε ό,τι μπορείς για να μην τα προκαλείς. Αν, ωστόσο, δεν καταφέρεις να τα αποτρέψεις, αγνόησέ τα. Όπως σου είπα, η μαρτυρία της συνειδήσεώς σου ενώπιον του Θεού είναι αρκετή για την παρηγοριά και την ενθάρρυνσή σου. Και όλος ο κόσμος να σε κατακρίνει, σε καμία περίπτωση δεν είσαι ένοχη, αν ο Θεός σε δικαιώνει μέσα στη συνείδηση. Για τον αθώο άνθρωπο οι άδικες επικρίσεις είναι σαν τα μαύρα σύννεφα, που μαζεύονται για λίγο από πάνω του, μα σύντομα διαλύονται και χάνονται, χωρίς να δίνουν βροχή. Έτσι χάνονται και τα ανθρώπινα λόγια. Ύστερ’ από κάμποσο καιρό κανένας δεν τα θυμάται πια. Το ίδιο θα συμβεί , πιστεύω, και στη δική σου περίπτωση. Το εύχομαι ολόψυχα. Επαναλαμβάνω: Να φέρεσαι φυσιολογικά, όπως πάντα, σαν να μην καταλαβαίνεις τίποτα.
Οι σκληρές ασκήσεις δεν ταιριάζουν στον δικό σου τρόπο ζωής. Στη θέση τους βάλε το φόβο του Θεού και τη μνήμη του θανάτου. Αυτά τα δύο θα σε διδάξουν τα πάντα.
Γράφε μου ό,τι σκέφτεσαι. Η κρυψίνοια στην καθημερινή ζωή δεν είναι πάντα κακό πράγμα, στην πνευματική ζωή, όμως, είναι το πιο επικίνδυνο. Απαιτείται να έχεις κάποιον καλό σύμβουλο , τόσο για τοα βιοτικά όσο και, πολύ περισσότερο, για τα πνευματικά σου προβλήματα. Υπάρχουν γύρω μας και μέσα μας πονηρές δυνάμεις, οι οποίες, πείθοντάς μας ότι έχουμε διάφορες φανταστικές αρετές, μας κατευθύνουν σε δραστηριότητες μάταιες ή βλαπτικές και μας οδηγούν στην σύγχυση και στην πλάνη. Ο εχθρός βρίσκεται πολύ κοντά μας και τα θέλει όλα δικά του! Με πολλά μέσα μπορείς να τον πολεμήσεις και πρώτα-πρώτα με την ίδια σου τη λογική. Μην κάνεις αμέσως ό,τι σου φαίνεται καλό. Εξέταζέ το με επιμέλεια, πριν ενεργήσεις . Με την εξέταση αυτή οι δόλιοι σκοποί του εχθρού εύκολα αποκαλύπτονται. Δυστυχώς, όμως, η λογική δεν λειτουργεί πάντα. Διαταράσσεται, μπερδεύεται και σκοτίζεται από τις υπερβολές του εχθρού. Γι’ αυτό γράφε μου, όπως είπαμε. και γράφε μου τα πάντα. Αν μπορούσες να βρεις εκεί κάποιον καλό πνευματικό σύμβουλο και καθοδηγό, θα μπορούσες να συζητάς μαζί του πιο συχνά.
Ο Κύριος να σε ελεήσει και να σε σώσει! Όσο ζεις, να διδάσκεσαι.
Πρόσεχε τον εαυτό σου. Τα λάθη σου θα σε βοηθούν να διορθώνεσαι.
«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
ΕΚΔΟΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ 2000
“Με κουτσομπολεύουν”, γράφεις.
Καταλαβαίνω πώς αισθάνεσαι. Πόσο καυστική είναι η φωτιά της γλώσσας και πόσο καχύποπτο το μάτι του ανθρώπου! Γι’ αυτό και ο άγιος Δαβίδ στους Ψαλμούς του συχνά και εγκάρδια ικετεύει τον Θεό να τον λυτρώσει από την ανθρώπινη κακογλωσσιά.
Πού θα βρεις παρηγοριά και στήριγμα; Στη μαρτυρία της συνειδήσεώς σου. Κράτα μέσα σου την επίγνωση της ορθότητας των πράξεών σου ενώπιον του Θεού και των σοβαρών ανθρώπων. Έτσι θ’ αντιμετωπίσεις θαρραλέα τα λόγια του κόσμου, όποια κι αν είναι αυτά. Ταυτόχρονα , όμως, να φέρεσαι σε όλους φυσιολογικά, σαν να μην έχεις ακούσει τίποτε από τα κουτσομπολιά τους.
Είναι αδύνατο να αγνοήσεις εντελώς το τι λένε ή τι μπορεί να πουν οι άνθρωποι. Γενικά, το πιο συνετό θα είναι να μην προκαλείς σχόλια και αντιδράσεις. Δεν πρέπει ωστόσο, για την αποφυγή των αντιδράσεων να φτάνεις ως το σημείο να αθετείς τις θείες εντολές και να παραιτείσαι από την πνευματική ζωή.
Γιατί, όμως, σε σχολιάζουν; Μήπως έδωσες καμιάν αφορμή; Ίσως το ταξίδι σου στον Άγιο Στέργιο; Αλλά αυτό δεν το κοινολόγησες. Ήσουν, άλλωστε, μαζί με συγγενείς σου. Μήπως το ότι πηγαίνεις στην Εκκλησία κάθε Κυριακή και εορτή; Αλλά αυτό το κάνουν όλοι οι αληθινοί χριστιανοί. Εκτάκτως μόνο και για πολύ σοβαρούς λόγους – « δι’ ευλόγους αιτίας » -μπορούν να απουσιάσουν από τη λατρευτική σύναξη, χωρίς να θεωρηθούν ράθυμοι, αμελείς, ψεύτικοι χριστιανοί. Οι άγιοι πατέρες της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, μάλιστα, παραγγέλλουν να αποκόπτεται από το σώμα της Εκκλησίας όποιος χωρίς σοβαρό λόγο δεν εκκλησιάζεται για τρεις συνεχείς Κυριακές.
Μη μιμείσαι τις κακές συνήθειες των μεγαλοαστών κυριών της Μόσχας και μην ακούς τα ανόητα λόγια τους. Αυτό είναι το σήμερα∙ το αύριο είναι ο θάνατος. Ο θάνατος δεν έχει σε καμίαν υπόληψη τις κομψές γυναίκες∙ τις παίρνει σβάρνα και αυτές. Και μετά το θάνατο υπάρχει η λογοδοσία. Στο φοβερό βήμα του Χριστού δεν περνάει η εξυπνάδα των μεγαλοαστών κυριών.
Μη συγχύζεσαι, λοιπόν, από οποιαδήποτε λόγια. Απλώς κάνε ό,τι μπορείς για να μην τα προκαλείς. Αν, ωστόσο, δεν καταφέρεις να τα αποτρέψεις, αγνόησέ τα. Όπως σου είπα, η μαρτυρία της συνειδήσεώς σου ενώπιον του Θεού είναι αρκετή για την παρηγοριά και την ενθάρρυνσή σου. Και όλος ο κόσμος να σε κατακρίνει, σε καμία περίπτωση δεν είσαι ένοχη, αν ο Θεός σε δικαιώνει μέσα στη συνείδηση. Για τον αθώο άνθρωπο οι άδικες επικρίσεις είναι σαν τα μαύρα σύννεφα, που μαζεύονται για λίγο από πάνω του, μα σύντομα διαλύονται και χάνονται, χωρίς να δίνουν βροχή. Έτσι χάνονται και τα ανθρώπινα λόγια. Ύστερ’ από κάμποσο καιρό κανένας δεν τα θυμάται πια. Το ίδιο θα συμβεί , πιστεύω, και στη δική σου περίπτωση. Το εύχομαι ολόψυχα. Επαναλαμβάνω: Να φέρεσαι φυσιολογικά, όπως πάντα, σαν να μην καταλαβαίνεις τίποτα.
Οι σκληρές ασκήσεις δεν ταιριάζουν στον δικό σου τρόπο ζωής. Στη θέση τους βάλε το φόβο του Θεού και τη μνήμη του θανάτου. Αυτά τα δύο θα σε διδάξουν τα πάντα.
Γράφε μου ό,τι σκέφτεσαι. Η κρυψίνοια στην καθημερινή ζωή δεν είναι πάντα κακό πράγμα, στην πνευματική ζωή, όμως, είναι το πιο επικίνδυνο. Απαιτείται να έχεις κάποιον καλό σύμβουλο , τόσο για τοα βιοτικά όσο και, πολύ περισσότερο, για τα πνευματικά σου προβλήματα. Υπάρχουν γύρω μας και μέσα μας πονηρές δυνάμεις, οι οποίες, πείθοντάς μας ότι έχουμε διάφορες φανταστικές αρετές, μας κατευθύνουν σε δραστηριότητες μάταιες ή βλαπτικές και μας οδηγούν στην σύγχυση και στην πλάνη. Ο εχθρός βρίσκεται πολύ κοντά μας και τα θέλει όλα δικά του! Με πολλά μέσα μπορείς να τον πολεμήσεις και πρώτα-πρώτα με την ίδια σου τη λογική. Μην κάνεις αμέσως ό,τι σου φαίνεται καλό. Εξέταζέ το με επιμέλεια, πριν ενεργήσεις . Με την εξέταση αυτή οι δόλιοι σκοποί του εχθρού εύκολα αποκαλύπτονται. Δυστυχώς, όμως, η λογική δεν λειτουργεί πάντα. Διαταράσσεται, μπερδεύεται και σκοτίζεται από τις υπερβολές του εχθρού. Γι’ αυτό γράφε μου, όπως είπαμε. και γράφε μου τα πάντα. Αν μπορούσες να βρεις εκεί κάποιον καλό πνευματικό σύμβουλο και καθοδηγό, θα μπορούσες να συζητάς μαζί του πιο συχνά.
Ο Κύριος να σε ελεήσει και να σε σώσει! Όσο ζεις, να διδάσκεσαι.
Πρόσεχε τον εαυτό σου. Τα λάθη σου θα σε βοηθούν να διορθώνεσαι.
«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
ΕΚΔΟΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ 2000
Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011
Αυτοί που εργάσθηκαν στην Εκκλησία χωρίς καθέδρες και πτυχία.
Ο κυρ-Ηλίας ο μπαλωματής
Ο γέροντας Αμφιλόχιος πάντα μας παρώτρυνε σε ιεραποστολικούς αγώνες:
-Οι γείτονες Τούρκοι, οι περισσότεροι είναι αδελφοί μας εξωμότες. Δεν πρέπει να τους αφήσουμε στον χαμό του μωαμεθανισμού. Να έχουμε και το σχήμα των μοναχών και την ιερωσύνη. Παράλληλα να επιδοθούμε σε διάφορα ταπεινά επαγγέλματα –κτίστες, μαραγκοί, σαμαράδες, ράπτες, τσαγκάρηδες, ρολογάδες-και να περάσουμε στην Μικρά Ασία ζητούντες τάχατες καλύτερη τύχη. Με το πρόσχημα αυτό εξηγούμε στον φτωχό πελάτη την πίστη των πατέρων του. Ίσως σας φαίνονται δύσκολα μέχρι ακατόρθωτα, αλλά, αν δεν επιτείνουμε τις προσπάθειες, αυτά τα ταπεινά επαγγέλματα θα τα χρησιμοποιήσουν άλλοι, για να διαστρέψουν την πίστη του λαού. Πιστεύσατέ με πως πίσω από τα μικρά κρύβονται μεγάλα, ενώ πίσω από τα μεγάλα δεν υπάρχει πολλές φορές τίποτες. Μη ξεχνάτε πως το λίγο κρασί του Οδυσσέα τύφλωσε τον Κύκλωπα.
Πράγματι, η αυγουλού στην λαϊκή διδάσκει τον δικό της Θεό, τον Ιεχωβά. Ο ξενοδοχειακός υπάλληλος προσφέρει καφέ στους πελάτες και τους ανοίγει συζήτηση για την πίστη των ευαγγελικών. Εκεί όμως που διαπίστωσα πως τα όνειρα του Γέροντα δεν είναι ουτοπία, αλλά πραγματικότητα, ήταν στην φοιτητική μου γειτονιά, στην Ακαδημία Πλάτωνος των Αθηνών. Κάθε Κυριακή και μικρογιορτή ο κυρ-Ηλίας πρώτος στην εκκλησία, πάντα όρθιος και με την καλή αλλοίωση στο πρόσωπό του. Έλεγα καθ’ εαυτόν: «Νεωκόρος , επίτροπος ή ευλαβής είναι;».
Στην γιορτή της ανακομιδής των λειψάνων του αγίου Γεωργίου, στις 3 Νοεμβρίου , ο παπα-Γιώργης , που διέθετε κάποια παιδεία ως απόφοιτος Ριζαρείου , απηύθυνε στο εκκλησίασμα λίγα λόγια. Εντελώς απερίσκεπτα είπε πως το αίμα του αγίου Γεωργίου μας καθαρίζει από την αμαρτία. Εξανέστη ο κυρ-Ηλίας: «Ούτε τον ίδιο δεν έσωσε. Μόνο το αίμα του Ιησού Χριστού μας καθαρίζει από κάθε αμαρτία». Τότε σκέφθηκα: «Ο κυρ-Ηλίας είναι απλώς ενορίτης και όχι κάποιος υπηρέτης του ναού» και άρχισα να το ψάχνω το πράγμα.
Τελικά ήταν ο μπαλωματής της γειτονιάς. Είχε ένα πολύ μικρό μαγαζί και διώρθωνε παπούτσια παλιά. Παρατήρησα την φτωχολογιά να μπαινοβγαίνει στο μαγαζάκι του κυρ-Ηλία όπως σε σημερινό σούπερ-μάρκετ, και το απόβραδο γύρω από τον πάγκο, από την μέσα μεριά τον κυρ-Ηλία με την άσπρη του ποδιά να ράβη παπούτσια κι από την άλλη πέντ’-έξι άνδρες να ακροάζωνται ανάγνωση. Λέγω: «Δεν πάει άλλο. Πρέπει το βράδυ με κάποια παπούτσια για διόρθωση ν’ ακούσω τι μελετούνε». Πράγματι, ένας ηλικιωμένος θεολόγος διάβαζε κι εξηγούσε την Φιλοκαλίαν σ’ αυτούς τους φιλόκαλους ανθρώπους. Την άλλη μέρα μαζί με τα διωρθωμένα υποδήματα συνεχάρην τον μπαλωματή για την συντροφιά του.
- Αφού δεν μας δίνει η Εκκλησία τους θησαυρούς της, θ’ απλώσουμε εμείς οι λαϊκοί βέβηλα χέρια να τους αρπάξουμε.
Ρώτησα στην γειτονιά:
- Τι εστί κυρ-Ηλίας;
Και μου απήντησαν:
- Ο πνευματικός μας. Στις δυσκολίες μας σ’ αυτόν προστρέχουμε.
Δεν ξεύρω το τέλος του, αλλά σίγουρα θα πάσχασε στην βασιλεία των ουρανών, γιατί των τοιούτων εστί , σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας.
Από το βιβλίο: « Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Α΄ έκδοση Σεπτέμβριος 2010
Ιερά Μονή Δοχειαρίου ,
ΆΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Ο γέροντας Αμφιλόχιος πάντα μας παρώτρυνε σε ιεραποστολικούς αγώνες:
-Οι γείτονες Τούρκοι, οι περισσότεροι είναι αδελφοί μας εξωμότες. Δεν πρέπει να τους αφήσουμε στον χαμό του μωαμεθανισμού. Να έχουμε και το σχήμα των μοναχών και την ιερωσύνη. Παράλληλα να επιδοθούμε σε διάφορα ταπεινά επαγγέλματα –κτίστες, μαραγκοί, σαμαράδες, ράπτες, τσαγκάρηδες, ρολογάδες-και να περάσουμε στην Μικρά Ασία ζητούντες τάχατες καλύτερη τύχη. Με το πρόσχημα αυτό εξηγούμε στον φτωχό πελάτη την πίστη των πατέρων του. Ίσως σας φαίνονται δύσκολα μέχρι ακατόρθωτα, αλλά, αν δεν επιτείνουμε τις προσπάθειες, αυτά τα ταπεινά επαγγέλματα θα τα χρησιμοποιήσουν άλλοι, για να διαστρέψουν την πίστη του λαού. Πιστεύσατέ με πως πίσω από τα μικρά κρύβονται μεγάλα, ενώ πίσω από τα μεγάλα δεν υπάρχει πολλές φορές τίποτες. Μη ξεχνάτε πως το λίγο κρασί του Οδυσσέα τύφλωσε τον Κύκλωπα.
Πράγματι, η αυγουλού στην λαϊκή διδάσκει τον δικό της Θεό, τον Ιεχωβά. Ο ξενοδοχειακός υπάλληλος προσφέρει καφέ στους πελάτες και τους ανοίγει συζήτηση για την πίστη των ευαγγελικών. Εκεί όμως που διαπίστωσα πως τα όνειρα του Γέροντα δεν είναι ουτοπία, αλλά πραγματικότητα, ήταν στην φοιτητική μου γειτονιά, στην Ακαδημία Πλάτωνος των Αθηνών. Κάθε Κυριακή και μικρογιορτή ο κυρ-Ηλίας πρώτος στην εκκλησία, πάντα όρθιος και με την καλή αλλοίωση στο πρόσωπό του. Έλεγα καθ’ εαυτόν: «Νεωκόρος , επίτροπος ή ευλαβής είναι;».
Στην γιορτή της ανακομιδής των λειψάνων του αγίου Γεωργίου, στις 3 Νοεμβρίου , ο παπα-Γιώργης , που διέθετε κάποια παιδεία ως απόφοιτος Ριζαρείου , απηύθυνε στο εκκλησίασμα λίγα λόγια. Εντελώς απερίσκεπτα είπε πως το αίμα του αγίου Γεωργίου μας καθαρίζει από την αμαρτία. Εξανέστη ο κυρ-Ηλίας: «Ούτε τον ίδιο δεν έσωσε. Μόνο το αίμα του Ιησού Χριστού μας καθαρίζει από κάθε αμαρτία». Τότε σκέφθηκα: «Ο κυρ-Ηλίας είναι απλώς ενορίτης και όχι κάποιος υπηρέτης του ναού» και άρχισα να το ψάχνω το πράγμα.
Τελικά ήταν ο μπαλωματής της γειτονιάς. Είχε ένα πολύ μικρό μαγαζί και διώρθωνε παπούτσια παλιά. Παρατήρησα την φτωχολογιά να μπαινοβγαίνει στο μαγαζάκι του κυρ-Ηλία όπως σε σημερινό σούπερ-μάρκετ, και το απόβραδο γύρω από τον πάγκο, από την μέσα μεριά τον κυρ-Ηλία με την άσπρη του ποδιά να ράβη παπούτσια κι από την άλλη πέντ’-έξι άνδρες να ακροάζωνται ανάγνωση. Λέγω: «Δεν πάει άλλο. Πρέπει το βράδυ με κάποια παπούτσια για διόρθωση ν’ ακούσω τι μελετούνε». Πράγματι, ένας ηλικιωμένος θεολόγος διάβαζε κι εξηγούσε την Φιλοκαλίαν σ’ αυτούς τους φιλόκαλους ανθρώπους. Την άλλη μέρα μαζί με τα διωρθωμένα υποδήματα συνεχάρην τον μπαλωματή για την συντροφιά του.
- Αφού δεν μας δίνει η Εκκλησία τους θησαυρούς της, θ’ απλώσουμε εμείς οι λαϊκοί βέβηλα χέρια να τους αρπάξουμε.
Ρώτησα στην γειτονιά:
- Τι εστί κυρ-Ηλίας;
Και μου απήντησαν:
- Ο πνευματικός μας. Στις δυσκολίες μας σ’ αυτόν προστρέχουμε.
Δεν ξεύρω το τέλος του, αλλά σίγουρα θα πάσχασε στην βασιλεία των ουρανών, γιατί των τοιούτων εστί , σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας.
Από το βιβλίο: « Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Α΄ έκδοση Σεπτέμβριος 2010
Ιερά Μονή Δοχειαρίου ,
ΆΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Μέσα στο Εργαστήριο του διαβόλου
«Η αγία Αγνή καταδικάσθηκε να κλεισθεί σε οίκον ανοχής. Εκεί όμως όσοι την πλησίαζαν μούδιαζαν και η σαρκική τους όρεξη έσβηνε και έπεφταν κάτω σαν νεκροί… Ένας υπερήφανος τύπος την πλησίασε με πολλή θρασύτητα , αλλ’ ω του θαύματος, έπεσε αμέσως κάτω νεκρός!
Ο άρχοντας , εξοργισμένος, την ρώτησε:
- Πες μου πώς θανάτωσες τον νεανίσκο; Και εκείνη του είπε:
- Όταν διέταξες να με ατιμάσουν, ενώ με οδηγούσαν στο πορνοστάσιο, με ακολούθησε ένας λευκοφορεμένος νέος, ο οποίος μπήκε μαζί μου στο εργαστήριο του διαβόλου και έμενε δίπλα μου. Αυτός ενέκρωνε την σαρκική επιθυμία όσων με πλησίαζαν και αυτός θανάτωσε τον νέο, πριν ακόμη αυτός με ακουμπήσει…
- Και ποιος είναι εκείνος που σε βοήθησε; Και η Αγία είπε:
- O Κύριός μου και Θεός μου έστειλε τον Άγγελον και με προστάτευσε από κάθε ατίμωση»
( Συναξάρι 21 Ιανουαρίου ) .
Οι οίκοι ανοχής είναι χώροι καταδίκης! Όσοι επισκέπτονται τους χώρους αυτούς έχουν την εντύπωση ότι είναι «απελευθερωμένοι». Στην πραγματικότητα όμως είναι δούλοι των παθών τους και επομένως ανελεύθεροι άνθρωποι.
Οι οίκοι ανοχής είναι εργαστήρια του διαβόλου. Την επίσκεψη στους χώρους αυτούς διευκολύνει ασφαλώς η αλλοτρίωση της συνείδησής τους, ωστόσο τους ενθαρρύνει και ο διάβολος, ο οποίος ενδιαφέρεται να πολλαπλασιάζει τους δεσμίους του.
Στην περίπτωση της αγίας Αγνής, τα πράγματα λειτούργησαν διαφορετικά. Η Αγία καταδικάσθηκε και κλείσθηκε α κ ο ύ σ ι α σε οίκο ανοχής. Διατηρώντας ελεύθερη τη συνείδησή της, ήταν μια ελεύθερη ύπαρξη μέσα στον οίκο της καταδίκης της.
Την εν Χριστώ ελευθερία της την προστάτευε ο ίδιος ο Χριστός, με τον Άγγελό του. Ο Χριστός πραγματώνει τις δικές μας επιλογές και αποφάσεις. Και μέσα ακόμη στη φωτιά αν ρίξουν τον πιστό, ο Χριστός θα τον διασώσει .
Την είσοδο στους χώρους της αμαρτίας διευκολύνει βέβαια ο διάβολος, εμποδίζει όμως ο Χριστός. Ο διάβολος διευκολύνει τους ανθρώπους να αμαρτάνουν. Ο Χριστός όμως προστατεύει τους δικούς του από τις παγίδες του διαβόλου. Εάν ο διάβολος , που είναι εχθρός του ανθρώπου στήνει ομορφοστολισμένες παγίδες για να τον διευκολύνει στην αμαρτία, ο Χριστός που είναι φίλος και σύμμαχος του πιστού ανθρώπου έρχεται και τον σώζει από τα δόντια του λύκου. « Η ψυχή ημών ως στρουθίον ερρύσθη εκ της παγίδος των θηρευόντων», ομολογούσε ο Δαβίδ ( Ψαλμ. 123, 7 ) .
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Ο άρχοντας , εξοργισμένος, την ρώτησε:
- Πες μου πώς θανάτωσες τον νεανίσκο; Και εκείνη του είπε:
- Όταν διέταξες να με ατιμάσουν, ενώ με οδηγούσαν στο πορνοστάσιο, με ακολούθησε ένας λευκοφορεμένος νέος, ο οποίος μπήκε μαζί μου στο εργαστήριο του διαβόλου και έμενε δίπλα μου. Αυτός ενέκρωνε την σαρκική επιθυμία όσων με πλησίαζαν και αυτός θανάτωσε τον νέο, πριν ακόμη αυτός με ακουμπήσει…
- Και ποιος είναι εκείνος που σε βοήθησε; Και η Αγία είπε:
- O Κύριός μου και Θεός μου έστειλε τον Άγγελον και με προστάτευσε από κάθε ατίμωση»
( Συναξάρι 21 Ιανουαρίου ) .
Οι οίκοι ανοχής είναι χώροι καταδίκης! Όσοι επισκέπτονται τους χώρους αυτούς έχουν την εντύπωση ότι είναι «απελευθερωμένοι». Στην πραγματικότητα όμως είναι δούλοι των παθών τους και επομένως ανελεύθεροι άνθρωποι.
Οι οίκοι ανοχής είναι εργαστήρια του διαβόλου. Την επίσκεψη στους χώρους αυτούς διευκολύνει ασφαλώς η αλλοτρίωση της συνείδησής τους, ωστόσο τους ενθαρρύνει και ο διάβολος, ο οποίος ενδιαφέρεται να πολλαπλασιάζει τους δεσμίους του.
Στην περίπτωση της αγίας Αγνής, τα πράγματα λειτούργησαν διαφορετικά. Η Αγία καταδικάσθηκε και κλείσθηκε α κ ο ύ σ ι α σε οίκο ανοχής. Διατηρώντας ελεύθερη τη συνείδησή της, ήταν μια ελεύθερη ύπαρξη μέσα στον οίκο της καταδίκης της.
Την εν Χριστώ ελευθερία της την προστάτευε ο ίδιος ο Χριστός, με τον Άγγελό του. Ο Χριστός πραγματώνει τις δικές μας επιλογές και αποφάσεις. Και μέσα ακόμη στη φωτιά αν ρίξουν τον πιστό, ο Χριστός θα τον διασώσει .
Την είσοδο στους χώρους της αμαρτίας διευκολύνει βέβαια ο διάβολος, εμποδίζει όμως ο Χριστός. Ο διάβολος διευκολύνει τους ανθρώπους να αμαρτάνουν. Ο Χριστός όμως προστατεύει τους δικούς του από τις παγίδες του διαβόλου. Εάν ο διάβολος , που είναι εχθρός του ανθρώπου στήνει ομορφοστολισμένες παγίδες για να τον διευκολύνει στην αμαρτία, ο Χριστός που είναι φίλος και σύμμαχος του πιστού ανθρώπου έρχεται και τον σώζει από τα δόντια του λύκου. « Η ψυχή ημών ως στρουθίον ερρύσθη εκ της παγίδος των θηρευόντων», ομολογούσε ο Δαβίδ ( Ψαλμ. 123, 7 ) .
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011
Μικρή επιστολιμαία πραγματεία περί νοεράς προσευχής
Επιστολή
Αγαπητόν τέκνον εν Χριστώ Ν.,
χαίρετε εν Κυρίω.
Έλαβα την επιστολή σου και χάρηκα ιδιαιτέρως για τις ερωτήσεις σου και το ενδιαφέρον σου περί νοεράς προσευχής.
Θα προσπαθήσω να σου απαντήσω, εκ πείρας μου απ’ όσα εγεύτηκα ο ίδιος, όσα χρόνια αξιώθηκα στην υπακοήν και καθοδήγησιν του αγίου μου Γέροντα Ιωσήφ και όσα άλλα χρόνια ασκήτευα μόνος μου, αλλά και με συνοδεία κατόπιν μοναχών.
α) Ρωτάς αν η νερά προσευχή είναι για όλους τους χριστιανούς ή μόνο για τους μοναχούς.
Απ’ ό, τι γράφουν οι άγιοι πατέρες , αλλά και από την πείρα ως πνευματικός, λέγομεν ότι η νοερά προσευχή είναι για όλους τους χριστιανούς. Όχι όμως εννοώ και για τους αιρετικούς. Ακόμα πιο χειρότερα για τους αλλόθρησκους. Να εξηγήσω και το γιατί. Ο άνθρωπος πριν βαπτιστεί, με την παράβασιν του Αδάμ έδιωξεν από μέσα του την χάριν. Η χάρις ξανάρχεται μέσα μας με το άγιο βάπτισμα. Αλλά πώς είναι δυνατόν χωρίς Την χάριν του βαπτίσματος να βρης μέσα σου τον Θεόν;
Όμως και η μέθοδος που μεταχειρίζονται οι αλλόθρησκοι είναι πλανεμένη.
Επέρασεν πρόσφατα ένας δικός μας ( Έλληνας) από την Γερμανία. Εζήτησε να μιλήσουμε για την νοεράν προσευχήν. Τον εδέχτηκα. Μου λέει:
- Είμαι κι εγώ πάτερ μυστικιστής, σαν κι εσάς.
- Βρε λέω˙ εσύ μυστικισμόν; Και πού τον έμαθες;
- Είμαι χρόνια τώρα στην Γερμανία. Εκεί εγνώρισα κι άλλες θρησκείες. Έχουν κι αυτοί πολλά παρόμοια μ’ εμάς. Εκείνο που μου άρεσε πιο πολύ, αυτοσυγκεντρώνονται στην προσευχή. Και το σπουδαίο, έρχονται σε εκστάσεις και θεωρίες, όπως τον Απ. Παύλον.
- Βρε, λέω, μακρυά˙ μη πιστεύεις ˙ είναι πλανεμένοι.
- Όχι, πάτερ, αφού κι εγώ ασχολήθηκα κι έχω ο ίδιος πείραν.
Όχι ότι επείστηκα, αλλά από περιέργειαν ερώτησα:
- Για πες μου, τι αυτοσυγκέντρωσις είναι τούτη που κάμνεις;
- Κάθομαι κάτω με τα πόδια σταυρωτά και γυρίζω το κεφάλι στον ουρανόν. Εδώ κατάλαβα ότι τον ίδιον Θεόν πιστεύουμεν όλος ο κόσμος. Οι Ινδουιστές παρακαλούν τον Θεόν τους˙ οι βουδιστές το ίδιο. Εμείς μπορούμε να παρακαλούμε τον Χριστό.
- Και πώς παρακαλάτε, αν επιτρέπεται;
- Α, λέει, εδώ είναι το μυστικό. Εσείς δεν το ξέρετε. Φαντάζεσαι με τον νου σου, ότι πετάς μέχρι τους ουρανούς. Ότι βλέπεις αγγέλους να πετούν. Βλέπεις χρυσά παλάτια, φώτα, λάμψιν κλπ. Και τέλος βλέπεις τον Χριστόν ολόφωτον, να κάθεται σ’ ένα πύρινο θρόνο. Συγκεντρώνουμε όλη μας την προσοχή σ’ αυτά που φανταζόμαστε .
- Βρε ,πλανεμένε, του λέω˙ εσύ μ’ αυτά θα χάσης και το μυαλό σου˙ έτσι προσεύχονται;
- Ε, στάσου να θαυμάσης, και τότε να κατηγοράς. Αφού βιάσουμε την φαντασία μας όσο μπορούμε, ωπ˙ βγαίνουμε απ’ αυτήν τη σφαίρα. Κατόπιν, αυτά όλα που φανταζόμασταν, τώρα τα βλέπουμε. Ξέρεις τί θα πη να βλέπης τον Χριστόν , τους αγγέλους, τους αγίους και πολλά άλλα θαυμαστά!
Του λέω:
- Θέλεις παιδί μου να με ακούσης; Παράτα τα όλα αυτά, για να μην χάσης και το μυαλό σου. Εμείς για να βρούμε τον Χριστό μέσα μας, κλείνομεν όλες τες πόρτες της φαντασίας. Με την φαντασίαν ανοίγεις όλες τις πόρτες του σατανά. Διαβάζεις Αγίαν Γραφήν; Πιστεύεις ότι έχει εξουσίαν να παρουσιαστή σαν άγγελος φωτός ή ακόμα και σαν αυτόν τον Χριστόν;
- Μα δεν πιστεύεις; Σας είπα˙ εμείς βλέπουμε τον Χριστό με τα μάτια. Όχι στον ύπνον. Ακόμα και τον Βούδα μια φορά είδα. Είναι μεγάλος, αλλά όχι σαν τον Χριστό.
Τον λυπήθηκα ˙ του λέω:
- Ρε παιδί μου, κρίμα˙ σε κοροϊδεύει ο σατανάς. Θα χάσης και την πίστι σου.
- Όχι, όχι , πάτερ δεν σε πιστεύω. Δεν συμφωνούμε.
Έφυγε και ακόμα μονολογούσε: «Όχι, δεν συμφωνώ. Ο Θεός δεν είναι μονοπώλιο στους καλογήρους», και άλλα. Ακούεις τέκνον πόσες πλάνες και πόσοι κίνδυνοι υπάρχουν;
Λοιπόν, αγαπητέ, λέγομεν ότι ο Χριστιανός όταν βαπτιστεί βάζει μέσα του την θείαν χάριν˙ βάζει μέσα του τον Χριστόν. όμως με την αμαρτίαν , τον διώχνει πάλιν έξω. Χριστός και αμαρτία πράματα αντίθετα.
Γι’ αυτό είναι αδύνατο να βρούμε μέσα μας τον Θεόν, όσον στέκει μπροστά σαν τοίχος η αμαρτία. Όμως, ευτυχώς, η Εκκλησία έχει το κατάλληλο φάρμακο, για να πέση αυτός ο τοίχος. Αυτό είναι μετάνοια και εξομολόγησις.
΄Ερχονται πολλοί και ενδιαφέρονται για νοεράν προσευχήν. Εμείς πρώτα λέγομεν: «Εξομολογήθηκες καμιάν φοράν; Κοινωνάς; Ζεις χριστιανικά;», κλπ. Αν πη ναι, τότε προχωρούμε. Αν όχι, μη χάνουμε λόγια άδικα.
Πρώτα, λοιπόν, τέκνον, βάζομεν αρχήν με την μετάνοιαν και την εξομολόγησιν. Κατόπιν ακολουθούμεν την συμβουλήν ενός κατάλληλου δασκάλου της νοεράς προσευχής.
Τώρα, για την ερώτησι, αν μπορούν οι κοσμικοί να λένε νοεράν προσευχήν, λέγομεν ότι: Μπορούν να λένε την ευχήν, ασχέτως πόσο θα προοδέψουν. Έχουμεν εξαιρέσεις κοσμικών , που προχώρησαν πιο πολύ από εμάς τους μοναχούς. Όμως αυτές είναι εξαιρέσεις.
Άλλωστε, αν ήταν εύκολο μέσα στον κόσμο, δεν ήταν ανάγκη να βγούμε στα μοναστήρια και στα βουνά. Στο ευαγγέλιο λέει ο Χριστός στην Μάρθαν: «Μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά».
Οι κοσμικοί είναι όπως η Μάρθα. Όσοι ζουν χριστιανικά, υπηρετούν τον Χριστόν , αλλά πιο πολύ στα υλικά. Ο γνήσιος μοναχός , είναι όπως η Μαρία, που κάθεται στα πόδια του. Απολαμβάνει την δόξαν του. Γίνεται φίλος με τον Χριστόν, όπως ο Λάζαρος, και σαν φίλος έχει και τα μέσα. Έχει θάρρος να ζητήση ό,τι θέλει.
Έχουμεν όμως και περιπτώσεις κοσμικών, που μοιάζουν πιο πολύ με την Μαρίαν, αλλά και μοναχούς που δεν μοιάζουν ούτε και της Μάρθας.
Εξομολογώ ανδρόγυνο από την Θεσσαλονίκη . Έχουν τέτοιαν ακρίβειαν που τους εθαύμασα. Το σπίτι τους μοιάζει σαν μοναστήρι. Η γυναίκα όλο στο σπίτι. Βγαίνει έξω, μόνο για ψώνια και ό,τι άλλο απαραίτητο. Έχουν τρία παιδιά. Μόλις φύγουν τα παιδιά στο σχολείο και ο άνδρας για δουλειά, κάθεται μια-δυό ώρες και λέγει ευχήν. Κατόπιν σηκώνεται. Αρχίζει δουλειές του σπιτιού και εν τω μεταξύ η ευχή, σαν μηχανή, δουλεύει ασταμάτητα ,πότε με το στόμα , πότε με τον νουν.
Ο άνδρας, μόλις γυρίσει από την δουλειάν ,αμέσως θ’ αλλάξη και θα πάη για προσευχή και μελέτη.
Αυτήν την τάξιν, εσυνήθισαν και τα παιδιά τους. Άκου τι έγραφε τις προάλλες η μάνα: «Τα παιδιά μας έμαθαν να λένε την ευχήν και στο σχολείο. Όταν γυρίζουν από το σχολείο, εγώ έχω τελειωμένες και τις δουλειές και το φαγητό. Κάθομαι ξανά στο προσευχητάρι. Τα παιδιά με περιέργεια: «Τι κάνεις εκεί μαμά;». «Προσεύχομαι στον Χριστούλη για να μας φυλάει». «Μαμά, μπορούμε κι εμείς να προσευχόμαστε μαζί σου;». «Βεβαίως, παιδιά μου. Ο Χριστούλης σας αγαπά και θέλει να μιλάτε μαζί του». Έτσι λοιπόν, κάναμε συνήθεια και το μεσημέρι προσευχόμαστε όλοι μαζί δεκαπέντε-είκοσι λεπτά και ύστερα τρώμε.
Όταν το βράδυ γυρίσει και ο μπαμπάς, καθόμαστε όλοι μαζί. Άλλοτε διαβάζουμε μαζί βιβλία της εκκλησίας, άλλοτε τους διηγούμαι ιστορίες από κανένα βιβλίο που διάβασα.
Κάποτε μας τυχαίνει κανένας ξένος και μας χαλά λίγο την σειρά ˙ ωστόσο οι πιο πολλοί , μας έμαθαν και είτε έρχονται για ν’ ακούσουν καμιά ωφέλιμη κουβέντα, είτε πάνε σε άλλους φίλους τους, που ταιριάζουν στα φρονήματα.
Την νύχτα, όσος χρόνος περισσέψει, τον χρησιμοποιούμε για προσευχή και μελέτην.
Την Κυριακή, όλοι οικογενειακώς θα εκκλησιαστούμε και θα κοινωνήσουμε. Με την χάριν του Κυρίου και τα παιδιά μας, προσαρμόστηκαν και μας ακολουθούν χωρίς προβλήματα. Παρ’ όλον ότι οι φίλοι τους στο σχολείο δεν νηστεύουν, όμως ευτυχώς δεν παρασύρονται».
Τελειώνοντας , γράφει αυτή η χαριτωμένη γυναίκα:
«Κατ’ αυτόν τον τρόπον κυλά η ζωή μας. Αν και έχουμε πολλούς πειρασμούς από τον φθόνον του εχθρού, όμως αισθανόμαστε ότι στο σπίτι μας βασιλεύει ο Χριστός και είμαστε πολύ χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι».
Να , τέκνον ,ένα παράδειγμα από μέσα στον κόσμον, για να εννοήσης , ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης . Δίνει την χάριν του παντού. Όμως για να φθάση ένας σε μεγάλα μέτρα, είναι πολύ δύσκολο μέσα στον κόσμον…
...
Εσύ ζης μέσα στον κόσμο. Στο σπίτι, στην υπηρεσία σου, να είσαι συνεπής και τυπικός με όλους. Απόφευγε όσους μπορούν να σε βλάψουν. Πρόσεχε μόνο μη δείχνης μπροστά τους ιδιαίτερη φιλία με άλλους. Θα το προσέξουν και θα βρης τον μπελά σου.
Γράφεις , ότι μέσα σου αισθάνεσαι κάποτε ένα πόνο στο στήθος, που σου φέρνει στενοχώριαν και πνιγμό. Αυτό, παιδί μου, να το προσέξης πολύ. Άλος πόνος είναι από την δίψαν της προσευχής. Άλος προέρχεται από κάποιο δικαίωμα και από ακαταστασίαν.
Επρόσεξες αν καμμιά φορά αργήσης να φας, πώς η κοιλιά σου διαμαρτύρεται και πονά; Το ίδιο και η ψυχή , για όσους την συνήθισαν στην πνευματικήν τροφήν. Εγώ, αυτό το παθαίνω πολύ συχνά. Αν τύχουν μέριμνες και αναποδιές και δεν συγκεντρωθώ στην κανονική μου ώρα στην προσευχή, η καρδιά μου αισθάνεται τόσον πόνον, τόση δίψα, ώστε να υποφέρω χωρίς να με πειράξη κανένας . Αναγκαστικά τρέχω στο δωμάτιο. Σκύβω το κεφάλι στην καρδιά˙ ακριβώς εκεί που πονά. Κρατώ την αναπνοή μου όσον αντέχω, λέγοντας λαίμαργα συνέχεια την ευχή. Και 100 και 200 φορές μπορώ να πω σε μιαν εισπνοή…
… Είπαμεν όμως, ότι έχουμε και ένα άλλο είδος πόνου. Αυτό είναι της ακαταστασίας και του πειρασμού. Θα το προσέξης αυτό, αν σου τύχει από απροσεξίαν ή και δαιμονικήν συνέργειαν, να στεναχωρέσης κάποιον αδελφόν. Μόλις αυτός μέσα του τα βάζει μαζί σου, αμέσως μέσα στο στήθος σου αισθάνεσαι έναν πόνο ανακατεμένο με σύγχυση και ταραχή. Αν έχεις άδικο τρέξε αμέσως, βάλε μετάνοια, ζήτα συγνώμη. Μαλάκωσε του άλλου την καρδιά, αν θέλης να μαλακώση ο Θεός και την δική σου.
Κάποτε ενώ έχουμε και το δίκαιο με το μέρος μας, ο άλλος νομίζει ότι φταίμε. Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωσι , συμμετέχουμε από την δαιμονικήν ακαταστασίαν του άλλου. Και πάλι θα βάλουμε μετάνοια. Θέλουμε δεν θέλουμε, θα πάρουμε πάνω μας το σφάλμα, αν θέλουμε να γαληνέψη η ψυχή μας. Ο Θεός φυλάξη μην τύχη κανένας δαιμονισμένος να τα βάλη μαζί μας. Εκεί πρέπει να είσαι πολύ δυνατός να τα βγάλης πέρα…
… Ύστερα απ’ όσα σου έγραψα γι’ αυτό το θέμα, εξέτασε μόνος σου τον εαυτό σου και θα βρης από πού προέρχεται κάθε πόνος μέσα σου. Μόνο πρόσεχε. Να κλείεσαι όσο μπορείς στον εαυτό σου, για να μη δίνης δικαίωμα σε κανέναν.
Ερωτάς γιατί εγώ συστήνω να λέγης όρθια την ευχήν, ενώ γράφει στα πατερικά, ότι καλύτερα γίνεται συγκέντρωσις καθιστά σ’ ένα σκαμνάκι.
Το σκαμνάκι καλό είναι˙ όμως δεν είναι για σένα. Ούτε και για μένα ακόμα που κοντεύω να γεράσω. Παρατηρώ, όταν κάμνω όρθιος προσευχή , η ευχή τρέχει γρήγορα και καθαρά. Φέρνει κατάνυξι, δάκρυα, θεωρία και άλλα που δεν μπορείς τώρα να καταλάβης. Πολλές φορές ,τόση ευωδία βγαίνει από το στήθος, όπου και το κελλί ακόμα μοσχοβολάει. Το ίδιο συμβαίνει και στον Γέροντα Αρσένιον. Είδες αυτό το Γεροντάκι; Να ‘ξερες τι χάριν έχει! Πολλές φορές σε τέτοιαν ηλικίαν, τόσο μεγάλη γλυκύτητα αισθάνεται σαν προσεύχεται και τόσην ευωδίαν, ώστε ξεχνιέται όρθιος ώρες ολόκληρες. Το αντίθετο συμβαίνει με τον π. Πρόδρομο. Ας είναι νέος, όταν κουραστή από την ορθοστασία, θολώνει το μυαλό του…
… Γράφεις, ότι λέγεις την ευχήν κάμποσην ώραν προφορικά. Όμως σου συμβαίνει κάτι σαν ενδοστρέφεια. Σε τραβά να κλείσης το στόμα, να λέγης μέσα σου με τον νουν. Αυτό είναι σημάδι μικρής προόδου. Όταν φωνάξουμε πολλήν ώραν με το στόμα, βάζοντας βία για να κατανοήσωμεν τα λεγόμενα, σιγά-σιγά μπαίνει η ευχή στην καρδιά˙ έρχεται αυτή η ενδοστρέφεια˙ πνίγεται ο λαιμός˙ δεν μπορεί να μιλήση το στόμα. Εν τω μεταξύ σφίγγουμε τον νουν˙ κρατούμε όσο αντέχουμεν την αναπνοήν και λέμε όσο μπορούμε πιο καθαρά την ευχήν. Αν μπορούσες να κατορθώσης την καθαράν προσευχήν και ν’ αποκτήσης εκείνα τα γλυκά δάκρυα που πηγάζουν κατόπιν αβίαστα, τότε θα σου ‘λεγα και πάρα κάτω…
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος
της νοεράς προσευχής»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Αγαπητόν τέκνον εν Χριστώ Ν.,
χαίρετε εν Κυρίω.
Έλαβα την επιστολή σου και χάρηκα ιδιαιτέρως για τις ερωτήσεις σου και το ενδιαφέρον σου περί νοεράς προσευχής.
Θα προσπαθήσω να σου απαντήσω, εκ πείρας μου απ’ όσα εγεύτηκα ο ίδιος, όσα χρόνια αξιώθηκα στην υπακοήν και καθοδήγησιν του αγίου μου Γέροντα Ιωσήφ και όσα άλλα χρόνια ασκήτευα μόνος μου, αλλά και με συνοδεία κατόπιν μοναχών.
α) Ρωτάς αν η νερά προσευχή είναι για όλους τους χριστιανούς ή μόνο για τους μοναχούς.
Απ’ ό, τι γράφουν οι άγιοι πατέρες , αλλά και από την πείρα ως πνευματικός, λέγομεν ότι η νοερά προσευχή είναι για όλους τους χριστιανούς. Όχι όμως εννοώ και για τους αιρετικούς. Ακόμα πιο χειρότερα για τους αλλόθρησκους. Να εξηγήσω και το γιατί. Ο άνθρωπος πριν βαπτιστεί, με την παράβασιν του Αδάμ έδιωξεν από μέσα του την χάριν. Η χάρις ξανάρχεται μέσα μας με το άγιο βάπτισμα. Αλλά πώς είναι δυνατόν χωρίς Την χάριν του βαπτίσματος να βρης μέσα σου τον Θεόν;
Όμως και η μέθοδος που μεταχειρίζονται οι αλλόθρησκοι είναι πλανεμένη.
Επέρασεν πρόσφατα ένας δικός μας ( Έλληνας) από την Γερμανία. Εζήτησε να μιλήσουμε για την νοεράν προσευχήν. Τον εδέχτηκα. Μου λέει:
- Είμαι κι εγώ πάτερ μυστικιστής, σαν κι εσάς.
- Βρε λέω˙ εσύ μυστικισμόν; Και πού τον έμαθες;
- Είμαι χρόνια τώρα στην Γερμανία. Εκεί εγνώρισα κι άλλες θρησκείες. Έχουν κι αυτοί πολλά παρόμοια μ’ εμάς. Εκείνο που μου άρεσε πιο πολύ, αυτοσυγκεντρώνονται στην προσευχή. Και το σπουδαίο, έρχονται σε εκστάσεις και θεωρίες, όπως τον Απ. Παύλον.
- Βρε, λέω, μακρυά˙ μη πιστεύεις ˙ είναι πλανεμένοι.
- Όχι, πάτερ, αφού κι εγώ ασχολήθηκα κι έχω ο ίδιος πείραν.
Όχι ότι επείστηκα, αλλά από περιέργειαν ερώτησα:
- Για πες μου, τι αυτοσυγκέντρωσις είναι τούτη που κάμνεις;
- Κάθομαι κάτω με τα πόδια σταυρωτά και γυρίζω το κεφάλι στον ουρανόν. Εδώ κατάλαβα ότι τον ίδιον Θεόν πιστεύουμεν όλος ο κόσμος. Οι Ινδουιστές παρακαλούν τον Θεόν τους˙ οι βουδιστές το ίδιο. Εμείς μπορούμε να παρακαλούμε τον Χριστό.
- Και πώς παρακαλάτε, αν επιτρέπεται;
- Α, λέει, εδώ είναι το μυστικό. Εσείς δεν το ξέρετε. Φαντάζεσαι με τον νου σου, ότι πετάς μέχρι τους ουρανούς. Ότι βλέπεις αγγέλους να πετούν. Βλέπεις χρυσά παλάτια, φώτα, λάμψιν κλπ. Και τέλος βλέπεις τον Χριστόν ολόφωτον, να κάθεται σ’ ένα πύρινο θρόνο. Συγκεντρώνουμε όλη μας την προσοχή σ’ αυτά που φανταζόμαστε .
- Βρε ,πλανεμένε, του λέω˙ εσύ μ’ αυτά θα χάσης και το μυαλό σου˙ έτσι προσεύχονται;
- Ε, στάσου να θαυμάσης, και τότε να κατηγοράς. Αφού βιάσουμε την φαντασία μας όσο μπορούμε, ωπ˙ βγαίνουμε απ’ αυτήν τη σφαίρα. Κατόπιν, αυτά όλα που φανταζόμασταν, τώρα τα βλέπουμε. Ξέρεις τί θα πη να βλέπης τον Χριστόν , τους αγγέλους, τους αγίους και πολλά άλλα θαυμαστά!
Του λέω:
- Θέλεις παιδί μου να με ακούσης; Παράτα τα όλα αυτά, για να μην χάσης και το μυαλό σου. Εμείς για να βρούμε τον Χριστό μέσα μας, κλείνομεν όλες τες πόρτες της φαντασίας. Με την φαντασίαν ανοίγεις όλες τις πόρτες του σατανά. Διαβάζεις Αγίαν Γραφήν; Πιστεύεις ότι έχει εξουσίαν να παρουσιαστή σαν άγγελος φωτός ή ακόμα και σαν αυτόν τον Χριστόν;
- Μα δεν πιστεύεις; Σας είπα˙ εμείς βλέπουμε τον Χριστό με τα μάτια. Όχι στον ύπνον. Ακόμα και τον Βούδα μια φορά είδα. Είναι μεγάλος, αλλά όχι σαν τον Χριστό.
Τον λυπήθηκα ˙ του λέω:
- Ρε παιδί μου, κρίμα˙ σε κοροϊδεύει ο σατανάς. Θα χάσης και την πίστι σου.
- Όχι, όχι , πάτερ δεν σε πιστεύω. Δεν συμφωνούμε.
Έφυγε και ακόμα μονολογούσε: «Όχι, δεν συμφωνώ. Ο Θεός δεν είναι μονοπώλιο στους καλογήρους», και άλλα. Ακούεις τέκνον πόσες πλάνες και πόσοι κίνδυνοι υπάρχουν;
Λοιπόν, αγαπητέ, λέγομεν ότι ο Χριστιανός όταν βαπτιστεί βάζει μέσα του την θείαν χάριν˙ βάζει μέσα του τον Χριστόν. όμως με την αμαρτίαν , τον διώχνει πάλιν έξω. Χριστός και αμαρτία πράματα αντίθετα.
Γι’ αυτό είναι αδύνατο να βρούμε μέσα μας τον Θεόν, όσον στέκει μπροστά σαν τοίχος η αμαρτία. Όμως, ευτυχώς, η Εκκλησία έχει το κατάλληλο φάρμακο, για να πέση αυτός ο τοίχος. Αυτό είναι μετάνοια και εξομολόγησις.
΄Ερχονται πολλοί και ενδιαφέρονται για νοεράν προσευχήν. Εμείς πρώτα λέγομεν: «Εξομολογήθηκες καμιάν φοράν; Κοινωνάς; Ζεις χριστιανικά;», κλπ. Αν πη ναι, τότε προχωρούμε. Αν όχι, μη χάνουμε λόγια άδικα.
Πρώτα, λοιπόν, τέκνον, βάζομεν αρχήν με την μετάνοιαν και την εξομολόγησιν. Κατόπιν ακολουθούμεν την συμβουλήν ενός κατάλληλου δασκάλου της νοεράς προσευχής.
Τώρα, για την ερώτησι, αν μπορούν οι κοσμικοί να λένε νοεράν προσευχήν, λέγομεν ότι: Μπορούν να λένε την ευχήν, ασχέτως πόσο θα προοδέψουν. Έχουμεν εξαιρέσεις κοσμικών , που προχώρησαν πιο πολύ από εμάς τους μοναχούς. Όμως αυτές είναι εξαιρέσεις.
Άλλωστε, αν ήταν εύκολο μέσα στον κόσμο, δεν ήταν ανάγκη να βγούμε στα μοναστήρια και στα βουνά. Στο ευαγγέλιο λέει ο Χριστός στην Μάρθαν: «Μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά».
Οι κοσμικοί είναι όπως η Μάρθα. Όσοι ζουν χριστιανικά, υπηρετούν τον Χριστόν , αλλά πιο πολύ στα υλικά. Ο γνήσιος μοναχός , είναι όπως η Μαρία, που κάθεται στα πόδια του. Απολαμβάνει την δόξαν του. Γίνεται φίλος με τον Χριστόν, όπως ο Λάζαρος, και σαν φίλος έχει και τα μέσα. Έχει θάρρος να ζητήση ό,τι θέλει.
Έχουμεν όμως και περιπτώσεις κοσμικών, που μοιάζουν πιο πολύ με την Μαρίαν, αλλά και μοναχούς που δεν μοιάζουν ούτε και της Μάρθας.
Εξομολογώ ανδρόγυνο από την Θεσσαλονίκη . Έχουν τέτοιαν ακρίβειαν που τους εθαύμασα. Το σπίτι τους μοιάζει σαν μοναστήρι. Η γυναίκα όλο στο σπίτι. Βγαίνει έξω, μόνο για ψώνια και ό,τι άλλο απαραίτητο. Έχουν τρία παιδιά. Μόλις φύγουν τα παιδιά στο σχολείο και ο άνδρας για δουλειά, κάθεται μια-δυό ώρες και λέγει ευχήν. Κατόπιν σηκώνεται. Αρχίζει δουλειές του σπιτιού και εν τω μεταξύ η ευχή, σαν μηχανή, δουλεύει ασταμάτητα ,πότε με το στόμα , πότε με τον νουν.
Ο άνδρας, μόλις γυρίσει από την δουλειάν ,αμέσως θ’ αλλάξη και θα πάη για προσευχή και μελέτη.
Αυτήν την τάξιν, εσυνήθισαν και τα παιδιά τους. Άκου τι έγραφε τις προάλλες η μάνα: «Τα παιδιά μας έμαθαν να λένε την ευχήν και στο σχολείο. Όταν γυρίζουν από το σχολείο, εγώ έχω τελειωμένες και τις δουλειές και το φαγητό. Κάθομαι ξανά στο προσευχητάρι. Τα παιδιά με περιέργεια: «Τι κάνεις εκεί μαμά;». «Προσεύχομαι στον Χριστούλη για να μας φυλάει». «Μαμά, μπορούμε κι εμείς να προσευχόμαστε μαζί σου;». «Βεβαίως, παιδιά μου. Ο Χριστούλης σας αγαπά και θέλει να μιλάτε μαζί του». Έτσι λοιπόν, κάναμε συνήθεια και το μεσημέρι προσευχόμαστε όλοι μαζί δεκαπέντε-είκοσι λεπτά και ύστερα τρώμε.
Όταν το βράδυ γυρίσει και ο μπαμπάς, καθόμαστε όλοι μαζί. Άλλοτε διαβάζουμε μαζί βιβλία της εκκλησίας, άλλοτε τους διηγούμαι ιστορίες από κανένα βιβλίο που διάβασα.
Κάποτε μας τυχαίνει κανένας ξένος και μας χαλά λίγο την σειρά ˙ ωστόσο οι πιο πολλοί , μας έμαθαν και είτε έρχονται για ν’ ακούσουν καμιά ωφέλιμη κουβέντα, είτε πάνε σε άλλους φίλους τους, που ταιριάζουν στα φρονήματα.
Την νύχτα, όσος χρόνος περισσέψει, τον χρησιμοποιούμε για προσευχή και μελέτην.
Την Κυριακή, όλοι οικογενειακώς θα εκκλησιαστούμε και θα κοινωνήσουμε. Με την χάριν του Κυρίου και τα παιδιά μας, προσαρμόστηκαν και μας ακολουθούν χωρίς προβλήματα. Παρ’ όλον ότι οι φίλοι τους στο σχολείο δεν νηστεύουν, όμως ευτυχώς δεν παρασύρονται».
Τελειώνοντας , γράφει αυτή η χαριτωμένη γυναίκα:
«Κατ’ αυτόν τον τρόπον κυλά η ζωή μας. Αν και έχουμε πολλούς πειρασμούς από τον φθόνον του εχθρού, όμως αισθανόμαστε ότι στο σπίτι μας βασιλεύει ο Χριστός και είμαστε πολύ χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι».
Να , τέκνον ,ένα παράδειγμα από μέσα στον κόσμον, για να εννοήσης , ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης . Δίνει την χάριν του παντού. Όμως για να φθάση ένας σε μεγάλα μέτρα, είναι πολύ δύσκολο μέσα στον κόσμον…
...
Εσύ ζης μέσα στον κόσμο. Στο σπίτι, στην υπηρεσία σου, να είσαι συνεπής και τυπικός με όλους. Απόφευγε όσους μπορούν να σε βλάψουν. Πρόσεχε μόνο μη δείχνης μπροστά τους ιδιαίτερη φιλία με άλλους. Θα το προσέξουν και θα βρης τον μπελά σου.
Γράφεις , ότι μέσα σου αισθάνεσαι κάποτε ένα πόνο στο στήθος, που σου φέρνει στενοχώριαν και πνιγμό. Αυτό, παιδί μου, να το προσέξης πολύ. Άλος πόνος είναι από την δίψαν της προσευχής. Άλος προέρχεται από κάποιο δικαίωμα και από ακαταστασίαν.
Επρόσεξες αν καμμιά φορά αργήσης να φας, πώς η κοιλιά σου διαμαρτύρεται και πονά; Το ίδιο και η ψυχή , για όσους την συνήθισαν στην πνευματικήν τροφήν. Εγώ, αυτό το παθαίνω πολύ συχνά. Αν τύχουν μέριμνες και αναποδιές και δεν συγκεντρωθώ στην κανονική μου ώρα στην προσευχή, η καρδιά μου αισθάνεται τόσον πόνον, τόση δίψα, ώστε να υποφέρω χωρίς να με πειράξη κανένας . Αναγκαστικά τρέχω στο δωμάτιο. Σκύβω το κεφάλι στην καρδιά˙ ακριβώς εκεί που πονά. Κρατώ την αναπνοή μου όσον αντέχω, λέγοντας λαίμαργα συνέχεια την ευχή. Και 100 και 200 φορές μπορώ να πω σε μιαν εισπνοή…
… Είπαμεν όμως, ότι έχουμε και ένα άλλο είδος πόνου. Αυτό είναι της ακαταστασίας και του πειρασμού. Θα το προσέξης αυτό, αν σου τύχει από απροσεξίαν ή και δαιμονικήν συνέργειαν, να στεναχωρέσης κάποιον αδελφόν. Μόλις αυτός μέσα του τα βάζει μαζί σου, αμέσως μέσα στο στήθος σου αισθάνεσαι έναν πόνο ανακατεμένο με σύγχυση και ταραχή. Αν έχεις άδικο τρέξε αμέσως, βάλε μετάνοια, ζήτα συγνώμη. Μαλάκωσε του άλλου την καρδιά, αν θέλης να μαλακώση ο Θεός και την δική σου.
Κάποτε ενώ έχουμε και το δίκαιο με το μέρος μας, ο άλλος νομίζει ότι φταίμε. Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωσι , συμμετέχουμε από την δαιμονικήν ακαταστασίαν του άλλου. Και πάλι θα βάλουμε μετάνοια. Θέλουμε δεν θέλουμε, θα πάρουμε πάνω μας το σφάλμα, αν θέλουμε να γαληνέψη η ψυχή μας. Ο Θεός φυλάξη μην τύχη κανένας δαιμονισμένος να τα βάλη μαζί μας. Εκεί πρέπει να είσαι πολύ δυνατός να τα βγάλης πέρα…
… Ύστερα απ’ όσα σου έγραψα γι’ αυτό το θέμα, εξέτασε μόνος σου τον εαυτό σου και θα βρης από πού προέρχεται κάθε πόνος μέσα σου. Μόνο πρόσεχε. Να κλείεσαι όσο μπορείς στον εαυτό σου, για να μη δίνης δικαίωμα σε κανέναν.
Ερωτάς γιατί εγώ συστήνω να λέγης όρθια την ευχήν, ενώ γράφει στα πατερικά, ότι καλύτερα γίνεται συγκέντρωσις καθιστά σ’ ένα σκαμνάκι.
Το σκαμνάκι καλό είναι˙ όμως δεν είναι για σένα. Ούτε και για μένα ακόμα που κοντεύω να γεράσω. Παρατηρώ, όταν κάμνω όρθιος προσευχή , η ευχή τρέχει γρήγορα και καθαρά. Φέρνει κατάνυξι, δάκρυα, θεωρία και άλλα που δεν μπορείς τώρα να καταλάβης. Πολλές φορές ,τόση ευωδία βγαίνει από το στήθος, όπου και το κελλί ακόμα μοσχοβολάει. Το ίδιο συμβαίνει και στον Γέροντα Αρσένιον. Είδες αυτό το Γεροντάκι; Να ‘ξερες τι χάριν έχει! Πολλές φορές σε τέτοιαν ηλικίαν, τόσο μεγάλη γλυκύτητα αισθάνεται σαν προσεύχεται και τόσην ευωδίαν, ώστε ξεχνιέται όρθιος ώρες ολόκληρες. Το αντίθετο συμβαίνει με τον π. Πρόδρομο. Ας είναι νέος, όταν κουραστή από την ορθοστασία, θολώνει το μυαλό του…
… Γράφεις, ότι λέγεις την ευχήν κάμποσην ώραν προφορικά. Όμως σου συμβαίνει κάτι σαν ενδοστρέφεια. Σε τραβά να κλείσης το στόμα, να λέγης μέσα σου με τον νουν. Αυτό είναι σημάδι μικρής προόδου. Όταν φωνάξουμε πολλήν ώραν με το στόμα, βάζοντας βία για να κατανοήσωμεν τα λεγόμενα, σιγά-σιγά μπαίνει η ευχή στην καρδιά˙ έρχεται αυτή η ενδοστρέφεια˙ πνίγεται ο λαιμός˙ δεν μπορεί να μιλήση το στόμα. Εν τω μεταξύ σφίγγουμε τον νουν˙ κρατούμε όσο αντέχουμεν την αναπνοήν και λέμε όσο μπορούμε πιο καθαρά την ευχήν. Αν μπορούσες να κατορθώσης την καθαράν προσευχήν και ν’ αποκτήσης εκείνα τα γλυκά δάκρυα που πηγάζουν κατόπιν αβίαστα, τότε θα σου ‘λεγα και πάρα κάτω…
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος
της νοεράς προσευχής»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011
Η «εν Χριστώ» ζωή είναι ζωή θυσίας
Η πραγματική χριστιανική ζωή αποπνέει ως άρωμα που ευωδιάζει και ευφραίνει τους διπλανούς μας το πνεύμα της θυσίας στη ζωή μας. Είναι το απαραίτητο στοιχείο της σωστής πνευματικής ζωής , γιατί είναι η αγάπη στην πράξη.
Χωρίς αγάπη δεν μπορεί να υπάρξει «εν Χριστώ» ζωή και χωρίς πνεύμα θυσίας δεν μπορεί να υπάρξει αγάπη. Το πνεύμα και η πράξη της θυσίας είναι παρακλάδι της γνήσιας αγάπης και η πεμπτουσία της αληθινής αγάπης.
Ο Κύριός μας είναι το πρότυπο της θυσίας. Ο σταυρός Του είναι η ύψιστη έκφραση της θυσίας. Θυσιάστηκε για μας, τα αμαρτωλά παιδιά Του και μας τροφοδότησε με το πανάγιο αίμα Του.
Ο Ίδιος είπε «μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει , ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού» ( Ιω. ΙΕ΄13 ) . Θυσιάστηκε για μας που δεν ήμασταν φίλοι Του, αλλά άτακτα παιδιά Του. Εκείνος από άπειρη αγάπη σε μας , «΄Εκλινεν ουρανούς και κατέβη» και ανέβηκε στο σταυρό για τη δική μας σωτηρία.
Ωραία ο υμνογράφος της Μεγάλης Εβδομάδας παρομοιάζει τον Κύριο με το μυθώδη πελεκάνο που ράμφιζε ο ίδιος και πλήγωνε την πλευρά του, για να πιούν το αίμα του και να ζήσουν οι νεοσσοί του. «Ώσπερ πελεκάν τετρωμένος την πλευράν Σου, Λόγε ,σους θανόντας παίδας εζώωσας επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς». Το πνεύμα της θυσίας βίωσαν όλοι οι Άγιοι, οι οποίοι μιμήθηκαν τον Κύριο.
Στο σπίτι συνήθως πρότυπο θυσίας μέσα στην οικογένεια είναι η μητέρα, η σωστή μητέρα που πρωτοστατεί σε πνεύμα θυσίας για το σύζυγο και τα παιδιά της.
Στην καθημερινή ζωή ξεχωρίζουμε πάντα τους ανθρώπους της θυσίας . Είναι κατά κανόνα πολύ αγαπητοί , γιατί είναι πρόθυμοι να θυσιαστούν για τους άλλους.
Μικροπράξεις θυσίας καλούμαστε να κάνουμε στην πορεία της ζωής , αν θέλουμε να είμαστε άνθρωποι αγάπης. Η διάθεσή μας να υποχωρήσουμε και να μην προχωρήσουμε σε φιλονικία υπερασπίζοντας τη γνώμη μου σε θέματα που δεν είναι ζωτικής σημασίας, είναι μια μικρή πράξη θυσίας, που δείχνει ταπείνωση, αλλά και εφαρμοσμένη αγάπη.
Πάρα πολλές φορές στις αναστροφές μας με τους άλλους, είτε μέσα στο σπίτι είτε μέσα στην κοινωνία, καλούμαστε να κάνουμε κάποιες θυσίες. Να κουραστούμε λίγο, για να σηκώσουμε το βάρος κάποιου άλλου. Να θυσιάσουμε κάτι από την προσωπική μας ευχαρίστηση , για να δώσουμε τη δυνατότητα να ευχαριστηθεί κάποιος άλλος. Να θυσιάσουμε καμμιά φορά τη δική μας ανάπαυση για να προσφέρουμε δυνατότητα αναπαύσεως του διπλανού μας. Να θυσιάσουμε ακόμα και τη δική μας προσωπική ωφέλεια για να δώσουμε τη δυνατότητα ωφέλειας κάποιου άλλου.
Όταν μέσα στο σπίτι κάποιος από τα μέλη της οικογενείας θυσιάζει τη δική του ωφέλεια του εκκλησιασμού, για να κρατήσει κάποτε τα μικρά παιδιά της μάνας, ώστε να πάει εκείνη στην εκκλησία, είναι μια μικρή μεν θυσία της δικής μας ωφέλειας, που την βραβεύει όμως ο Θες με μεγαλύτερη ωφέλεια ψυχής. Πάντοτε, όταν προτιμούμε την ωφέλεια και ευχαρίστηση του άλλου από την προσωρινή ωφέλεια και την ευχαρίστηση του εαυτού μας, είμαστε πιο αρεστοί στο Θεό. Ο εγωκεντρισμός και η αγάπη του εαυτούλη μας δεν μας κάνουν ευάρεστους ενώπιον του Θεού. Η πράξη της θυσίας για την ωφέλεια και ευχαρίστηση του διπλανού δείχνουν περισσότερη γνήσια ευσέβεια και ευγενικιά ψυχή γεμάτη από αγάπη.
Ο εγωισμός μας μας εμποδίζει πολλές φορές από πράξεις θυσίας. Η ταπείνωση και η αγάπη μας ωθούν σε πράξεις θυσίας. Χωρίς την εφαρμοσμένη διάθεση θυσίας, την έμπρακτη δηλαδή εκδήλωση του πνεύματος της θυσίας, δεν είμαστε σωστοί άνθρωποι και καλοί χριστιανοί. Η προς τους άλλους συμπεριφορά μας δείχνει την ποιότητα του χαρακτήρα μας. Οι διεκδικήσεις, όταν δεν είναι σε θέματα πίστεως και ηθικής, δεν συνιστούν πάντοτε ζωή χριστιανική. Οι υποχωρήσεις και το πνεύμα της θυσίας είναι οι ωραιότερες πράξεις. Για να είμαστε ευάρεστοι ενώπιον του Θεού, πρέπει να είμαστε πρόθυμοι σε πράξεις θυσίας χάριν της ευχαριστήσεως και οικοδομής των άλλων.
Η ζωή είναι πολλές φορές άθροιση λεπτομερειών και οι λεπτομέρειες δείχνουν την ποιότητα της ζωής. Μικρή θυσία κόπου, μικρή θυσία ανάπαυσης, μικρή θυσία προσωρινής ωφέλειας χάριν της ωφέλειας και ευχαρίστησης του διπλανού μας ,συνιστούν βίωση της μεγάλης αρετής της αγάπης, άνευ της οποίας είμαστε κύμβαλα αλαλάζοντα.
Πόσα κακά θα προλαμβάνονταν ,εάν όλοι είχαμε το πνεύμα της θυσίας; Πόσο ομορφότερη θα ήταν η ζωή της κοινωνίας, αν κυριαρχούσε στη ζωή των ανθρώπων το πνεύμα της θυσίας; Πόσο σωστότεροι χριστιανοί θα ήμασταν αν ήταν βίωμα της ζωής μας η πράξη της θυσίας έναντι του άλλου;
Ο χριστιανός , που βιώνει στη ζωή του το πνεύμα της θυσίας, δεν είναι ποτέ φιλόνικος, δεν είναι ποτέ απαιτητικός , δεν γίνεται ποτέ τυραννικός, δεν εμφανίζεται ποτέ βίαιος. Αντίθετα είναι ο πιο αγαπητός μέσα στη συντροφιά και την οικογένεια και υπόδειγμα καλοσύνης μέσα στην κοινωνία.
Θα έπρεπε εμείς οι Χριστιανοί να αμιλλώμαστε, ποιος θα πρωτοϋποχωρήσει, χάριν του άλλου και ποιος θα προσφέρει τη μεγαλύτερη βοήθεια στο διπλανό και ποιος θα κάνει τις μεγαλύτερες θυσίες. Μεγάλος τίτλος τιμής για τον χριστιανό είναι να είναι διάκονος των άλλων. Η λέξη «διακονία» κρύβει μέσα της ψυχικό μεγαλείο. Όποιος έχει το πνεύμα της διακονίας εφαρμόζει το παράδειγμα της θυσίας, βοηθάει και συντρέχει τους άλλους.
Ο Κύριος ήταν το πρότυπο της διακονίας . «Εγώ ειμί εν μέσω υμών ως ο διακονών» ( Λουκ. ΚΒ΄27 ). Ας προσπαθήσουμε όσο μπορούμε να είμαστε μιμητές του Κυρίου στην πράξη της θυσίας και της διακονίας. Ας αποβάλουμε το σκληρό και απαιτητικό τύπο, τον τύπο των διεκδικήσεων και ατομισμών, τον τύπο τον αλαζονικό και πικρό και ας προσπαθήσουμε να βιώσουμε την ταπείνωση, τη μειλιχιότητα, την αγάπη και την καλοσύνη. Τότε θα μπορούμε αυθόρμητα να βιώνουμε το πνεύμα της θυσίας, που είναι άρωμα ευωδιαστό μέσα στη ζωή.
Από το βιβλίο: “Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς
Καλλινίκου Καρούσου
Η «εν Χριστώ»
Πνευματική ζωή
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Αθήνα 2010
Χωρίς αγάπη δεν μπορεί να υπάρξει «εν Χριστώ» ζωή και χωρίς πνεύμα θυσίας δεν μπορεί να υπάρξει αγάπη. Το πνεύμα και η πράξη της θυσίας είναι παρακλάδι της γνήσιας αγάπης και η πεμπτουσία της αληθινής αγάπης.
Ο Κύριός μας είναι το πρότυπο της θυσίας. Ο σταυρός Του είναι η ύψιστη έκφραση της θυσίας. Θυσιάστηκε για μας, τα αμαρτωλά παιδιά Του και μας τροφοδότησε με το πανάγιο αίμα Του.
Ο Ίδιος είπε «μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει , ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού» ( Ιω. ΙΕ΄13 ) . Θυσιάστηκε για μας που δεν ήμασταν φίλοι Του, αλλά άτακτα παιδιά Του. Εκείνος από άπειρη αγάπη σε μας , «΄Εκλινεν ουρανούς και κατέβη» και ανέβηκε στο σταυρό για τη δική μας σωτηρία.
Ωραία ο υμνογράφος της Μεγάλης Εβδομάδας παρομοιάζει τον Κύριο με το μυθώδη πελεκάνο που ράμφιζε ο ίδιος και πλήγωνε την πλευρά του, για να πιούν το αίμα του και να ζήσουν οι νεοσσοί του. «Ώσπερ πελεκάν τετρωμένος την πλευράν Σου, Λόγε ,σους θανόντας παίδας εζώωσας επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς». Το πνεύμα της θυσίας βίωσαν όλοι οι Άγιοι, οι οποίοι μιμήθηκαν τον Κύριο.
Στο σπίτι συνήθως πρότυπο θυσίας μέσα στην οικογένεια είναι η μητέρα, η σωστή μητέρα που πρωτοστατεί σε πνεύμα θυσίας για το σύζυγο και τα παιδιά της.
Στην καθημερινή ζωή ξεχωρίζουμε πάντα τους ανθρώπους της θυσίας . Είναι κατά κανόνα πολύ αγαπητοί , γιατί είναι πρόθυμοι να θυσιαστούν για τους άλλους.
Μικροπράξεις θυσίας καλούμαστε να κάνουμε στην πορεία της ζωής , αν θέλουμε να είμαστε άνθρωποι αγάπης. Η διάθεσή μας να υποχωρήσουμε και να μην προχωρήσουμε σε φιλονικία υπερασπίζοντας τη γνώμη μου σε θέματα που δεν είναι ζωτικής σημασίας, είναι μια μικρή πράξη θυσίας, που δείχνει ταπείνωση, αλλά και εφαρμοσμένη αγάπη.
Πάρα πολλές φορές στις αναστροφές μας με τους άλλους, είτε μέσα στο σπίτι είτε μέσα στην κοινωνία, καλούμαστε να κάνουμε κάποιες θυσίες. Να κουραστούμε λίγο, για να σηκώσουμε το βάρος κάποιου άλλου. Να θυσιάσουμε κάτι από την προσωπική μας ευχαρίστηση , για να δώσουμε τη δυνατότητα να ευχαριστηθεί κάποιος άλλος. Να θυσιάσουμε καμμιά φορά τη δική μας ανάπαυση για να προσφέρουμε δυνατότητα αναπαύσεως του διπλανού μας. Να θυσιάσουμε ακόμα και τη δική μας προσωπική ωφέλεια για να δώσουμε τη δυνατότητα ωφέλειας κάποιου άλλου.
Όταν μέσα στο σπίτι κάποιος από τα μέλη της οικογενείας θυσιάζει τη δική του ωφέλεια του εκκλησιασμού, για να κρατήσει κάποτε τα μικρά παιδιά της μάνας, ώστε να πάει εκείνη στην εκκλησία, είναι μια μικρή μεν θυσία της δικής μας ωφέλειας, που την βραβεύει όμως ο Θες με μεγαλύτερη ωφέλεια ψυχής. Πάντοτε, όταν προτιμούμε την ωφέλεια και ευχαρίστηση του άλλου από την προσωρινή ωφέλεια και την ευχαρίστηση του εαυτού μας, είμαστε πιο αρεστοί στο Θεό. Ο εγωκεντρισμός και η αγάπη του εαυτούλη μας δεν μας κάνουν ευάρεστους ενώπιον του Θεού. Η πράξη της θυσίας για την ωφέλεια και ευχαρίστηση του διπλανού δείχνουν περισσότερη γνήσια ευσέβεια και ευγενικιά ψυχή γεμάτη από αγάπη.
Ο εγωισμός μας μας εμποδίζει πολλές φορές από πράξεις θυσίας. Η ταπείνωση και η αγάπη μας ωθούν σε πράξεις θυσίας. Χωρίς την εφαρμοσμένη διάθεση θυσίας, την έμπρακτη δηλαδή εκδήλωση του πνεύματος της θυσίας, δεν είμαστε σωστοί άνθρωποι και καλοί χριστιανοί. Η προς τους άλλους συμπεριφορά μας δείχνει την ποιότητα του χαρακτήρα μας. Οι διεκδικήσεις, όταν δεν είναι σε θέματα πίστεως και ηθικής, δεν συνιστούν πάντοτε ζωή χριστιανική. Οι υποχωρήσεις και το πνεύμα της θυσίας είναι οι ωραιότερες πράξεις. Για να είμαστε ευάρεστοι ενώπιον του Θεού, πρέπει να είμαστε πρόθυμοι σε πράξεις θυσίας χάριν της ευχαριστήσεως και οικοδομής των άλλων.
Η ζωή είναι πολλές φορές άθροιση λεπτομερειών και οι λεπτομέρειες δείχνουν την ποιότητα της ζωής. Μικρή θυσία κόπου, μικρή θυσία ανάπαυσης, μικρή θυσία προσωρινής ωφέλειας χάριν της ωφέλειας και ευχαρίστησης του διπλανού μας ,συνιστούν βίωση της μεγάλης αρετής της αγάπης, άνευ της οποίας είμαστε κύμβαλα αλαλάζοντα.
Πόσα κακά θα προλαμβάνονταν ,εάν όλοι είχαμε το πνεύμα της θυσίας; Πόσο ομορφότερη θα ήταν η ζωή της κοινωνίας, αν κυριαρχούσε στη ζωή των ανθρώπων το πνεύμα της θυσίας; Πόσο σωστότεροι χριστιανοί θα ήμασταν αν ήταν βίωμα της ζωής μας η πράξη της θυσίας έναντι του άλλου;
Ο χριστιανός , που βιώνει στη ζωή του το πνεύμα της θυσίας, δεν είναι ποτέ φιλόνικος, δεν είναι ποτέ απαιτητικός , δεν γίνεται ποτέ τυραννικός, δεν εμφανίζεται ποτέ βίαιος. Αντίθετα είναι ο πιο αγαπητός μέσα στη συντροφιά και την οικογένεια και υπόδειγμα καλοσύνης μέσα στην κοινωνία.
Θα έπρεπε εμείς οι Χριστιανοί να αμιλλώμαστε, ποιος θα πρωτοϋποχωρήσει, χάριν του άλλου και ποιος θα προσφέρει τη μεγαλύτερη βοήθεια στο διπλανό και ποιος θα κάνει τις μεγαλύτερες θυσίες. Μεγάλος τίτλος τιμής για τον χριστιανό είναι να είναι διάκονος των άλλων. Η λέξη «διακονία» κρύβει μέσα της ψυχικό μεγαλείο. Όποιος έχει το πνεύμα της διακονίας εφαρμόζει το παράδειγμα της θυσίας, βοηθάει και συντρέχει τους άλλους.
Ο Κύριος ήταν το πρότυπο της διακονίας . «Εγώ ειμί εν μέσω υμών ως ο διακονών» ( Λουκ. ΚΒ΄27 ). Ας προσπαθήσουμε όσο μπορούμε να είμαστε μιμητές του Κυρίου στην πράξη της θυσίας και της διακονίας. Ας αποβάλουμε το σκληρό και απαιτητικό τύπο, τον τύπο των διεκδικήσεων και ατομισμών, τον τύπο τον αλαζονικό και πικρό και ας προσπαθήσουμε να βιώσουμε την ταπείνωση, τη μειλιχιότητα, την αγάπη και την καλοσύνη. Τότε θα μπορούμε αυθόρμητα να βιώνουμε το πνεύμα της θυσίας, που είναι άρωμα ευωδιαστό μέσα στη ζωή.
Από το βιβλίο: “Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς
Καλλινίκου Καρούσου
Η «εν Χριστώ»
Πνευματική ζωή
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Αθήνα 2010
Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011
Γιά τη νήψη
ΙΔ΄
ΓΙΑ ΤΗ ΝΗΨΗ
η΄
Είπε ο αββάς Αγάθων:
Δεν πρέπει ποτέ ο μοναχός να φτάσει στο σημείο ν’ αφήσει τη συνείδησή του να τον κατηγορήσει για οποιοδήποτε πράγμα.
Όταν, μάλιστα, πλησίαζε η ώρα του θανάτου του ,έμεινε τρεις μέρες με ολάνοιχτα τα μάτια του, δίχως να κινείται καθόλου. Οι μοναχοί τον σκούντησαν ελαφρά, ρωτώντας τον:
- Αββά Αγάθων, πού βρίσκεσαι;
- Στέκομαι μπροστά στο κριτήριο του Θεού, τους απαντά.
Κ’ εκείνοι τον ρωτούν:
- Φοβάσαι κ’ εσύ ,πάτερ;
- Εγώ μεν, τους απαντά εκείνος, έκαμα το κατά δύναμη ,για να φυλάξω και να εφαρμόσω τις εντολές του Θεού∙ μα, ωστόσο, είμαι άνθρωπος, κι από πού να ξέρω αν άρεσαν στο Θεό τα έργα μου;
Τον ξαναρωτούν οι αδελφοί:
- Δεν έχεις πεποίθηση πως τα έργα σου είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού;
Και τους απαντά ο Γέροντας:
- Δεν παραπαίρνω θάρρος αν δεν συναντήσω το Θεό, γιατί άλλη είναι η κρίση του Θεού και άλλη εκείνη των ανθρώπων.
Κ’ ενώ εκείνοι ήθελαν ακόμη να τον ρωτήσουν και γι’ άλλα θέματα , εκείνος τους λέγει:
- Σας παρακαλώ, κάνετε αγάπη , και μη μου μιλάτε, γιατί ο νους μου είναι απασχολημένος.
Ύστερ’ από λίγο εκοιμήθη ο Γέροντας, χαρούμενος. Τον έβλεπαν να φεύγει στο ταξίδι για τα υψηλά, όπως ακριβώς όταν ταξιδεύει κάποιος κι ασπάζεται τους φίλους του και τα προσφιλή του πρόσωπα. Γιατί ο Γέροντας είχε μεγάλη προσοχή σε όλα, πάντα του. Και δίχως αυτή την προσοχή, δεν προκόβει σε καμμιάν αρετή ο άνθρωπος.
λδ΄
Για τον αββά Απολλώ διηγιότανε, πως είχε κάποιο μαθητή, ονομαζόμενο Ισαάκ∙ αυτός είχε καταβάλει πολύ κόπο κ’ έμαθε να κάνει με τέλειο τρόπο κάθε έργο αγαθό, κ’ είχε αποχτήσει και το χάρισμα της ησυχίας την ώρα της θείας λειτουργίας. Και ο λόγος του γι’ αυτό το θέμα ήταν γιατί πίστευε, πως όλα είναι καλά στην ώρα τους, ή ακόμη πως το κάθε πράγμα έχει τη δική του στιγμή. Με την απόλυση της συνάξεως στην εκκλησία, εκείνος έφευγε γρήγορα , λες και τον κυνηγούσε η φωτιά, κ’ έτρεχε να κρυφτεί στο κελλί του. Πολλές φορές , μετά τη θεία λειτουργία , δίνονταν στους αδελφούς απόνα παξιμάδι κ’ ένα ποτήρι κρασί, μα εκείνο; Ποτέ δεν έπαιρνε∙ όχι γιατί έδιωχνε κι απέφευγε την ευλογία των αδελφών, αλλά για να κρατήσει άθικτη την ησυχία από τη σύναξη.
Έτυχε ν’ αρρωστήσει κάποτε και να μείνει στο κρεβάτι. Το έμαθαν οι αδελφοί κ’ ήρθαν να τον επισκεφθούν. Κάθησαν , λοιπόν, κοντά και τον ρωτούσαν:
- Αββά Ισαάκ, γιατί φεύγεις αμέσως μετά τη σύναψη, και δεν κάθεσαι μαζί με τους άλλους αδελφούς;
Κ’ εκείνος τους απάντησε:
- Δεν φεύγω για ν’ αποφύγω τους αδελφούς , μα την πανουργία των δαιμόνων με τις δόλιες τέχνες τους. Γιατί, όπως ακριβώς εκείνος που κρατάει μια λαμπάδα αναμμένη και αργοπορεί και στέκεται μες στον αέρα, θα του σβηστεί, έτσι κ’ εμείς: παίρνοντας το φωτισμό του αγίου Πνεύματος στη θεία Ευχαριστία, αν τύχει και αργήσουμε να μπούμε στο κελλί μας, ο νους μας σκοτίζεται, χάνει το φωτισμό.
Αυτή ήταν η ενάρετη πολιτεία του αββά Ισαάκ.
Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ ΕΚΔΟΣΗ
ΓΙΑ ΤΗ ΝΗΨΗ
η΄
Είπε ο αββάς Αγάθων:
Δεν πρέπει ποτέ ο μοναχός να φτάσει στο σημείο ν’ αφήσει τη συνείδησή του να τον κατηγορήσει για οποιοδήποτε πράγμα.
Όταν, μάλιστα, πλησίαζε η ώρα του θανάτου του ,έμεινε τρεις μέρες με ολάνοιχτα τα μάτια του, δίχως να κινείται καθόλου. Οι μοναχοί τον σκούντησαν ελαφρά, ρωτώντας τον:
- Αββά Αγάθων, πού βρίσκεσαι;
- Στέκομαι μπροστά στο κριτήριο του Θεού, τους απαντά.
Κ’ εκείνοι τον ρωτούν:
- Φοβάσαι κ’ εσύ ,πάτερ;
- Εγώ μεν, τους απαντά εκείνος, έκαμα το κατά δύναμη ,για να φυλάξω και να εφαρμόσω τις εντολές του Θεού∙ μα, ωστόσο, είμαι άνθρωπος, κι από πού να ξέρω αν άρεσαν στο Θεό τα έργα μου;
Τον ξαναρωτούν οι αδελφοί:
- Δεν έχεις πεποίθηση πως τα έργα σου είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού;
Και τους απαντά ο Γέροντας:
- Δεν παραπαίρνω θάρρος αν δεν συναντήσω το Θεό, γιατί άλλη είναι η κρίση του Θεού και άλλη εκείνη των ανθρώπων.
Κ’ ενώ εκείνοι ήθελαν ακόμη να τον ρωτήσουν και γι’ άλλα θέματα , εκείνος τους λέγει:
- Σας παρακαλώ, κάνετε αγάπη , και μη μου μιλάτε, γιατί ο νους μου είναι απασχολημένος.
Ύστερ’ από λίγο εκοιμήθη ο Γέροντας, χαρούμενος. Τον έβλεπαν να φεύγει στο ταξίδι για τα υψηλά, όπως ακριβώς όταν ταξιδεύει κάποιος κι ασπάζεται τους φίλους του και τα προσφιλή του πρόσωπα. Γιατί ο Γέροντας είχε μεγάλη προσοχή σε όλα, πάντα του. Και δίχως αυτή την προσοχή, δεν προκόβει σε καμμιάν αρετή ο άνθρωπος.
λδ΄
Για τον αββά Απολλώ διηγιότανε, πως είχε κάποιο μαθητή, ονομαζόμενο Ισαάκ∙ αυτός είχε καταβάλει πολύ κόπο κ’ έμαθε να κάνει με τέλειο τρόπο κάθε έργο αγαθό, κ’ είχε αποχτήσει και το χάρισμα της ησυχίας την ώρα της θείας λειτουργίας. Και ο λόγος του γι’ αυτό το θέμα ήταν γιατί πίστευε, πως όλα είναι καλά στην ώρα τους, ή ακόμη πως το κάθε πράγμα έχει τη δική του στιγμή. Με την απόλυση της συνάξεως στην εκκλησία, εκείνος έφευγε γρήγορα , λες και τον κυνηγούσε η φωτιά, κ’ έτρεχε να κρυφτεί στο κελλί του. Πολλές φορές , μετά τη θεία λειτουργία , δίνονταν στους αδελφούς απόνα παξιμάδι κ’ ένα ποτήρι κρασί, μα εκείνο; Ποτέ δεν έπαιρνε∙ όχι γιατί έδιωχνε κι απέφευγε την ευλογία των αδελφών, αλλά για να κρατήσει άθικτη την ησυχία από τη σύναξη.
Έτυχε ν’ αρρωστήσει κάποτε και να μείνει στο κρεβάτι. Το έμαθαν οι αδελφοί κ’ ήρθαν να τον επισκεφθούν. Κάθησαν , λοιπόν, κοντά και τον ρωτούσαν:
- Αββά Ισαάκ, γιατί φεύγεις αμέσως μετά τη σύναψη, και δεν κάθεσαι μαζί με τους άλλους αδελφούς;
Κ’ εκείνος τους απάντησε:
- Δεν φεύγω για ν’ αποφύγω τους αδελφούς , μα την πανουργία των δαιμόνων με τις δόλιες τέχνες τους. Γιατί, όπως ακριβώς εκείνος που κρατάει μια λαμπάδα αναμμένη και αργοπορεί και στέκεται μες στον αέρα, θα του σβηστεί, έτσι κ’ εμείς: παίρνοντας το φωτισμό του αγίου Πνεύματος στη θεία Ευχαριστία, αν τύχει και αργήσουμε να μπούμε στο κελλί μας, ο νους μας σκοτίζεται, χάνει το φωτισμό.
Αυτή ήταν η ενάρετη πολιτεία του αββά Ισαάκ.
Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ ΕΚΔΟΣΗ
Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011
Συμβουλές και θαυμαστά γεγονότα από την ζωήν του Γερο-Αρσενίου
«Ένας άλλος, από άλλην συνοδείαν, ήλθε στην καλογερικήν με πολλήν ζέσιν˙ υποτάχτηκε σ’ ένα σκληρό Γεροντάκι πάρα κάτω και στην αρχήν αγωνιζόταν πάρα πολύ. Όλη νύχτα αγρυπνία, ορθοστασία, μετάνοιες, νηστείες, υπακοή, καθαρή εξομολόγησις κλπ.
Έλα όμως , που μετά από δυό-τρία χρόνια χαλάρωσε, έδωσεν εξουσίαν στον πειρασμόν και άρχισε να πηγαίνη πίσω-πίσω. Εθόλωνε στην προσευχήν το μυαλό, καθόταν, κοιμόταν˙ ξυπνούσε κομμένος ˙ ξανακοιμόταν και τέλος πάντων σκοτωνόταν να βγάλει τα πνευματικά του καθήκοντα. Δεν φτάνει αυτό˙ τον πλακώνει και το δαιμόνιον της πορνείας και τον πολεμούσε φοβερά.
Συγχρόνως του ‘φερνε απόγνωσιν και τον ψιθύριζε στ’ αυτί ότι μ’ αυτά τα χάλια σίγουρα θα κολαστή. Το φοβερότερο όμως˙ του έβαλεν και ντροπήν για να μη εξομολογιέται και του ‘λεγε: “Ταλαίπωρε, εσύ που έβγαζες τόσες αγρυπνίες με τόσες μετάνοιες, τόσα δάκρυα, τόσον αγώνα, τώρα τι να πης στον Γέροντα; “ Αν ακούση αυτά τα χάλια σου και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας σίγουρα θα σε διώξη. Δεν φεύγεις από μόνος σου;”. “Αλλά πάλιν πρέπει να βρω κάποιαν πρόφασιν”, σκεφτόταν- τι να κάνω;
Φαίνεται όμως τον λυπήθηκεν ο Θεός και του ‘βαλε τον λογισμόν: “ δεν πας στον π. Αρσένιον να πης τους λογισμούς σου;”.
Έρχεται το καλογέρι με κατεβασμένο κεφάλι από ντροπή και με πολλήν προσπάθειαν κατάφερε να μου τα πη όλα και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας. Αυτός ως άπειρος ενόμιζεν ότι, αν εξωμολογιόταν, θα τον επρόσβαλλα. Όμως εγώ, ξέροντας από την πείρα μου τις τέχνες του διαβόλου, τον έβαλα στην αγκαλιά μου και του λέω:
- Μπράβο παιδί μου˙ κατάλαβα ότι είσαι αγωνιστής και σ’ αγαπά ο Χριστός.
- Μα εμένα Γέροντα;
- Ναι, εσένα και για να σου το αποδείξω ,πες μου ειλικρινά˙ όταν αγωνιζόσουν σκληρά και ούτε πολέμους είχες, τι ιδέαν είχες για τον εαυτό σου;
- Τότε Γέροντα, ήμουν ένας μικρός άγιος˙ τώρα είμαι ο χειρότερος όλων.
- “ Ο Θεός σχωρέσει σε”. Τώρα μιλάς σωστά. Όλοι οι αγώνες και οι κόποι μας πρέπει να καταλήξουν εις την ταπεινοφροσύνην. Ποτέ δεν ήσουν άγιος, αλλά σ’ εσκέπαζεν η χάρις του Θεού και νόμιζες ότι είναι κάτι δικό σου˙ γι’ αυτό σε άφησεν η χάρις για να καταλάβης τον εαυτόν σου. Όμως με την εξομολόγησιν πάλιν θα ξανάλθη η χάρις ˙ μόνο μην ντρέπεσαι στο εξής να εξομολογιέσαι στον Γέροντα σου και να κρατάς σφικτά πάντα αυτόν τον λογισμόν: “Εγώ δεν είμαι τίποτε˙ ό,τι καλόν έχω είναι από τον Θεόν, δι’ ευχών του Γέροντά μου. Αν μ’ εγκαταλείψη ξαναπέφτω αμέσως”. Έκτοτε το καλογέρι ξεμολογιόταν στον Γέροντά του και μέχρι τώρα αγωνίζεται με πολλήν προθυμίαν».
Απ’ αυτά τα παραδείγματα βγαίνει το συμπέρασμα, ότι ο παππούς , σαν επισφράγισμα των σκληρών αγώνων του, έφθασεν ο ίδιος σε μέτρον ταπεινοφροσύνης και έμαθε δια Πνεύματος Αγίου τα ίδια λόγια , που είπε στον σύγχρονόν του Ρώσσον ασκητήν Σιλουανόν ο Χριστός: «κράτα τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου» .
...
Ανάγνωσις
Αλλά και την ανάγνωσιν ο παππούς, την θεωρούσε απαραίτητον κι έλεγε: « Η ανάγνωσις είμαι και αυτή ένα είδος προσευχής. Εμεί κάθε μέρα διαβάζαμε ένα-δυό κεφάλαια Αγ. Γραφή και μετά διαβάζαμε πατερικά βιβλία. Όσο για τον άγιο Ισαάκ τον Σύρον, τον κρατούσαμε πάντα στη μασχάλη μας. Άλλο βιβλίο να μην έχης, ο Ισαάκ ο Σύρος φθάνει∙ τα λέει όλα. όμως διαβάζαμε και Κλίμακα, Αββά Δωρόθεον, Ευεργετινόν, άγιο Μακάριον κλπ. αλλά και τους βίους των αγίων μας. Όταν διαβάζουμε βίους αγίων κερδίζουμε δυό πράγματα. Πρώτον, το παράδειγμα των αγώνων τους, μας ξυπνά από την νάρκην της αμελείας, και δεύτερον οι άγιοι, όταν διαβάζουμε τον βίον τους με ευλάβειαν, πρεσβεύουν στον Χριστόν για μας.
Πάντοτε όμως πρέπει να προσευχόμαστε προτού αρχίσουμε το διάβασμα. Μετά την προσευχή διαβάζουμε τον βίον κάποιου αγίου και τόσο μας συγκινεί, όπου δεν μπορούμε να σταματήσουμε τα δάκρυα. Αυτό συμβαίνει διότι η προσευχή φωτίζει το μυαλό».
- Παππού, από την Αγ.Γραφήν τι να διαβάζουμε περισσότερον;
- Όλη η Αγ. Γραφή είναι θεόπνευστη και πρέπει να την διαβάζουμε. Από την Π. Διαθήκη πρέπει να διαβάζουμε το ψαλτήρι∙ είναι πολύ δυνατή προσευχή.
Από την ζωήν του παππού
Μια μέρα στο Μοναστήρι μας, όπου ο παππούς διήνυσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ένας αδελφός του είπε:
- Παππού, έκαμα τις μετάνοιές μου, αλλά έπαθα υπερκόπωσιν.
- Πόσες μετάνοιες έκαμες;
- Εκατόν πενήντα.
Γυρίζει σε λίγο ο παππούς και λέγει: «Μωρέ, έκαμε 150 μετάνοιες κι έπαθεν υπερκόπωσιν!». Το ‘λεγε με όλην του την απλότητα και εθαύμαζε.
Επειδή έτυχε να συναθροισθούν μερικοί νέοι εκεί, βρήκα την ευκαιρία και τον ερώτησα για να ωφεληθούμε.
- Εσείς, παππού, πόσες μετάνοιες εκάμνατε;
- Εμείς όταν ήμασταν νέοι βγάζαμε μέχρι 3000 μετάνοιες και τα κομποσχοίνια τα τραβούσα όλη νύχτα με σταυρούς. Μια φορά, όμως, επιάστηκεν ο ώμος μου και το ‘πα στον Γέροντα. Από τότε μ’ έβαλε να κάμνω δίχως σταυρούς τα κομποσχοίνια, εκτός βέβαια αυτά που υποχρεώνει ο καθημερινός μας κανόνας.
- Αν είναι ευλογημένο, πέστε μας λίγα λόγια από τους αγώνες σας με τον Γέροντα.
- Τα πρώτα χρονιά στον Άη-Βασίλη, αφού θάψαμε το γεροντάκι μας, αγωνιζόμασταν οι δυο μας, αλλά ο καθένας ξεχωριστά στο κελλάκι του.
Με πρωτοβουλίαν του Γέροντα δοκιμάσαμε όλους τους τρόπους αγρυπνίας που γράφουν οι άγιοι πατέρες. Για ένα μεγάλο διάστημα, στο κρεββάτι ποτέ δεν ξαπλώσαμε. Η αγρυπνία μας ξεκινούσε από το απόγευμα και τελείωνε το πρωί με το φως του ήλιου.
Όταν πια ξημέρωνε, κουρασμένοι, παϊλντισμένοι, καθόμασταν στο στασίδι ή σ’ ένα σκαμνί, για ν’ αποδώσουμε τον απαιτούμενο φόρον στο σαρκίον, πριν ξεκινήσουμε για το εργόχειρο. Όσο για φαγητό τρώγαμε πάντοτε, όλον τον χρόνον μια φορά την ημέραν, κυρίως παξιμάδι ή ψωμί, αν τύχαινε, και ό,τι άλλο πρόχειρο χωρίς λάδι, εκτός Σαββατοκύριακο.
Την ημέραν δουλεύσαμε εργόχειρο, εγώ όμως περισσότερο εφρόντιζα για τις εξωτερικές ανάγκες του κελλιού και συγχρόνως ασταμάτητα λέγαμε το “Κύριε Ιησού Χριστέ…” . Η αργολογία για τον Γέροντα ήταν θανάσιμο αμάρτημα”.
- Αμάν, Γέροντα, έτσι που μας λέτε εμείς θα κολασθούμε.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Μη κοιτάτε εμάς. Εσείς δυό πράματα αν κάμετε, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη . Υπακοή και τα πνευματικά σας∙ όσο για μετάνοιες, όσες κρίνει ο Γέροντας για τον καθένα κατά δύναμιν.
Ακόμα θα σας πω άλλα δυό πράματα. Προσέχετε όσο μπορείτε την γλώσσαν∙ όχι ν’ αργολογή και να κατακρίνη, αλλά σαν υπηρετάτε, να λέτε συνέχειαν την ευχήν. Είναι δύσκολα αυτά τα πράγματα;
- Όχι, Γέροντα.
- Άντε στην ευχή μου κι αν εφαρμόσετε αυτά, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη. Ο άγγελος ο φύλακας, μπροστά σας πορεύεται.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Έλα όμως , που μετά από δυό-τρία χρόνια χαλάρωσε, έδωσεν εξουσίαν στον πειρασμόν και άρχισε να πηγαίνη πίσω-πίσω. Εθόλωνε στην προσευχήν το μυαλό, καθόταν, κοιμόταν˙ ξυπνούσε κομμένος ˙ ξανακοιμόταν και τέλος πάντων σκοτωνόταν να βγάλει τα πνευματικά του καθήκοντα. Δεν φτάνει αυτό˙ τον πλακώνει και το δαιμόνιον της πορνείας και τον πολεμούσε φοβερά.
Συγχρόνως του ‘φερνε απόγνωσιν και τον ψιθύριζε στ’ αυτί ότι μ’ αυτά τα χάλια σίγουρα θα κολαστή. Το φοβερότερο όμως˙ του έβαλεν και ντροπήν για να μη εξομολογιέται και του ‘λεγε: “Ταλαίπωρε, εσύ που έβγαζες τόσες αγρυπνίες με τόσες μετάνοιες, τόσα δάκρυα, τόσον αγώνα, τώρα τι να πης στον Γέροντα; “ Αν ακούση αυτά τα χάλια σου και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας σίγουρα θα σε διώξη. Δεν φεύγεις από μόνος σου;”. “Αλλά πάλιν πρέπει να βρω κάποιαν πρόφασιν”, σκεφτόταν- τι να κάνω;
Φαίνεται όμως τον λυπήθηκεν ο Θεός και του ‘βαλε τον λογισμόν: “ δεν πας στον π. Αρσένιον να πης τους λογισμούς σου;”.
Έρχεται το καλογέρι με κατεβασμένο κεφάλι από ντροπή και με πολλήν προσπάθειαν κατάφερε να μου τα πη όλα και προ πάντων τον πόλεμον της πορνείας. Αυτός ως άπειρος ενόμιζεν ότι, αν εξωμολογιόταν, θα τον επρόσβαλλα. Όμως εγώ, ξέροντας από την πείρα μου τις τέχνες του διαβόλου, τον έβαλα στην αγκαλιά μου και του λέω:
- Μπράβο παιδί μου˙ κατάλαβα ότι είσαι αγωνιστής και σ’ αγαπά ο Χριστός.
- Μα εμένα Γέροντα;
- Ναι, εσένα και για να σου το αποδείξω ,πες μου ειλικρινά˙ όταν αγωνιζόσουν σκληρά και ούτε πολέμους είχες, τι ιδέαν είχες για τον εαυτό σου;
- Τότε Γέροντα, ήμουν ένας μικρός άγιος˙ τώρα είμαι ο χειρότερος όλων.
- “ Ο Θεός σχωρέσει σε”. Τώρα μιλάς σωστά. Όλοι οι αγώνες και οι κόποι μας πρέπει να καταλήξουν εις την ταπεινοφροσύνην. Ποτέ δεν ήσουν άγιος, αλλά σ’ εσκέπαζεν η χάρις του Θεού και νόμιζες ότι είναι κάτι δικό σου˙ γι’ αυτό σε άφησεν η χάρις για να καταλάβης τον εαυτόν σου. Όμως με την εξομολόγησιν πάλιν θα ξανάλθη η χάρις ˙ μόνο μην ντρέπεσαι στο εξής να εξομολογιέσαι στον Γέροντα σου και να κρατάς σφικτά πάντα αυτόν τον λογισμόν: “Εγώ δεν είμαι τίποτε˙ ό,τι καλόν έχω είναι από τον Θεόν, δι’ ευχών του Γέροντά μου. Αν μ’ εγκαταλείψη ξαναπέφτω αμέσως”. Έκτοτε το καλογέρι ξεμολογιόταν στον Γέροντά του και μέχρι τώρα αγωνίζεται με πολλήν προθυμίαν».
Απ’ αυτά τα παραδείγματα βγαίνει το συμπέρασμα, ότι ο παππούς , σαν επισφράγισμα των σκληρών αγώνων του, έφθασεν ο ίδιος σε μέτρον ταπεινοφροσύνης και έμαθε δια Πνεύματος Αγίου τα ίδια λόγια , που είπε στον σύγχρονόν του Ρώσσον ασκητήν Σιλουανόν ο Χριστός: «κράτα τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου» .
...
Ανάγνωσις
Αλλά και την ανάγνωσιν ο παππούς, την θεωρούσε απαραίτητον κι έλεγε: « Η ανάγνωσις είμαι και αυτή ένα είδος προσευχής. Εμεί κάθε μέρα διαβάζαμε ένα-δυό κεφάλαια Αγ. Γραφή και μετά διαβάζαμε πατερικά βιβλία. Όσο για τον άγιο Ισαάκ τον Σύρον, τον κρατούσαμε πάντα στη μασχάλη μας. Άλλο βιβλίο να μην έχης, ο Ισαάκ ο Σύρος φθάνει∙ τα λέει όλα. όμως διαβάζαμε και Κλίμακα, Αββά Δωρόθεον, Ευεργετινόν, άγιο Μακάριον κλπ. αλλά και τους βίους των αγίων μας. Όταν διαβάζουμε βίους αγίων κερδίζουμε δυό πράγματα. Πρώτον, το παράδειγμα των αγώνων τους, μας ξυπνά από την νάρκην της αμελείας, και δεύτερον οι άγιοι, όταν διαβάζουμε τον βίον τους με ευλάβειαν, πρεσβεύουν στον Χριστόν για μας.
Πάντοτε όμως πρέπει να προσευχόμαστε προτού αρχίσουμε το διάβασμα. Μετά την προσευχή διαβάζουμε τον βίον κάποιου αγίου και τόσο μας συγκινεί, όπου δεν μπορούμε να σταματήσουμε τα δάκρυα. Αυτό συμβαίνει διότι η προσευχή φωτίζει το μυαλό».
- Παππού, από την Αγ.Γραφήν τι να διαβάζουμε περισσότερον;
- Όλη η Αγ. Γραφή είναι θεόπνευστη και πρέπει να την διαβάζουμε. Από την Π. Διαθήκη πρέπει να διαβάζουμε το ψαλτήρι∙ είναι πολύ δυνατή προσευχή.
Από την ζωήν του παππού
Μια μέρα στο Μοναστήρι μας, όπου ο παππούς διήνυσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ένας αδελφός του είπε:
- Παππού, έκαμα τις μετάνοιές μου, αλλά έπαθα υπερκόπωσιν.
- Πόσες μετάνοιες έκαμες;
- Εκατόν πενήντα.
Γυρίζει σε λίγο ο παππούς και λέγει: «Μωρέ, έκαμε 150 μετάνοιες κι έπαθεν υπερκόπωσιν!». Το ‘λεγε με όλην του την απλότητα και εθαύμαζε.
Επειδή έτυχε να συναθροισθούν μερικοί νέοι εκεί, βρήκα την ευκαιρία και τον ερώτησα για να ωφεληθούμε.
- Εσείς, παππού, πόσες μετάνοιες εκάμνατε;
- Εμείς όταν ήμασταν νέοι βγάζαμε μέχρι 3000 μετάνοιες και τα κομποσχοίνια τα τραβούσα όλη νύχτα με σταυρούς. Μια φορά, όμως, επιάστηκεν ο ώμος μου και το ‘πα στον Γέροντα. Από τότε μ’ έβαλε να κάμνω δίχως σταυρούς τα κομποσχοίνια, εκτός βέβαια αυτά που υποχρεώνει ο καθημερινός μας κανόνας.
- Αν είναι ευλογημένο, πέστε μας λίγα λόγια από τους αγώνες σας με τον Γέροντα.
- Τα πρώτα χρονιά στον Άη-Βασίλη, αφού θάψαμε το γεροντάκι μας, αγωνιζόμασταν οι δυο μας, αλλά ο καθένας ξεχωριστά στο κελλάκι του.
Με πρωτοβουλίαν του Γέροντα δοκιμάσαμε όλους τους τρόπους αγρυπνίας που γράφουν οι άγιοι πατέρες. Για ένα μεγάλο διάστημα, στο κρεββάτι ποτέ δεν ξαπλώσαμε. Η αγρυπνία μας ξεκινούσε από το απόγευμα και τελείωνε το πρωί με το φως του ήλιου.
Όταν πια ξημέρωνε, κουρασμένοι, παϊλντισμένοι, καθόμασταν στο στασίδι ή σ’ ένα σκαμνί, για ν’ αποδώσουμε τον απαιτούμενο φόρον στο σαρκίον, πριν ξεκινήσουμε για το εργόχειρο. Όσο για φαγητό τρώγαμε πάντοτε, όλον τον χρόνον μια φορά την ημέραν, κυρίως παξιμάδι ή ψωμί, αν τύχαινε, και ό,τι άλλο πρόχειρο χωρίς λάδι, εκτός Σαββατοκύριακο.
Την ημέραν δουλεύσαμε εργόχειρο, εγώ όμως περισσότερο εφρόντιζα για τις εξωτερικές ανάγκες του κελλιού και συγχρόνως ασταμάτητα λέγαμε το “Κύριε Ιησού Χριστέ…” . Η αργολογία για τον Γέροντα ήταν θανάσιμο αμάρτημα”.
- Αμάν, Γέροντα, έτσι που μας λέτε εμείς θα κολασθούμε.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Μη κοιτάτε εμάς. Εσείς δυό πράματα αν κάμετε, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη . Υπακοή και τα πνευματικά σας∙ όσο για μετάνοιες, όσες κρίνει ο Γέροντας για τον καθένα κατά δύναμιν.
Ακόμα θα σας πω άλλα δυό πράματα. Προσέχετε όσο μπορείτε την γλώσσαν∙ όχι ν’ αργολογή και να κατακρίνη, αλλά σαν υπηρετάτε, να λέτε συνέχειαν την ευχήν. Είναι δύσκολα αυτά τα πράγματα;
- Όχι, Γέροντα.
- Άντε στην ευχή μου κι αν εφαρμόσετε αυτά, ο Χριστός όλους μαζί θα μας βάλη. Ο άγγελος ο φύλακας, μπροστά σας πορεύεται.
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
(1886-1983)
Συνασκητής
Γέροντος Ιωσήφ
Του Ησυχαστού»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011
Η μονολόγιστη ευχή
«Παράλληλα με την εξάρτηση από τον Γέροντα, θα λέτε την ευχούλα, “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή είναι το πρώτο καθήκον κάθε μοναχού. Ας προσέξουν ιδιαίτερα οι νέοι, οι αρχάριοι και αυτοί που μένουν μόνοι τους και είναι αιχμάλωτοι του θελήματός τους. Υπακοή στον Γέροντα και ευχή. Με τρεις ευχές χάνεται ο διάβολος. Στην αρχή, η ευχή σε κάνει να τους βλέπεις όλους καλούς. Σου μιλά όλη η κτίση και χαίρεσαι πολύ.
Όσο πιο πολύ την λες, είναι σαν να φυτεύεις μία ρίζα μέσα σου και σιγά σιγά θα βλαστήσει και θα γίνει δένδρο. Όταν θα βγαίνεις από το κελλί σου να βάλλεις ένα όρο, ένα σημάδι. Θα λες: Από εδώ μέχρι εκεί θα λέω κάθε μέρα την ευχούλα. Από τα σκαλοπάτια μέχρι την Εκκλησία θα λέω: “Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με”, και έτσι θα γίνει και θα μείνει καλή συνήθεια. Στο διακόνημά σου πάλι να λες την ευχή. Το βράδυ να κάνεις και πνευματική μελέτη. Στην αρχή, όταν θα την λες θα αισθάνεσαι κόπωση στο μυαλό, αλλά μετά θα έρθουν τα δάκρυα. Φροντίστε για τα δάκρυα. Αν δεν έχουμε δάκρυα δεν πάμε καλά, να το ξέρετε. Τα πρώτα, που έρχονται καθαρίζουν και μετά ακολουθούν άλλα, που είναι από αγάπη. Και τούτο να ξέρετε. Ότι τα δάκρυα γίνονται συνήθεια. Όπως στο πλυντήριο καθαρίζονται τα ρούχα, έτσι και τα δάκρυα καθαρίζουν την ψυχή.
Η ευχή θα σας φέρει σε μια κατάσταση, που θα βλέπετε όλη την φύση σε μία ανείπωτη ομορφιά. Η φύση η ίδια θα σας συνομιλεί, θα σας χαμογελάει. Όχι ότι αλλοιούται, και πότε είναι άγρια και πότε ήμερη, αλλά από τον ευδιάθετο τρόπο της ψυχής σας φέρεται και αυτή. Όταν η ψυχή σας πάρει αυτόν τον αγιασμό λέγοντας την ευχούλα, θα δείτε την φύση βουτηγμένη σε μία ανέκφραστη χαρά. Όταν προβιβασθείτε με την ευχή σε ανώτερο επίπεδο θα δείτε την φύση σε ανώτερη πνευματική κατάσταση. Όλη η φύση θα συμπροσεύχεται με σας.
Μετά έρχονται παρηγορίες στον ύπνο ως όνειρα. Αισθάνεσαι ότι πετάς και δεν νοιώθεις το σώμα και τον περιορισμό. Και όλα αυτά είναι ο πρόλογος. Βιάσου, λοιπόν, να μπεις στο κυρίως θέμα.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ
Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ»
ΨΥΧΟΦΕΛΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΑ 12
Όσο πιο πολύ την λες, είναι σαν να φυτεύεις μία ρίζα μέσα σου και σιγά σιγά θα βλαστήσει και θα γίνει δένδρο. Όταν θα βγαίνεις από το κελλί σου να βάλλεις ένα όρο, ένα σημάδι. Θα λες: Από εδώ μέχρι εκεί θα λέω κάθε μέρα την ευχούλα. Από τα σκαλοπάτια μέχρι την Εκκλησία θα λέω: “Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με”, και έτσι θα γίνει και θα μείνει καλή συνήθεια. Στο διακόνημά σου πάλι να λες την ευχή. Το βράδυ να κάνεις και πνευματική μελέτη. Στην αρχή, όταν θα την λες θα αισθάνεσαι κόπωση στο μυαλό, αλλά μετά θα έρθουν τα δάκρυα. Φροντίστε για τα δάκρυα. Αν δεν έχουμε δάκρυα δεν πάμε καλά, να το ξέρετε. Τα πρώτα, που έρχονται καθαρίζουν και μετά ακολουθούν άλλα, που είναι από αγάπη. Και τούτο να ξέρετε. Ότι τα δάκρυα γίνονται συνήθεια. Όπως στο πλυντήριο καθαρίζονται τα ρούχα, έτσι και τα δάκρυα καθαρίζουν την ψυχή.
Η ευχή θα σας φέρει σε μια κατάσταση, που θα βλέπετε όλη την φύση σε μία ανείπωτη ομορφιά. Η φύση η ίδια θα σας συνομιλεί, θα σας χαμογελάει. Όχι ότι αλλοιούται, και πότε είναι άγρια και πότε ήμερη, αλλά από τον ευδιάθετο τρόπο της ψυχής σας φέρεται και αυτή. Όταν η ψυχή σας πάρει αυτόν τον αγιασμό λέγοντας την ευχούλα, θα δείτε την φύση βουτηγμένη σε μία ανέκφραστη χαρά. Όταν προβιβασθείτε με την ευχή σε ανώτερο επίπεδο θα δείτε την φύση σε ανώτερη πνευματική κατάσταση. Όλη η φύση θα συμπροσεύχεται με σας.
Μετά έρχονται παρηγορίες στον ύπνο ως όνειρα. Αισθάνεσαι ότι πετάς και δεν νοιώθεις το σώμα και τον περιορισμό. Και όλα αυτά είναι ο πρόλογος. Βιάσου, λοιπόν, να μπεις στο κυρίως θέμα.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ
Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ»
ΨΥΧΟΦΕΛΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΑ 12
Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011
ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗN ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ
ΙΓ΄
ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗN ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ
ιδ΄
Κάποιος μοναχός είχε αδελφό κοσμικό που ήταν φτωχός, και απ’ ό,τι έβγαζε απ’ το εργόχειρό του τον ενίσχυε κ’ εκείνον. Όμως, όσο τον ενίσχυε, τόσο εκείνος πιο πολύ βυθίζονταν στη φτώχεια. Φεύγει, λοιπόν, ο μοναχός και πάει στον Γέροντα και του εξομολογείται ό,τι συμβαίνει. Κ’ εκείνος του λέει:
- Αν θέλεις να μ’ ακούσεις, μην του ξαναδώσεις πια τίποτε. Μονάχα πες του: «αδελφέ μου, όταν είχα σου έδινα ∙ τώρα, λοιπόν, κ’ εσύ, απ’ ό,τι σε βοηθήσει ο Κύριος να βγάλεις με την εργασία σου, φέρνε και σ’ εμένα». Κι απ’ ό,τι θα σου φέρει, να τα παίρνεις ∙ και όπου δεις ξένον ή φτωχό, να του δίνεις, παρακαλώντας τους να προσεύχονται για κείνον.
Έφυγα π μοναχός, κ’ έκαμε όπως του είπε ο Γέροντας . Και μόλις έφτασε ο αδελφός του, του μίλησε καθαρά, κι ακριβώς όπως του είχε παραγγείλει ο Γέροντας. Κ’ εκείνος έφυγε πολύ λυπημένος.
Και ιδού, την άλλη Κυριακή, μάζεψε από τον κήπο του μικρά λάχανα κ’ έφερε στον αδελφό του, το μοναχό. Εκείνος τα πήρε, τα πήγε στους Γέροντες και τους παρακάλεσε να προσευχηθούν για τον αδελφό του. Κι αφού τον ευλόγησαν οι Γέροντες, έφυγε πάλι για το σπίτι του, στον κόσμο.
Σε λίγες μέρες , έφερε πάλι λάχανα και τρία ψωμιά. Τα πήρε πάλι ο αδελφός του κ’ έκαμε όπως την πρώτη φορά. Κι αφού πήρε πάλι την ευλογία των Γερόντων, έφυγε για τον κόσμο.
Όταν ήρθε για τρίτη φορά, έφερε πολλά φαγώσιμα, και κρασί και ψάρια. Και βλέποντας όλ’ αυτά ο αδελφός του εθαύμασε , κ’ εκάλεσε φτωχούς να τους φιλέψει και να τους περιποιηθεί. Και λέει στον αδελφό του:
- Μήπως έχεις ανάγκη από λίγα ψωμιά;
- Όχι, του απαντά εκείνος. Γιατί, όταν έπαιρνα από σένα, έμπαιναν ωσάν φωτιά μέσα στο σπίτι μου και μου τ’ αφάνιζαν όλα. Μα από κείνη τη στιγμή που σταμάτησες να μου δίνεις, ο Θεός μου τα ευλογεί όλα, κ’ έχω και περισσεύματα.
Πάει, λοιπόν, ο μοναχός και τ’ αναφέρει όλ’ αυτά στον Γέροντα. Κ’ εκείνος του λέει:
- Δεν ξέρεις, πως το έργο του μοναχού είναι φωτιά και όπου μπει τα καίει; Και πάνω απ’ όλα τον ωφελεί εκείνο: το να κάνει ελεημοσύνη απ’ ό,τι βγάζει με τον κόπο του και να παίρνει από τους αγίους ευλογία. Όταν κάνει κανείς αυτό, σίγουρα έχει την ευλογία του Θεού.
Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ΕΚΔΟΣΗ
ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗN ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ
ιδ΄
Κάποιος μοναχός είχε αδελφό κοσμικό που ήταν φτωχός, και απ’ ό,τι έβγαζε απ’ το εργόχειρό του τον ενίσχυε κ’ εκείνον. Όμως, όσο τον ενίσχυε, τόσο εκείνος πιο πολύ βυθίζονταν στη φτώχεια. Φεύγει, λοιπόν, ο μοναχός και πάει στον Γέροντα και του εξομολογείται ό,τι συμβαίνει. Κ’ εκείνος του λέει:
- Αν θέλεις να μ’ ακούσεις, μην του ξαναδώσεις πια τίποτε. Μονάχα πες του: «αδελφέ μου, όταν είχα σου έδινα ∙ τώρα, λοιπόν, κ’ εσύ, απ’ ό,τι σε βοηθήσει ο Κύριος να βγάλεις με την εργασία σου, φέρνε και σ’ εμένα». Κι απ’ ό,τι θα σου φέρει, να τα παίρνεις ∙ και όπου δεις ξένον ή φτωχό, να του δίνεις, παρακαλώντας τους να προσεύχονται για κείνον.
Έφυγα π μοναχός, κ’ έκαμε όπως του είπε ο Γέροντας . Και μόλις έφτασε ο αδελφός του, του μίλησε καθαρά, κι ακριβώς όπως του είχε παραγγείλει ο Γέροντας. Κ’ εκείνος έφυγε πολύ λυπημένος.
Και ιδού, την άλλη Κυριακή, μάζεψε από τον κήπο του μικρά λάχανα κ’ έφερε στον αδελφό του, το μοναχό. Εκείνος τα πήρε, τα πήγε στους Γέροντες και τους παρακάλεσε να προσευχηθούν για τον αδελφό του. Κι αφού τον ευλόγησαν οι Γέροντες, έφυγε πάλι για το σπίτι του, στον κόσμο.
Σε λίγες μέρες , έφερε πάλι λάχανα και τρία ψωμιά. Τα πήρε πάλι ο αδελφός του κ’ έκαμε όπως την πρώτη φορά. Κι αφού πήρε πάλι την ευλογία των Γερόντων, έφυγε για τον κόσμο.
Όταν ήρθε για τρίτη φορά, έφερε πολλά φαγώσιμα, και κρασί και ψάρια. Και βλέποντας όλ’ αυτά ο αδελφός του εθαύμασε , κ’ εκάλεσε φτωχούς να τους φιλέψει και να τους περιποιηθεί. Και λέει στον αδελφό του:
- Μήπως έχεις ανάγκη από λίγα ψωμιά;
- Όχι, του απαντά εκείνος. Γιατί, όταν έπαιρνα από σένα, έμπαιναν ωσάν φωτιά μέσα στο σπίτι μου και μου τ’ αφάνιζαν όλα. Μα από κείνη τη στιγμή που σταμάτησες να μου δίνεις, ο Θεός μου τα ευλογεί όλα, κ’ έχω και περισσεύματα.
Πάει, λοιπόν, ο μοναχός και τ’ αναφέρει όλ’ αυτά στον Γέροντα. Κ’ εκείνος του λέει:
- Δεν ξέρεις, πως το έργο του μοναχού είναι φωτιά και όπου μπει τα καίει; Και πάνω απ’ όλα τον ωφελεί εκείνο: το να κάνει ελεημοσύνη απ’ ό,τι βγάζει με τον κόπο του και να παίρνει από τους αγίους ευλογία. Όταν κάνει κανείς αυτό, σίγουρα έχει την ευλογία του Θεού.
Από το βιβλίο: «Π.Β. ΠΑΣΧΟΥ
ΤΟ ΕΑΡ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
ΜΙΚΡΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Α΄»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΊΤΑΣ
ΣΤ΄ΕΚΔΟΣΗ
Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011
Η Προσευχή των γονέων για τα παιδιά τους
« Ο άγιος Μείραξ γεννήθηκε από χριστιανούς γονείς . Αφού βαπτίσθηκε , ανατρεφόταν χριστιανικά από τους γονείς του. Ξαφνικά επισκέφθηκε τον Μουσουλμάνο Διοικητή , μπροστά στον οποίο αρνήθηκε την πίστη του Χριστού. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και αφού έκοψε τη ζώνη του και πάτησε τον βαφτιστικό σταυρό του, πήρε στα χέρια του ένα μαχαίρι, το οποίο άρχισε να στριφογυρίζει , ενώ ταυτοχρόνως φώναζε δυνατά:
- Είμαι Αγαρηνός ( Μουσουλμάνος) και από σήμερα δεν είμαι πια χριστιανός!
Οι γονείς του , όταν έμαθαν πως ο υιός τους αλλαξοπίστησε, άρχισαν να παρακαλούν τον Θεό να του αλλάξει γνώμη.
Και πραγματικά. Ο Θεός , βλέποντας την αγαθή τους επιθυμία και τις επίμονες παρακλήσεις τους, άλλαξε την καρδιά του υιού τους και τον οδήγησε σε μετάνοια.
Ο Μείραξ επισκέφθηκε τους γονείς του και τους φανέρωσε την μετάνοιά του. Το ίδιο έκανε και στον Μουσουλμάνο Διοικητή, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε θάνατο και να αποκεφαλισθεί» ( Συναξάρι 11 Δεκεμβρίου) .
Οι προσευχές των γονέων έχουν μεγάλη αποτελεσματικότητα. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι γονείς , για σοβαρά θέματα των παιδιών τους, δεν μπορούν να κάμουν τίποτε. Τότε, η μόνη διέξοδος είναι η καταφυγή στον παντοδύναμο Θεό. Ο Θεός όχι μόνο έχει τη δύναμη να βοηθήσει τους γονείς, αλλά μπορεί και με πολλούς και διάφορους τρόπους να αλλάξει τις σκέψεις και τις διαθέσεις των παιδιών.
Ο απόστολος Ιάκωβος βεβαιώνει ότι, η προσευχή για τους άλλους ασκεί μεγάλη επίδραση ( ε΄16 ). Αυτό όμως ισχύει περισσότερο για την προσευχή που κάνουν οι γονείς για τα παιδιά τους.
Χρειάζεται μόνο επιμονή. Ο Αυγουστίνος ,στα νειάτα του ήταν άπιστος και ζούσε αμαρτωλή ζωή. Η μητέρα του όμως δεν έπαυσε να προσεύχεται με δάκρυα, για τη σωτηρία του υιού της. Και ο Αυγουστίνος όχι μόνο μετενόησε, αλλά έγινε και ο μεγαλύτερος πνευματικός οδηγός των χριστιανών της Δυτικής Ευρώπης.
Ο Θεός είναι Πατέρας και Παντοκράτωρ. Ως Πατέρας κατανοεί τους πόθους και τους προβληματισμούς των γονέων και ως Παντοκράτωρ επεμβαίνει και με τρόπους που εμείς ούτε καν μπορούμε να διανοηθούμε, πραγματοποιεί θαυμαστές αλλοιώσεις στις καρδιές και τη ζωή των παιδιών.
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
- Είμαι Αγαρηνός ( Μουσουλμάνος) και από σήμερα δεν είμαι πια χριστιανός!
Οι γονείς του , όταν έμαθαν πως ο υιός τους αλλαξοπίστησε, άρχισαν να παρακαλούν τον Θεό να του αλλάξει γνώμη.
Και πραγματικά. Ο Θεός , βλέποντας την αγαθή τους επιθυμία και τις επίμονες παρακλήσεις τους, άλλαξε την καρδιά του υιού τους και τον οδήγησε σε μετάνοια.
Ο Μείραξ επισκέφθηκε τους γονείς του και τους φανέρωσε την μετάνοιά του. Το ίδιο έκανε και στον Μουσουλμάνο Διοικητή, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε θάνατο και να αποκεφαλισθεί» ( Συναξάρι 11 Δεκεμβρίου) .
Οι προσευχές των γονέων έχουν μεγάλη αποτελεσματικότητα. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι γονείς , για σοβαρά θέματα των παιδιών τους, δεν μπορούν να κάμουν τίποτε. Τότε, η μόνη διέξοδος είναι η καταφυγή στον παντοδύναμο Θεό. Ο Θεός όχι μόνο έχει τη δύναμη να βοηθήσει τους γονείς, αλλά μπορεί και με πολλούς και διάφορους τρόπους να αλλάξει τις σκέψεις και τις διαθέσεις των παιδιών.
Ο απόστολος Ιάκωβος βεβαιώνει ότι, η προσευχή για τους άλλους ασκεί μεγάλη επίδραση ( ε΄16 ). Αυτό όμως ισχύει περισσότερο για την προσευχή που κάνουν οι γονείς για τα παιδιά τους.
Χρειάζεται μόνο επιμονή. Ο Αυγουστίνος ,στα νειάτα του ήταν άπιστος και ζούσε αμαρτωλή ζωή. Η μητέρα του όμως δεν έπαυσε να προσεύχεται με δάκρυα, για τη σωτηρία του υιού της. Και ο Αυγουστίνος όχι μόνο μετενόησε, αλλά έγινε και ο μεγαλύτερος πνευματικός οδηγός των χριστιανών της Δυτικής Ευρώπης.
Ο Θεός είναι Πατέρας και Παντοκράτωρ. Ως Πατέρας κατανοεί τους πόθους και τους προβληματισμούς των γονέων και ως Παντοκράτωρ επεμβαίνει και με τρόπους που εμείς ούτε καν μπορούμε να διανοηθούμε, πραγματοποιεί θαυμαστές αλλοιώσεις στις καρδιές και τη ζωή των παιδιών.
Από το βιβλίο: «+ Μητροπολίτου Αχελώου
ΕΥΘΥΜΙΟΥ (Κ. ΣΤΥΛΙΟΥ)
ΟΙ ΑΕΤΟΙ
Ορθόδοξο Θεολογικό Αγιολόγιο»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011
Και αν ακόμη γίνης Παύλος , έχεις ανάγκη από τις προσευχές των άλλων.
Και αν ακόμη γίνης Παύλος , έχεις ανάγκη από τις προσευχές των άλλων.
Αν επαγρυπνούμε, δεν θα χρειασθούμε την βοήθεια των άλλων˙ αν όμως κοιμώμαστε δεν θα μας ωφελήση καθόλου η βοήθεια των άλλων, αλλά θα καταστραφούμε μαζί με εκείνη.
Καλό είναι να απολαμβάνουμε την προσευχή των αγίων, αλλά όταν και εμείς είμαστε ενεργητικοί. Και τι μου χρειάζεται η προσευχή του άλλου, λέγει , όταν εγώ είμαι ενεργητικός; Σωστό είναι να μην κάνης τον εαυτό σου να πέση σε ανάγκη, διότι ούτε εγώ το θέλω˙ αλλά πάντοτε βρισκόμαστε σε ανάγκη , όταν σκεπτώμαστε σωστά. Ο Παύλος δεν είπε “ τι μου χρειάζεται η προσευχή;” , (μολονότι εκείνοι που προσεύχονταν δεν ήταν ισάξιοι αυτού ή καλλίτερα ούτε ίσοι ) και συ λες τί μου χρειάζεται η προσευχή τους; Ο Πέτρος δεν είπε τί μου χρειάζεται η προσευχή τους διότι λέγει: « Γινόταν από την Εκκλησία δυνατή προσευχή προς τον Θεό για την διάσωσί του» ( Πραξ. 12, 5 ) , και συ λες τί μου χρειάζεται η προσευχή τους; Γι’ αυτό σου χρειάζεται, διότι νομίζεις ότι δεν έχεις καμμία ανάγκη. Και αν ακόμη γίνης όπως ο Παύλος, έχεις ανάγκη από την προσευχή των άλλων. Μην υψώνεσαι, για να μην ταπεινωθής. Αλλά όπως είπα, αν εμείς είμαστε ενεργητικοί, ωφελούν και οι προσευχές που γίνονται για μας. Άκουε τον Παύλο που λέγει˙ «Διότι γνωρίζω ότι αυτό θα αποβή σε σωτηρία με την δική σας δέησι και την βοήθεια του Πνεύματος του Χριστού» (Φιλιπ.1,19 ) . και πάλι˙ «Ώστε το χάρισμα σε μας από πολλά πρόσωπα να εκφρασθή με πολλές ευχαριστίες για χάρι μας» ( Β΄ Κορ. 1,11 ) . Και συ λες τί μου χρειάζεται η προσευχή; Αν όμως εμείς μένουμε αδρανείς , κανένας δεν μπορεί να μας βοηθήση. Τι ωφέλησε ο Ιερεμίας τους Ιουδαίους; Δεν προσήλθε τρεις φορές στο Θεό και την τρίτη φορά άκουσε: « Μην προσεύχεσαι για τον λαό του αυτό … διότι δεν θα σε ακούσω;» ( Ιερ. 7,16) ; Σε τι ωφέλησε τον Σαούλ ο Σαμουήλ; Όχι μόνο προσευχόταν, αλλά και δεν στενοχωρείτο γι’ αυτόν μέχρι την τελευταία ημέρα; Τι ωφέλησε τους Ισραηλίτες ; δεν έλεγε˙ «Εγώ όμως είθε να μη συμβή να αμαρτήσω σταματώντας να προσεύχομαι στον Κύριο για σας» ( Α΄ Βασ. 12, 23) ; δεν κατεστράφηκαν όλοι;
Συμπράττουν και βοηθούν
Τίποτε λοιπόν δεν ωφελούν οι προσευχές; λέγει. Ωφελούν και μάλιστα πολύ, όταν κάνουμε κάτι και μεις. Διότι οι προσευχές συμπράττουν και βοηθούν˙ συμπράττει όμως κανείς μ’ αυτόν που ενεργεί και βοηθεί αυτόν που και ο ίδιος εργάζεται ˙ αν όμως μένεις αργός , δεν θα ωφεληθής σε τίποτε το σπουδαίο. Διότι εάν οι προσευχές μπορούσαν να μας οδηγήσουν στη βασιλεία των ουρανών, ενώ εμείς δεν εργαζόμαστε, γιατί δεν γίνονται χριστιανοί όλοι οι ειδωλολάτρες; Δεν προσευχόμαστε για όλο τον κόσμο; και ο Παύλος δεν έκανε αυτό; Δεν έχουμε την απαίτησι να επανέλθουν όλα στον Θεό; Γιατί οι κακοί γίνονται αγαθοί, εάν δεν προσφέρουν τίποτε από τον εαυτό τους;
Θέλης να μάθης πόσο ωφελούν;
Ωφελούν λοιπόν πολύ οι προσευχές, όταν και μεις προσφέρουμε ατό που μπορούμε. Θέλεις να μάθης πόσο ωφέλησαν οι προσευχές; Σκέψου παρακαλώ, τον Κορνήλιο, την Ταβιθά. Ακόμη άκουε τον Ιακώβ που έλεγε στον Λάβαν: «Αν ο φόβος του πατέρα μου δεν ήταν με το μέρος μου, θα με είχες ξαποστείλει με άδεια χέρια» ( Γεν. 31, 42 ) . Άκουε επίσης και τον Θεό που λέγει ˙ « Θα υπερασπίσω την πόλι αυτή για μένα και τον Δαυίδ και τον υιό μου» ( Δ΄ Βασ. 19,34 ). Αλλά πότε; Επί βασιλέως Εζεκία, που ήταν δίκαιος. Διότι αν είχαν δύναμι οι προσευχές και όταν οι βασιλείς ήταν πολύ κακοί, γιατί δεν είπε αυτό ο Θεός όταν ήλθε και ο Ναβουχοδονόσορ , αλλά παρέδωσε την πόλι; Επειδή υπερίσχυσε η κακία. Πάλι ο ίδιος ο Σαμουήλ προσευχήθηκε για τους Ισραηλίτες και ωφέλησε, αλλά πότε; όταν και οι ίδιοι ήταν ευάρεστοι στον Θεό˙ διότι τότε κατετρόπωσαν τους εχθρούς.
Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων
Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
Αν επαγρυπνούμε, δεν θα χρειασθούμε την βοήθεια των άλλων˙ αν όμως κοιμώμαστε δεν θα μας ωφελήση καθόλου η βοήθεια των άλλων, αλλά θα καταστραφούμε μαζί με εκείνη.
Καλό είναι να απολαμβάνουμε την προσευχή των αγίων, αλλά όταν και εμείς είμαστε ενεργητικοί. Και τι μου χρειάζεται η προσευχή του άλλου, λέγει , όταν εγώ είμαι ενεργητικός; Σωστό είναι να μην κάνης τον εαυτό σου να πέση σε ανάγκη, διότι ούτε εγώ το θέλω˙ αλλά πάντοτε βρισκόμαστε σε ανάγκη , όταν σκεπτώμαστε σωστά. Ο Παύλος δεν είπε “ τι μου χρειάζεται η προσευχή;” , (μολονότι εκείνοι που προσεύχονταν δεν ήταν ισάξιοι αυτού ή καλλίτερα ούτε ίσοι ) και συ λες τί μου χρειάζεται η προσευχή τους; Ο Πέτρος δεν είπε τί μου χρειάζεται η προσευχή τους διότι λέγει: « Γινόταν από την Εκκλησία δυνατή προσευχή προς τον Θεό για την διάσωσί του» ( Πραξ. 12, 5 ) , και συ λες τί μου χρειάζεται η προσευχή τους; Γι’ αυτό σου χρειάζεται, διότι νομίζεις ότι δεν έχεις καμμία ανάγκη. Και αν ακόμη γίνης όπως ο Παύλος, έχεις ανάγκη από την προσευχή των άλλων. Μην υψώνεσαι, για να μην ταπεινωθής. Αλλά όπως είπα, αν εμείς είμαστε ενεργητικοί, ωφελούν και οι προσευχές που γίνονται για μας. Άκουε τον Παύλο που λέγει˙ «Διότι γνωρίζω ότι αυτό θα αποβή σε σωτηρία με την δική σας δέησι και την βοήθεια του Πνεύματος του Χριστού» (Φιλιπ.1,19 ) . και πάλι˙ «Ώστε το χάρισμα σε μας από πολλά πρόσωπα να εκφρασθή με πολλές ευχαριστίες για χάρι μας» ( Β΄ Κορ. 1,11 ) . Και συ λες τί μου χρειάζεται η προσευχή; Αν όμως εμείς μένουμε αδρανείς , κανένας δεν μπορεί να μας βοηθήση. Τι ωφέλησε ο Ιερεμίας τους Ιουδαίους; Δεν προσήλθε τρεις φορές στο Θεό και την τρίτη φορά άκουσε: « Μην προσεύχεσαι για τον λαό του αυτό … διότι δεν θα σε ακούσω;» ( Ιερ. 7,16) ; Σε τι ωφέλησε τον Σαούλ ο Σαμουήλ; Όχι μόνο προσευχόταν, αλλά και δεν στενοχωρείτο γι’ αυτόν μέχρι την τελευταία ημέρα; Τι ωφέλησε τους Ισραηλίτες ; δεν έλεγε˙ «Εγώ όμως είθε να μη συμβή να αμαρτήσω σταματώντας να προσεύχομαι στον Κύριο για σας» ( Α΄ Βασ. 12, 23) ; δεν κατεστράφηκαν όλοι;
Συμπράττουν και βοηθούν
Τίποτε λοιπόν δεν ωφελούν οι προσευχές; λέγει. Ωφελούν και μάλιστα πολύ, όταν κάνουμε κάτι και μεις. Διότι οι προσευχές συμπράττουν και βοηθούν˙ συμπράττει όμως κανείς μ’ αυτόν που ενεργεί και βοηθεί αυτόν που και ο ίδιος εργάζεται ˙ αν όμως μένεις αργός , δεν θα ωφεληθής σε τίποτε το σπουδαίο. Διότι εάν οι προσευχές μπορούσαν να μας οδηγήσουν στη βασιλεία των ουρανών, ενώ εμείς δεν εργαζόμαστε, γιατί δεν γίνονται χριστιανοί όλοι οι ειδωλολάτρες; Δεν προσευχόμαστε για όλο τον κόσμο; και ο Παύλος δεν έκανε αυτό; Δεν έχουμε την απαίτησι να επανέλθουν όλα στον Θεό; Γιατί οι κακοί γίνονται αγαθοί, εάν δεν προσφέρουν τίποτε από τον εαυτό τους;
Θέλης να μάθης πόσο ωφελούν;
Ωφελούν λοιπόν πολύ οι προσευχές, όταν και μεις προσφέρουμε ατό που μπορούμε. Θέλεις να μάθης πόσο ωφέλησαν οι προσευχές; Σκέψου παρακαλώ, τον Κορνήλιο, την Ταβιθά. Ακόμη άκουε τον Ιακώβ που έλεγε στον Λάβαν: «Αν ο φόβος του πατέρα μου δεν ήταν με το μέρος μου, θα με είχες ξαποστείλει με άδεια χέρια» ( Γεν. 31, 42 ) . Άκουε επίσης και τον Θεό που λέγει ˙ « Θα υπερασπίσω την πόλι αυτή για μένα και τον Δαυίδ και τον υιό μου» ( Δ΄ Βασ. 19,34 ). Αλλά πότε; Επί βασιλέως Εζεκία, που ήταν δίκαιος. Διότι αν είχαν δύναμι οι προσευχές και όταν οι βασιλείς ήταν πολύ κακοί, γιατί δεν είπε αυτό ο Θεός όταν ήλθε και ο Ναβουχοδονόσορ , αλλά παρέδωσε την πόλι; Επειδή υπερίσχυσε η κακία. Πάλι ο ίδιος ο Σαμουήλ προσευχήθηκε για τους Ισραηλίτες και ωφέλησε, αλλά πότε; όταν και οι ίδιοι ήταν ευάρεστοι στον Θεό˙ διότι τότε κατετρόπωσαν τους εχθρούς.
Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων
Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011
Κανόνας προσευχής. Οι Ψαλμοί. Το κομποσχοίνι.
ΖΗΤΑΣ κάποιον κανόνα προσευχής. Ναι, είναι καλό να έχουμε έναν τέτοιο κανόνα λόγω της αδυναμίας μας, ώστε αφενός να μην υποκύπτουμε στην οκνηρία και αφετέρου να συγκρατούμε τον ενθουσιασμό μας σε όρια συνετά. Όλοι οι μεγάλοι εργάτες της προσευχής τηρούσαν έναν προσευχητικό κανόνα. Άρχιζαν πάντα με τις καθιερωμένες προσευχές. Αν στη διάρκειά τους κάποια προσευχή ανασκιρτούσε μόνη της από την καρδιά τους, άφηναν τις άλλες και προσεύχονταν μ’ αυτήν. Το ίδιο ας κάνουμε κι εμείς. Οι προκαθορισμένες προσευχές χρειάζονται για να μας βάλουν στο δρόμο της προσευχής. Δίχως αυτές, δε θα ξέραμε καν πώς να προσευχηθούμε και θα μέναμε μακριά από τον Θεό.
Δεν χρειάζεται , πάντως , να χρησιμοποιεί κανείς όλες τις προσευχές που είναι γραμμένες στα διάφορα προσευχητάρια. Είναι προτιμότερο να περιορίζεται σ’ έναν μικρό αριθμό προσευχών, που θα τις κάνει με νου προσεκτικό και θερμή καρδιά, παρά να διαβάζει στα πεταχτά πλήθος προσευχών από βιβλία. Είναι δύσκολο, βλέπεις, να διατηρηθεί αναμμένη η φλόγα του προσευχητικού ζήλου με τη χρήση πολυάριθμων προσευχών.
Νομίζω πως οι ορθρινές και εσπερινές ακολουθίες, που περιέχονται στα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας και σε άλλα ορθόδοξα προσευχητάρια, σου φτάνουν. Προσπάθησε μόνο να τις διαβάζεις κάθε φορά με απόλυτη προσοχή και ανάλογα συναισθήματα. Για να το κατορθώσεις ευκολότερα, αφιέρωσε λίγο από τον ελεύθερο χρόνο σου σε σχετική προετοιμασία. Διάβασε όλες τις προσευχές, μιά-μιά ξεχωριστά. Μελέτησέ τες, κατανόησέ τες, βίωσέ τες. Έτσι, όταν θα τις λες την ώρα της προσευχής, θα γνωρίζεις τα ιερά νοήματα και αισθήματα που κλείνουν μέσα τους. Προσευχή δεν είναι η απλή απαγγελία κάποιων προσευχητικών κειμένων, αλλά η αφομοίωση και βίωση του περιεχομένου τους. Η προσευχή πρέπει να βγαίνει από το νου και την καρδιά μας.
Αφού διαβάσεις και βιώσεις τις προσευχές, προσπάθησε να τις απομνημονεύσεις. Έτσι δεν θα χρειάζεται κάθε φορά, πριν προσευχηθείς , να ψάχνεις για Προσευχητάρι και για φως. Όταν θα προσεύχεσαι πάλι, η προσοχή σου δε θα διασπάται από τα αντικείμενα του χώρου. Με κλειστά μάτια, θα διατηρείς ευκολότερα τη νοερή επαφή σου με τον Θεό. Θα το διαπιστώσεις μόνη σου, αν το κάνεις.
Ύστερ’ απ’ αυτή την προετοιμασία, το πρώτο πράγμα που πρέπει να επιδιώκεις, αρχίζοντας την προσευχή, είναι η φύλαξη του νου από την άσκοπη περιπλάνηση και της καρδιάς από την ψυχρότητα. Φρόντισε με κάθε τρόπο να διατηρείς τη νοερή προσοχή και την καρδιακή θέρμη . Κάνε και όσες μετάνοιες μπορείς, λέγοντας παράλληλα την ευχή του Ιησού ή κάποιαν άλλη σύντομη προσευχή. Οι μετάνοιες θα παρατείνουν λίγο τον χρόνο της προσευχής σου, θα αυξήσουν όμως τη δύναμή της. Μετά την καθιερωμένη ορθρινή ακολουθία, να απευθύνεσαι με δικά σου λόγια στον Θεό, ζητώντας Του συγχώρηση για τα αθέλητα ξεστρατίσματα του νου σου και θέτοντας στα χέρια Του τον εαυτό σου.
Στο διάστημα της ημέρας, η μνήμη του Θεού, για την οποία τόσες φορές μιλήσαμε, διατηρείται ανεξάλειπτη με την προσευχή. Θα ήταν, λοιπόν, καλό να αποστήθιζες πέρα από την γνωστή ευχή του Ιησού, ορισμένους Ψαλμούς και να τους έλεγες κάπου-κάπου στη διάρκεια ή σε διαλείμματα της εργασίας σου. Πρόκειται για μια αρχαία χριστιανική συνήθεια, που αναφέρεται και περιλαμβάνεται στους κανόνες των μεγάλων οσίων Παχωμίου και Αντωνίου.
Αφού περάσεις έτσι την ημέρα, κάνε τη βραδινή ακολουθία σου με μεγαλύτερη επιμέλεια και αυτοσυγκέντρωση. Και αφού αναθέσεις πάλι στον Κύριο τον εαυτό σου για το διάστημα της νύχτας, κοιμήσου, ψιθυρίζοντας πάντα την ευχή ή έναν ψαλμό.
Θ’ αναρωτιέσαι ποιους ψαλμούς πρέπει ν’ αποστηθίσεις. Μα εκείνους που κατανύσσουν περισσότερο την καρδιά σου. Εσύ θα κάνεις την επιλογή. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω το «Ελέησόν με ο Θεός» ( Ψαλμός 50) , το «Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον» ( Ψαλμός 102 ) και το «Αίνει , η ψυχή μου, τον Κύριον» ( Ψαλμός 145) .Οι δύο τελευταίοι Ψαλμοί περιέχονται στην Ακολουθία των Τυπικών και ψάλλονται στις Λειτουργίες των Κυριακών και των εορτών. Προσθέτω σ’ αυτούς και τους Ψαλμούς της Ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως, «Κύριος ποιμαίνει με» ( Ψαλμός 22) , «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής» ( Ψαλμός 23) και «Επίστευσα , διό ελάλησα» ( Ψαλμός 115), καθώς και τους Ψαλμούς του Μικρού Αποδείπνου, «Ο Θεός , εις την βοήθειάν μου πρόσχες»
( Ψαλμός 69) και «Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου» ( Ψαλμός 142) . Είναι επίσης, οι Ψαλμοί των Ωρών και άλλοι. Διάβασε το Ψαλτήρι και διάλεξε όποιους προτιμάς.
Όταν, λοιπόν, αποστηθίσεις τους Ψαλμούς της προτιμήσεώς σου, θα είσαι προσευχητικά πάνοπλη. Και κάθε φορά που κάποιος ενοχλητικός λογισμός θα απειλεί το νου και την καρδιά σου, θα τον αποδιώκεις εύκολα, καταφεύγοντας στον Κύριο είτε με την ευχή, είτε μ’ έναν Ψαλμό, ιδιαίτερα τον 69ο , «Ο Θεός εις την βοήθειάν μου πρόσχες».
Να αυτό που ήθελες- έναν κανόνα προσευχής. Θα τονίσω, πάντως, γι’ άλλη μια φορά, ότι δεν πρέπει να απολυτοποιείται ο κανόνας, που είναι όχι αυτοσκοπός, αλλά μέσο κοινωνίας με τον Θεό. Γι’ αυτό, άλλωστε, πέρα από τις καθιερωμένες προσευχές, δεν έχει θεσπιστεί ενιαίος κανόνας προσευχής για όλους τους πιστούς. Σημασία έχει να προσεύχεσαι ουσιαστικά, σωστά, αληθινά. Και αληθινή προσευχή είναι η ν ο ε ρ ή
π α ρ ά σ τ α σ η ε ν ώ π ι ο ν τ ο υ Θ ε ο ύ μ έ σ α σ τ η ν κ α ρ δ ι ά μ ε α φ ο σ ί ω σ η κ α ι ε γ κ ά ρ δ ι α υ π ο τ α γ ή σ ’ Α υ τ ό ν.
Σκέφτηκα να σου προτείνω κάτι: Μπορείς να περιορίσεις τον προσευχητικό κανόνα μόνο σε μετάνοιες με την επανάληψη της ευχής ,του «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και σε προσευχή με δικά σου λόγια. Αντί για την ευχή μπορείς, αν προτιμάς, να επαναλαμβάνεις κάποιαν άλλη σύντομη προσευχή, που να εκφράζει τις εσωτερικές του ανάγκες ή δοξολογία και ευχαριστία στον Θεό. Καθόρισε είτε έναν αριθμό ευχών είτε ένα χρονικό διάστημα προσευχής – ή και τα δύο-, ώστε να μην κυριευθείς από την οκνηρία.
Εμείς οι άνθρωποι, βλέπεις, έχουμε μιάν ακατανόητη ιδιομορφία: Όταν καταπιανόμαστε με κάποιαν εξωτερική εργασία, μας φαίνεται πως οι ώρες περνούν σαν λεπτά. Όταν, απεναντίας, προσευχόμαστε, μας φαίνεται πως τα λεπτά περνούν σαν ώρες. Αυτή η ψευδαίσθηση δεν μας βλάπτει, όταν εκτελούμε έναν καθιερωμένο κανόνα, και μάλιστα όταν διαβάζουμε τις ιερές ακολουθίες από τα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας. Όταν ,όμως, προσευχόμαστε ελεύθερα, λέγοντας την ευχή ή άλλη μικρή προσευχή, υπάρχει ένας κίνδυνος: Να σταματήσουμε την προσευχή λίγο μετά την έναρξή της, με την απατηλή βεβαιότητα ότι προσευχηθήκαμε για πολύ και ολοκληρώσαμε την ακολουθία μας. Γι’ αυτό οι καλοί εργάτες της προσευχής επινόησαν τα κ ο μ π ο σ χ ο ί ν ι α , που μας προστατεύουν από τον κίνδυνο της αυταπάτης. Το κομποσχοίνι μας χρειάζεται όταν προσευχόμαστε με στερεότυπες επαναλαμβανόμενες ευχές, όχι όταν διαβάζουμε τις προσευχές του Προσευχηταρίου. Να πώς θα το χρησιμοποιείς: Θα το κρατάς στο αριστερό σου χέρι , θα λες μιαν ευχή, λ.χ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και θα τραβάς ένα κόμπο με τα δύο δάχτυλα , τον αντίχειρα και τον δείκτη. Θα λες άλλην μιαν ευχή και θα τραβάς άλλον ένα κόμπο. Έτσι θα συνεχίζεις, κάνοντας το σημείο του σταυρού και μια μετάνοια- είτε μικρή είτε μεγάλη, ό,τι προτιμάς- σε κάθε ευχή. Καθόρισε έναν αριθμό ευχών και αντιστοίχων μετανοιών ως καθημερινό κανόνα σου, συνάμα όμως καθόρισε κι έναν ελάχιστο χρόνο προσευχής, για να μην ξεγελιέσαι λέγοντας τις ευχές βιαστικά. Αν κάποτε ασυναίσθητα βιαστείς και τελειώσεις νωρίτερα από τον καθορισμένο χρόνο, συνέχισε τις ευχές και τις μετάνοιες ως τη συμπλήρωσή του.
Σου στέλνω ένα κομποσχοίνι. Δοκίμασέ το!
Διαβάζοντας όσα γράφω σ’ αυτή η την επιστολή, μη νομίσεις ότι θέλω να σε οδηγήσω σε μοναστήρι. Κάθε άλλο. Εγώ, μάλιστα, πρωτάκουσα για την προσευχή με κομποσχοίνι από κάποιον λαϊκό, όχι από μοναχό. Εκτός από τους μοναχούς, πολλοί είναι και οι λαϊκοί που προσεύχονται μ’ αυτόν τον τρόπο. Πιστεύω ότι είναι και για σένα κατάλληλος.
Θα επαναλάβω και πάλι η ουσία της προσευχής είναι η νοερή παράσταση της ψυχής ενώπιον του Θεού μέσα στην καρδιά ή , αλλιώς, η ανύψωση του νου και της καρδιάς στον Θεό. Να σε τι μας βοηθούν οι απλοί κανόνες που ανέφερα. Δίχως αυτούς , λόγω της αδυναμίας μας, δεν θα καταφέρναμε σχεδόν τίποτα.
Ο Κύριος να σ’ ευλογεί!
«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
ΕΚΔΟΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ 2000
Δεν χρειάζεται , πάντως , να χρησιμοποιεί κανείς όλες τις προσευχές που είναι γραμμένες στα διάφορα προσευχητάρια. Είναι προτιμότερο να περιορίζεται σ’ έναν μικρό αριθμό προσευχών, που θα τις κάνει με νου προσεκτικό και θερμή καρδιά, παρά να διαβάζει στα πεταχτά πλήθος προσευχών από βιβλία. Είναι δύσκολο, βλέπεις, να διατηρηθεί αναμμένη η φλόγα του προσευχητικού ζήλου με τη χρήση πολυάριθμων προσευχών.
Νομίζω πως οι ορθρινές και εσπερινές ακολουθίες, που περιέχονται στα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας και σε άλλα ορθόδοξα προσευχητάρια, σου φτάνουν. Προσπάθησε μόνο να τις διαβάζεις κάθε φορά με απόλυτη προσοχή και ανάλογα συναισθήματα. Για να το κατορθώσεις ευκολότερα, αφιέρωσε λίγο από τον ελεύθερο χρόνο σου σε σχετική προετοιμασία. Διάβασε όλες τις προσευχές, μιά-μιά ξεχωριστά. Μελέτησέ τες, κατανόησέ τες, βίωσέ τες. Έτσι, όταν θα τις λες την ώρα της προσευχής, θα γνωρίζεις τα ιερά νοήματα και αισθήματα που κλείνουν μέσα τους. Προσευχή δεν είναι η απλή απαγγελία κάποιων προσευχητικών κειμένων, αλλά η αφομοίωση και βίωση του περιεχομένου τους. Η προσευχή πρέπει να βγαίνει από το νου και την καρδιά μας.
Αφού διαβάσεις και βιώσεις τις προσευχές, προσπάθησε να τις απομνημονεύσεις. Έτσι δεν θα χρειάζεται κάθε φορά, πριν προσευχηθείς , να ψάχνεις για Προσευχητάρι και για φως. Όταν θα προσεύχεσαι πάλι, η προσοχή σου δε θα διασπάται από τα αντικείμενα του χώρου. Με κλειστά μάτια, θα διατηρείς ευκολότερα τη νοερή επαφή σου με τον Θεό. Θα το διαπιστώσεις μόνη σου, αν το κάνεις.
Ύστερ’ απ’ αυτή την προετοιμασία, το πρώτο πράγμα που πρέπει να επιδιώκεις, αρχίζοντας την προσευχή, είναι η φύλαξη του νου από την άσκοπη περιπλάνηση και της καρδιάς από την ψυχρότητα. Φρόντισε με κάθε τρόπο να διατηρείς τη νοερή προσοχή και την καρδιακή θέρμη . Κάνε και όσες μετάνοιες μπορείς, λέγοντας παράλληλα την ευχή του Ιησού ή κάποιαν άλλη σύντομη προσευχή. Οι μετάνοιες θα παρατείνουν λίγο τον χρόνο της προσευχής σου, θα αυξήσουν όμως τη δύναμή της. Μετά την καθιερωμένη ορθρινή ακολουθία, να απευθύνεσαι με δικά σου λόγια στον Θεό, ζητώντας Του συγχώρηση για τα αθέλητα ξεστρατίσματα του νου σου και θέτοντας στα χέρια Του τον εαυτό σου.
Στο διάστημα της ημέρας, η μνήμη του Θεού, για την οποία τόσες φορές μιλήσαμε, διατηρείται ανεξάλειπτη με την προσευχή. Θα ήταν, λοιπόν, καλό να αποστήθιζες πέρα από την γνωστή ευχή του Ιησού, ορισμένους Ψαλμούς και να τους έλεγες κάπου-κάπου στη διάρκεια ή σε διαλείμματα της εργασίας σου. Πρόκειται για μια αρχαία χριστιανική συνήθεια, που αναφέρεται και περιλαμβάνεται στους κανόνες των μεγάλων οσίων Παχωμίου και Αντωνίου.
Αφού περάσεις έτσι την ημέρα, κάνε τη βραδινή ακολουθία σου με μεγαλύτερη επιμέλεια και αυτοσυγκέντρωση. Και αφού αναθέσεις πάλι στον Κύριο τον εαυτό σου για το διάστημα της νύχτας, κοιμήσου, ψιθυρίζοντας πάντα την ευχή ή έναν ψαλμό.
Θ’ αναρωτιέσαι ποιους ψαλμούς πρέπει ν’ αποστηθίσεις. Μα εκείνους που κατανύσσουν περισσότερο την καρδιά σου. Εσύ θα κάνεις την επιλογή. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω το «Ελέησόν με ο Θεός» ( Ψαλμός 50) , το «Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον» ( Ψαλμός 102 ) και το «Αίνει , η ψυχή μου, τον Κύριον» ( Ψαλμός 145) .Οι δύο τελευταίοι Ψαλμοί περιέχονται στην Ακολουθία των Τυπικών και ψάλλονται στις Λειτουργίες των Κυριακών και των εορτών. Προσθέτω σ’ αυτούς και τους Ψαλμούς της Ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως, «Κύριος ποιμαίνει με» ( Ψαλμός 22) , «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής» ( Ψαλμός 23) και «Επίστευσα , διό ελάλησα» ( Ψαλμός 115), καθώς και τους Ψαλμούς του Μικρού Αποδείπνου, «Ο Θεός , εις την βοήθειάν μου πρόσχες»
( Ψαλμός 69) και «Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου» ( Ψαλμός 142) . Είναι επίσης, οι Ψαλμοί των Ωρών και άλλοι. Διάβασε το Ψαλτήρι και διάλεξε όποιους προτιμάς.
Όταν, λοιπόν, αποστηθίσεις τους Ψαλμούς της προτιμήσεώς σου, θα είσαι προσευχητικά πάνοπλη. Και κάθε φορά που κάποιος ενοχλητικός λογισμός θα απειλεί το νου και την καρδιά σου, θα τον αποδιώκεις εύκολα, καταφεύγοντας στον Κύριο είτε με την ευχή, είτε μ’ έναν Ψαλμό, ιδιαίτερα τον 69ο , «Ο Θεός εις την βοήθειάν μου πρόσχες».
Να αυτό που ήθελες- έναν κανόνα προσευχής. Θα τονίσω, πάντως, γι’ άλλη μια φορά, ότι δεν πρέπει να απολυτοποιείται ο κανόνας, που είναι όχι αυτοσκοπός, αλλά μέσο κοινωνίας με τον Θεό. Γι’ αυτό, άλλωστε, πέρα από τις καθιερωμένες προσευχές, δεν έχει θεσπιστεί ενιαίος κανόνας προσευχής για όλους τους πιστούς. Σημασία έχει να προσεύχεσαι ουσιαστικά, σωστά, αληθινά. Και αληθινή προσευχή είναι η ν ο ε ρ ή
π α ρ ά σ τ α σ η ε ν ώ π ι ο ν τ ο υ Θ ε ο ύ μ έ σ α σ τ η ν κ α ρ δ ι ά μ ε α φ ο σ ί ω σ η κ α ι ε γ κ ά ρ δ ι α υ π ο τ α γ ή σ ’ Α υ τ ό ν.
Σκέφτηκα να σου προτείνω κάτι: Μπορείς να περιορίσεις τον προσευχητικό κανόνα μόνο σε μετάνοιες με την επανάληψη της ευχής ,του «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και σε προσευχή με δικά σου λόγια. Αντί για την ευχή μπορείς, αν προτιμάς, να επαναλαμβάνεις κάποιαν άλλη σύντομη προσευχή, που να εκφράζει τις εσωτερικές του ανάγκες ή δοξολογία και ευχαριστία στον Θεό. Καθόρισε είτε έναν αριθμό ευχών είτε ένα χρονικό διάστημα προσευχής – ή και τα δύο-, ώστε να μην κυριευθείς από την οκνηρία.
Εμείς οι άνθρωποι, βλέπεις, έχουμε μιάν ακατανόητη ιδιομορφία: Όταν καταπιανόμαστε με κάποιαν εξωτερική εργασία, μας φαίνεται πως οι ώρες περνούν σαν λεπτά. Όταν, απεναντίας, προσευχόμαστε, μας φαίνεται πως τα λεπτά περνούν σαν ώρες. Αυτή η ψευδαίσθηση δεν μας βλάπτει, όταν εκτελούμε έναν καθιερωμένο κανόνα, και μάλιστα όταν διαβάζουμε τις ιερές ακολουθίες από τα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας. Όταν ,όμως, προσευχόμαστε ελεύθερα, λέγοντας την ευχή ή άλλη μικρή προσευχή, υπάρχει ένας κίνδυνος: Να σταματήσουμε την προσευχή λίγο μετά την έναρξή της, με την απατηλή βεβαιότητα ότι προσευχηθήκαμε για πολύ και ολοκληρώσαμε την ακολουθία μας. Γι’ αυτό οι καλοί εργάτες της προσευχής επινόησαν τα κ ο μ π ο σ χ ο ί ν ι α , που μας προστατεύουν από τον κίνδυνο της αυταπάτης. Το κομποσχοίνι μας χρειάζεται όταν προσευχόμαστε με στερεότυπες επαναλαμβανόμενες ευχές, όχι όταν διαβάζουμε τις προσευχές του Προσευχηταρίου. Να πώς θα το χρησιμοποιείς: Θα το κρατάς στο αριστερό σου χέρι , θα λες μιαν ευχή, λ.χ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και θα τραβάς ένα κόμπο με τα δύο δάχτυλα , τον αντίχειρα και τον δείκτη. Θα λες άλλην μιαν ευχή και θα τραβάς άλλον ένα κόμπο. Έτσι θα συνεχίζεις, κάνοντας το σημείο του σταυρού και μια μετάνοια- είτε μικρή είτε μεγάλη, ό,τι προτιμάς- σε κάθε ευχή. Καθόρισε έναν αριθμό ευχών και αντιστοίχων μετανοιών ως καθημερινό κανόνα σου, συνάμα όμως καθόρισε κι έναν ελάχιστο χρόνο προσευχής, για να μην ξεγελιέσαι λέγοντας τις ευχές βιαστικά. Αν κάποτε ασυναίσθητα βιαστείς και τελειώσεις νωρίτερα από τον καθορισμένο χρόνο, συνέχισε τις ευχές και τις μετάνοιες ως τη συμπλήρωσή του.
Σου στέλνω ένα κομποσχοίνι. Δοκίμασέ το!
Διαβάζοντας όσα γράφω σ’ αυτή η την επιστολή, μη νομίσεις ότι θέλω να σε οδηγήσω σε μοναστήρι. Κάθε άλλο. Εγώ, μάλιστα, πρωτάκουσα για την προσευχή με κομποσχοίνι από κάποιον λαϊκό, όχι από μοναχό. Εκτός από τους μοναχούς, πολλοί είναι και οι λαϊκοί που προσεύχονται μ’ αυτόν τον τρόπο. Πιστεύω ότι είναι και για σένα κατάλληλος.
Θα επαναλάβω και πάλι η ουσία της προσευχής είναι η νοερή παράσταση της ψυχής ενώπιον του Θεού μέσα στην καρδιά ή , αλλιώς, η ανύψωση του νου και της καρδιάς στον Θεό. Να σε τι μας βοηθούν οι απλοί κανόνες που ανέφερα. Δίχως αυτούς , λόγω της αδυναμίας μας, δεν θα καταφέρναμε σχεδόν τίποτα.
Ο Κύριος να σ’ ευλογεί!
«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
γράμματα σε μια ψυχή»
ΕΚΔΟΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ 2000
Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος της νοεράς προσευχής
Περιπέτεια με τους κομιτατζήδες, αιχμάλωτος στην Βουλγαρία ( 1941)
Βρισκόμαστε στο 1941. Ζούμε στους χρόνους της μαύρης σκλαβιάς του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Η υπόλοιπη Ελλάδα βρίσκεται υπό την μπότα των Γερμανών. Όμως η Μακεδονία ζει ημέρες της πλέον στυγνής δουλείας που είχε γνωρίσει στην ιστορία της.
Εδώ κατακτητής είναι ο γειτονικός ομόδοξος βουλγάρικος λαός. Πολλοί αιτιώνται την απηνή σκληρότητα μόνον των Βουλγάρων. Όμως χάριν της αλήθειας οφείλουμε να ομολογήσουμε , από παθόντες αυτόπτες μάρτυρες, ότι τα φοβερά δεινά υπέστησαν οι μακεδόνες αδελφοί μας και από δικούς μας. Από εξομότες δηλαδή Έλληνες, οι οποίοι κατετάγησαν στο αντίθετο στράτευμα, αλλά και από κρυφοβούλγαρους που ζούσαν σε ελληνικά χωριά.
Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Θανάσης, ο οποίος ήταν υφιστάμενος του Χαράλαμπου, ως δεκανέα, στο στρατό, και μάλιστα πολλές φορές ευεργετήθηκε από αυτόν, πριν σπάση το μέτωπο από τους Γερμανούς.
Ήταν μια ανοιξιάτικη μέρα του 1941. Ξαφνικά ακούγονται στα βουνά, στην πόλι, στους δρόμους, κραυγές, πόνος. Τι συμβαίνει; Κατέβηκαν οι κομιτατζήδες. Αιφνιδιαστικά πετσοκόβουν όσους βρίσκονται μπροστά τους. Το μακελειό απερίγραπτο. Χιλιάδες οι νεκροί, κατακρεουργημένοι εδώ κι εκεί.
Την εποχήν εκείνη διέλαμπεν η φήμη του γνωστού χαρισματούχου Γέροντος της Σίψας Γεωργίου Καρσλίδη, ο οποίος επρόλαβε ν’ αποκρύψη έναν μεγάλον αριθμόν ανθρώπων στο ησυχαστήριό του ως άλλος Αβδιού από οργής Ιεζάβελ. Συγχρόνως, επί τρεις-τέσσερις ημέρες τους εξασφάλιζε και το σιτηρέσιον. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και ο Χαράλαμπος μαζί μ’ ένα από τα δίδυμα αδέλφια του, τον δεκαεξαετή περίπου Δαμιανόν. Μετά από το διάστημα αυτό εκόπασαν οι ιαχές των όπλων. «Επιτέλους, λένε, φύγανε. Καιρός, λοιπόν, να πορευθή ο καθένας στην δουλειά του».
Παραλαμβάνει ο Χαράλαμπος την άμαξαν με τα ζώα και βγαίνει στο δάσος για τ’ απαραίτητα ξύλα. Το ίδιο έκαμαν και πολλοί άλλοι. Και όμως˙ δεν περνά πολλή ώρα και διαπιστώνουν ότι είχανε πέσει θύματα ενέδρας. Ακούεται δυνατή φωνή:
- Αλτ! Ψηλά τα χέρια.
Εντός ολίγου όλοι εκείνοι οι βιοπαλαιστές βρίσκονται αιχμάλωτοι στα χέρια των κομιτατζήδων.
- Κακούργοι σας πιάσαμε. Όλοι κατάσκοποι είσαστε.
Όποιος τολμούσε να διαμαρτυρηθή, σαν απάντησι «φλαπ» με το γκλοπ.
«Περνά, λέγει ο Χαράλαμπος, από κοντά μας ο κομιτατζής. Μου αρχινά:
- Κακούργε, κατάσκοπε…
Του λέγω:
- Βρε κοίταξε μπροστά σου˙ ο αδελφός μου, ακόμα ανήλικος είναι˙ κατάσκοποι είμαστε; Προς Θεού!
Φλαπ, φλαπ , με το γκλοπ. Τι να πω! Αν μπορείς βρες δίκαιο˙ το βούλωσα. Μας οδήγησαν στο στρατόπεδο έξω από τη Δράμα. Αφού μας έφεραν στη φυλακή, μας έκλεισαν όλους σε μια μεγάλην αίθουσαν, χωρίς ψωμί, χωρίς νερό επί μια βδομάδα. Κάθε μέρα, πρωί βράδυ, περνούσαν μερικοί στρατιώτες. Άλλος μας κλωτσούσε με σιδερένιες μπότες, άλλος χτυπούσε με γκλοπ, άλλος μπουνιές, άλλος ξύλο κλπ. Εν τω μεταξύ πεινάσαμε κιόλας˙ φαγητό τίποτε. Ένας από την παρέα φωνάζει απελπισμένος: “Πεινώ”. Απάντησις… φλαπ, ξύλο. Να φαγητό.
Άλλος ένας φωνάζει απελπισμένος: “Νερό-νερό, καίομαι”. Του απαντά ο κομιτατζής: “Νερό δεν έχει. Έχει όμως ούρο”. Και ο διψασμένος, καμένος όπως ήταν: “Φέρε˙ ας είναι και ούρο”.
Για μια στιγμή, σαν ήμουν στη φυλακή, βλέπω ένα στρατιώτη γνωστό μου. Κοιτάω καλά˙ ο Θανάσης. Δόξα τω Θεώ, λέω, σωθήκαμε˙ φίλος μου είναι. Τον πλησιάζω με θάρρος: “Θανάση, Θανάση˙ τι γίνεσαι;”. Με πλησιάζει ο “φίλος” μου ο Θανάσης με το γκλοπ και σαν απάντησι… φλαπ-φλαπ ,μ’ έκαμε σαπούνι. Ήταν και αυτός ένας από τους εξωμότες. Σ’ αυτήν την κατάστασι με τα κλωτσοκοπήματα παραμείναμε έξι ημέρες. Κατά την εβδόμην καταφθάνει και το θλιβερό μήνυμα: Καταδίκη σε θάνατον˙ τελειωτικό κλωτσοκόπημα μέχρις εξοντώσεως. Όλοι πάγωσαν . Όσο για μένα τι μεσολάβησε;».
Θαυμαστή διάσωσις από τον άγιον μεγαλομάρτυρα Γεώργιον
«Τότε ήλθα σε μιάν πολύ μεγάλην περισυλλογή. Σκέφθηκα μέσα μου: “ Αχ, πόσο μάταιη είναι αυτή η ζωή. Ήθελες Χαράλαμπε να παντρευτής για να γίνης παπάς , να σώσης τον κόσμον. Λοιπόν σώσε τώρα πρώτα τον εαυτό σου”. Στην συνέχεια γονάτισα κάτω και με πύρινα δάκρυα φώναξα: “ Άγιε μεγαλομάρτυς Γεώργιε, μεγάλε στρατιώτα του Χριστού, σώσε μας και σου υπόσχομαι ν’ αφιερώσω εξ ολοκλήρου στον Θεόν τη ζωή μου”. Μόλις τελειώνω την προσευχήν, να και ακούω ένα κρότον από πάνω μας «γκλακ-γκλακ» ˙ καλπασμός αλόγου. Στρέφω ψηλά το βλέμμα˙ ένα άλογο εκάλπαζε στον αέρα από πάνω μας˙ καβαλλάρη όμως δεν είδα. Κατάλαβα όμως: “ Βρε, λέω, ο άη-Γιώργης είναι σίγουρα˙ μόνο που είμαι ανάξιος να δω τον ίδιον. Ας είναι και το άλογο. Σημαίνει μας άκουσε”.
Από την άλλην παρέα κανένας δεν είδε τίποτε. Ωστόσο με υψωμένο το ηθικό παρηγορούσα τους πονεμένους συντρόφους μου: “Θάρρος, παιδιά, θα γλυτώσουμε˙ ο άη-Γιώργης θα μας σώση”.
Θάρρος, αλλά τι θάρρος; Η κατάστασις επιδεινώνεται. Αποκορύφωμα η τελευταία απόφασις. Ήδη την εβδόμην ημέραν πρωί-πρωί, μπαίνουν μέσα οι δήμιοι να μας αποτελειώσουν. Και όμως δεν προλαβαίνουν να δώσουν τα πρώτα κτυπήματα. Ανοίγει ξαφνικά διάπλατα η πόρτα της φυλακής.
Ένας γεροδεμένος νέος μπαίνει μέσα με άγριες φωνές. “Σταματάτε κακούργοι αμέσως˙ ειδ’ άλλως θα σας καθαρίσω όλους. Αφήστε τους αθώους αυτούς ανθρώπους να πάνε σπίτι τους”. Εν ριπή οφθαλμού , άλλαξε το σκηνικό. Χαθήκαν όλοι˙ μαζί και ο άγνωστος εκείνος νέος. Το τι έγινε δεν περιγράφεται˙ χαρές, φιλιά, κλάματα, συγκινήσεις.
- Δε σας το ‘λεγα εγώ, τους είπα, θα μας σώση ο άη-Γιώργης; Αν θέλετε να σας πω και τι του έταξα. Θ’ αφιερωθώ στον Θεό.
Συμπληρώνει ο μικρός Δαμιανός:
- Εγώ έταξα όσο ζω, το καντήλι του ακοίμητο να καίη σπίτι μας.
Και ένας εξάδελφος Βασίλης:
- Κι εγώ έταξα να του αφιερώσω το άλογό μου.
Ωστόσο άλλη απορία: ποιός ήταν ο άγνωστος ευεργέτης; Ο ένας έλεγε ότι ήταν παλληκάρι, άλλος ότι ήταν μεσήλικας, άλλος έλεγε: “ φωνήν άκουσα, πρόσωπο δεν είδα”. Άλλος την φωνήν άκουσε στα ελληνικά˙ άλλος στα βουλγάρικα…
Παραμένουμε όλοι οι αιχμάλωτοι μ’ αυτές τις εντυπώσεις. Όμως οι φυλακές κλειδωμένες. Ήδη μερικοί πάλιν μεμψιμοιρούν. “Μήπως… μήπως…”. Αρχίζω ξανά να τους ενθαρρύνω: «Θάρρος, αδέλφια. Τελειώσαν όλα˙ λίγη υπομονή».
Πράγματι, δεν περνά πολλή ώρα , ξανανοίγουν οι πύλες. Επίσημη ανακοίνωσις από τον βασιλιά Βόρι. “ Επειδή σήμερα η βασίλισσα εγέννησεν τον διάδοχόν μου, απονέμω χάριν σ’ όλους τους αιχμαλώτους˙ απ’ αυτήν την στιγμήν είσαστε όλοι ελεύθεροι”.
Μόλις ανοίγουν οι φυλακές, από την χαρά μας, παρ’ όλην την πείνα και την εξάντληση, σε λίγη ώρα βρεθήκαμε στα σπίτια μας.
Μόνη απορία που έμεινε όμως στους αιχμαλώτους , ποιός ήταν αυτός ο άγνωστος ευεργέτης μας. Άγγελος , άγιος, άνθρωπος; Όπως και να ΄χη ,γεγονός είναι ότι ήταν σταλμένος από Θεού στην πιο κρίσιμην ώρα. Δηλαδή στο παρά πέντε. Αλλιώς μέχρι να ‘φθανε το βασιλικό μήνυμα θα ήταν πια πολύ αργά. Ήδη θα ‘μασταν τελειωμένοι».
...
Τα πρώτα γυμνάσια
Βλέποντας ο Γέροντας την υπερβολική φλόγα του νέου δοκίμου και την δίψα για προσευχή, μεθοδευόταν τρόπους, αφ’ ενός να του αυξήση το τάλαντο και αφ’ ετέρου, να τον προφυλάξη από το δαιμονικό πάθος της επάρσεως.
Ένας τρόπος για να τον κρατήση στην ταπεινοφροσύνη, ήταν και ο εξής: του συμπεριφερόταν με πολλήν αγένεια˙ αντί να τον καλή με τ’ όνομά του , συνήθιζε να του λέη: « Έλα ρε…» . Και ο Χαράλαμπος (όπως μου έλεγε ο ίδιος), από μέσα του έλεγε: « Ρε; Τι ρε; Όνομα δεν έχω; Τι ευγένεια είναι αυτή; Εδούλευα με κοσμικούς στην Νομαρχία και ποτέ έτσι γλώσσα δεν άκουσα. Πάντα στον πληθυντικό. Τι γίνεστε κ. Γαλανόπουλε;- σας ευχαριστώ-σας παρακαλώ. Εδώ μέχρι στιγμής δεν άκουσα ένα ευχαριστώ, ένα παρακαλώ. Παράξενοι άνθρωποι εδώ πέρα». Και συνέχισε:
« Όμως οι λογισμοί αυτοί δεν ξέφευγαν του χαρισματούχου Γέροντά μου, ο οποίος με περιλάμβανε στην συνέχεια λέγοντας: « Ώστε στον κόσμον ήσουν αγωνιστής , ε; ενήστευες, αγρυπνούσες, ασκήτευες˙ ήσουν έξυπνος, εργατικός, τίμιος… . Και απ’ όλα αυτά , τι κατάφερες; Να μας κουβαλήσης εδώ ένα σωρό κενοδοξίαν, εγωισμόν, αυτοπεποίθησιν. Τώρα που κόπηκαν οι έπαινοι, δεν είναι καλά, ε;». Πραγματικά, μ’ αυτά τα απλά, χαριτωμένα μαθήματα του Γέροντά μου, δεν άργησα να καταλάβω ότι, παρ’ όλον που ήμουν πράγματι αγωνιστής στον κόσμον, όμως με το να εισπράττω επαίνους και κολακείες, χωρίς να το καταλάβω παραφορτώθηκα με κενοδοξίαν».
Ο Χαράλαμπος όμως με την φυσικήν ταπείνωσιν και απλότητα, σε συνδυασμό και με το σπάνιο αγωνιστικό φρόνημα που τον διέκρινε, δεν άργησε να βάλη στον εαυτό του την σωστή ταξινόμηση. Ο Γέροντάς του και όταν αργότερα τον προήγαγε σε μεγαλόσχημο μοναχόν, αλλά και ιερέα για τις λειτουργικές ανάγκες της συνοδείας, και πάλιν συνέχισε με την ίδια γλώσσα να τον μεταχειρίζεται. Συγχρόνως όμως με την πνευματικήν πρόοδον του Χαράλαμπου , ανάλογη ήταν και η μεταχείρισις.
«Θυμάμαι, λέει πάλιν ο ίδιος, όταν κάποτε τρώγαμε στην τράπεζα, ανοίγαμε κάποια πνευματική συζήτησι. ΟΙ άλλοι πατέρες αντάλλασσαν τις ιδέες τους˙ εγώ μόλις πήγαινα να λάβω τον λόγον, πετιόταν ο Γέροντάς μου απότομα: “ Σουτ” (μη μιλάς) . Περνούσε λίγη ώρα , τύχαινε στην συζήτησιν κάτι που μπορούσα κι εγώ να πω, μια σωστή λύσι, μια γνώμη, κι όμως πάλιν ο Γέροντάς:
“ Σουτ, είπαμε˙ μη μιλάς”.
Ένας λογισμός μου έλεγε- “Ε, Γέροντα, εμένα σε μεγάλη ανυποληψία μ’ έχεις”. Όμως δεν αργούσα να την καπακώσω με άλλο λογισμό: “Ξέρει ο Γέροντας τι κάνει˙ αυτό είναι το σωστό”».
Όταν όμως και αυτά τα μαθήματα δεν άργησε να μάθη ο Χαράλαμπος, τότε ο σοφός Γέροντάς του, τι μεθοδεύτηκε; Βρίσκοντας κάποιαν μικροαφορμή , αντί να βρίση τον ίδιον, που ήδη το είχε ξεπεράσει, αρχίζει στο εξής να τα βάζει με τους δικούς του, και μάλιστα με τον πατέρα του, που ήδη απήλθε στην άλλη ζωή.
Ακούοντας αυτά ο αθλητής , αρχίζει πάλιν να σκοντάφτη και μέσα του να σκέφτεται με παράπονο: « Ε, όχι κι έτσι. Νεκρός ο πατέρας μου και ν’ ακούη λόγια! Ε, τούτο δεν το ανέχομαι». Κι όμως πάλιν στρεφόταν στον εαυτόν του και τον έπειθεν, ότι δεν έχει δικαίωμα να κρίνη τον Γέροντά του.
Ο Γερο-Αρσένιος συνήθιζε πολύ συχνά να μας λέγη για τον ανεψιόν του π. Χαράλαμπον:
«Περνούσαν πολλοί από κοντά μας τους περιλάμβανε ο Γέροντας και μετά μου έλεγε: “ Σφίγγω λίγο τον ένα φεύγει, σφίγγω τον άλλο, αρρωστά”. ΄Όταν όμως ήλθεν ο Χαράλαμπος , τότε μας λέει: “Ε, τούτου δώσ’ του ξύλο και σηκώνει”».
«Κι όμως, λέγει ο Γέροντας, μια φορά ετόλμησα να στήσω το θέλημα, αλλά την άρπαξα γερή και πέρασα ένα μάθημα που το θυμάμαι σ’ όλη μου τη ζωή, για να καταλάβω τί σημαίνει “κάλλιον χίλιες φορές το στραβό του Γέροντα”. Επισκευάζαμε τα καλυβάκια μας στην Νέα Σκήτη. Οι άλλοι πατέρες της συνοδείας μας, συμφώνησαν με τον Γέροντα για μια δαπανηρή παραγγελία , χωρίς να με ρωτήσουν. Εγώ επειδή ήξερα από τον κόσμον από οικοδομικά, διαπίστωσα ότι θα πετάξουμε λεφτά άδικα. Τρέχω στον Γέροντα να προλάβω το σφάλμα , προς το κοινόν συμφέρον. Τι όμως νομίζετε ότι έγινε; Με περιλαμβάνει χωρίς καμμία συζήτησι και με έλουσε κυριολεκτικά με ένα σωρό κατσάδες , βρισιές και μ’ έδιωξε σαν σκυλί. Φεύγω με κατεβασμένο κεφάλι αλλά δεν το βάζω κάτω˙ λέω μέσα μου: “Καλά, καλά˙ ευχαριστώ για τις κατσάδες, αλλά αύριο που θα πετάξης στον κατήφορο ένα σωρό λεφτά, τότε τα ξαναλέμε”.
Πράγματι τα ξανάπαμε, αλλά και πάλιν εγώ το χρεώθηκα. Αφού έφθασαν όλα τα υλικά και όπως πράγματι το υπολόγισα, ήταν ακατάλληλα, τα πετάξαμε στην αποθήκην. Δεν πέρασαν όμως λίγες μέρες και μας χρειάστηκαν για μιαν άλλην δουλειά που ανοίξαμε, και μάλιστα με τόσην ακρίβεια σαν να κάναμε ειδικήν παραγγελία. Ε, τότε με το δίκαιό του ο Γέροντας με περίλαβε και μου ‘κανε και ένα γερό μάθημα».
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος
της νοεράς προσευχής»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Βρισκόμαστε στο 1941. Ζούμε στους χρόνους της μαύρης σκλαβιάς του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Η υπόλοιπη Ελλάδα βρίσκεται υπό την μπότα των Γερμανών. Όμως η Μακεδονία ζει ημέρες της πλέον στυγνής δουλείας που είχε γνωρίσει στην ιστορία της.
Εδώ κατακτητής είναι ο γειτονικός ομόδοξος βουλγάρικος λαός. Πολλοί αιτιώνται την απηνή σκληρότητα μόνον των Βουλγάρων. Όμως χάριν της αλήθειας οφείλουμε να ομολογήσουμε , από παθόντες αυτόπτες μάρτυρες, ότι τα φοβερά δεινά υπέστησαν οι μακεδόνες αδελφοί μας και από δικούς μας. Από εξομότες δηλαδή Έλληνες, οι οποίοι κατετάγησαν στο αντίθετο στράτευμα, αλλά και από κρυφοβούλγαρους που ζούσαν σε ελληνικά χωριά.
Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Θανάσης, ο οποίος ήταν υφιστάμενος του Χαράλαμπου, ως δεκανέα, στο στρατό, και μάλιστα πολλές φορές ευεργετήθηκε από αυτόν, πριν σπάση το μέτωπο από τους Γερμανούς.
Ήταν μια ανοιξιάτικη μέρα του 1941. Ξαφνικά ακούγονται στα βουνά, στην πόλι, στους δρόμους, κραυγές, πόνος. Τι συμβαίνει; Κατέβηκαν οι κομιτατζήδες. Αιφνιδιαστικά πετσοκόβουν όσους βρίσκονται μπροστά τους. Το μακελειό απερίγραπτο. Χιλιάδες οι νεκροί, κατακρεουργημένοι εδώ κι εκεί.
Την εποχήν εκείνη διέλαμπεν η φήμη του γνωστού χαρισματούχου Γέροντος της Σίψας Γεωργίου Καρσλίδη, ο οποίος επρόλαβε ν’ αποκρύψη έναν μεγάλον αριθμόν ανθρώπων στο ησυχαστήριό του ως άλλος Αβδιού από οργής Ιεζάβελ. Συγχρόνως, επί τρεις-τέσσερις ημέρες τους εξασφάλιζε και το σιτηρέσιον. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και ο Χαράλαμπος μαζί μ’ ένα από τα δίδυμα αδέλφια του, τον δεκαεξαετή περίπου Δαμιανόν. Μετά από το διάστημα αυτό εκόπασαν οι ιαχές των όπλων. «Επιτέλους, λένε, φύγανε. Καιρός, λοιπόν, να πορευθή ο καθένας στην δουλειά του».
Παραλαμβάνει ο Χαράλαμπος την άμαξαν με τα ζώα και βγαίνει στο δάσος για τ’ απαραίτητα ξύλα. Το ίδιο έκαμαν και πολλοί άλλοι. Και όμως˙ δεν περνά πολλή ώρα και διαπιστώνουν ότι είχανε πέσει θύματα ενέδρας. Ακούεται δυνατή φωνή:
- Αλτ! Ψηλά τα χέρια.
Εντός ολίγου όλοι εκείνοι οι βιοπαλαιστές βρίσκονται αιχμάλωτοι στα χέρια των κομιτατζήδων.
- Κακούργοι σας πιάσαμε. Όλοι κατάσκοποι είσαστε.
Όποιος τολμούσε να διαμαρτυρηθή, σαν απάντησι «φλαπ» με το γκλοπ.
«Περνά, λέγει ο Χαράλαμπος, από κοντά μας ο κομιτατζής. Μου αρχινά:
- Κακούργε, κατάσκοπε…
Του λέγω:
- Βρε κοίταξε μπροστά σου˙ ο αδελφός μου, ακόμα ανήλικος είναι˙ κατάσκοποι είμαστε; Προς Θεού!
Φλαπ, φλαπ , με το γκλοπ. Τι να πω! Αν μπορείς βρες δίκαιο˙ το βούλωσα. Μας οδήγησαν στο στρατόπεδο έξω από τη Δράμα. Αφού μας έφεραν στη φυλακή, μας έκλεισαν όλους σε μια μεγάλην αίθουσαν, χωρίς ψωμί, χωρίς νερό επί μια βδομάδα. Κάθε μέρα, πρωί βράδυ, περνούσαν μερικοί στρατιώτες. Άλλος μας κλωτσούσε με σιδερένιες μπότες, άλλος χτυπούσε με γκλοπ, άλλος μπουνιές, άλλος ξύλο κλπ. Εν τω μεταξύ πεινάσαμε κιόλας˙ φαγητό τίποτε. Ένας από την παρέα φωνάζει απελπισμένος: “Πεινώ”. Απάντησις… φλαπ, ξύλο. Να φαγητό.
Άλλος ένας φωνάζει απελπισμένος: “Νερό-νερό, καίομαι”. Του απαντά ο κομιτατζής: “Νερό δεν έχει. Έχει όμως ούρο”. Και ο διψασμένος, καμένος όπως ήταν: “Φέρε˙ ας είναι και ούρο”.
Για μια στιγμή, σαν ήμουν στη φυλακή, βλέπω ένα στρατιώτη γνωστό μου. Κοιτάω καλά˙ ο Θανάσης. Δόξα τω Θεώ, λέω, σωθήκαμε˙ φίλος μου είναι. Τον πλησιάζω με θάρρος: “Θανάση, Θανάση˙ τι γίνεσαι;”. Με πλησιάζει ο “φίλος” μου ο Θανάσης με το γκλοπ και σαν απάντησι… φλαπ-φλαπ ,μ’ έκαμε σαπούνι. Ήταν και αυτός ένας από τους εξωμότες. Σ’ αυτήν την κατάστασι με τα κλωτσοκοπήματα παραμείναμε έξι ημέρες. Κατά την εβδόμην καταφθάνει και το θλιβερό μήνυμα: Καταδίκη σε θάνατον˙ τελειωτικό κλωτσοκόπημα μέχρις εξοντώσεως. Όλοι πάγωσαν . Όσο για μένα τι μεσολάβησε;».
Θαυμαστή διάσωσις από τον άγιον μεγαλομάρτυρα Γεώργιον
«Τότε ήλθα σε μιάν πολύ μεγάλην περισυλλογή. Σκέφθηκα μέσα μου: “ Αχ, πόσο μάταιη είναι αυτή η ζωή. Ήθελες Χαράλαμπε να παντρευτής για να γίνης παπάς , να σώσης τον κόσμον. Λοιπόν σώσε τώρα πρώτα τον εαυτό σου”. Στην συνέχεια γονάτισα κάτω και με πύρινα δάκρυα φώναξα: “ Άγιε μεγαλομάρτυς Γεώργιε, μεγάλε στρατιώτα του Χριστού, σώσε μας και σου υπόσχομαι ν’ αφιερώσω εξ ολοκλήρου στον Θεόν τη ζωή μου”. Μόλις τελειώνω την προσευχήν, να και ακούω ένα κρότον από πάνω μας «γκλακ-γκλακ» ˙ καλπασμός αλόγου. Στρέφω ψηλά το βλέμμα˙ ένα άλογο εκάλπαζε στον αέρα από πάνω μας˙ καβαλλάρη όμως δεν είδα. Κατάλαβα όμως: “ Βρε, λέω, ο άη-Γιώργης είναι σίγουρα˙ μόνο που είμαι ανάξιος να δω τον ίδιον. Ας είναι και το άλογο. Σημαίνει μας άκουσε”.
Από την άλλην παρέα κανένας δεν είδε τίποτε. Ωστόσο με υψωμένο το ηθικό παρηγορούσα τους πονεμένους συντρόφους μου: “Θάρρος, παιδιά, θα γλυτώσουμε˙ ο άη-Γιώργης θα μας σώση”.
Θάρρος, αλλά τι θάρρος; Η κατάστασις επιδεινώνεται. Αποκορύφωμα η τελευταία απόφασις. Ήδη την εβδόμην ημέραν πρωί-πρωί, μπαίνουν μέσα οι δήμιοι να μας αποτελειώσουν. Και όμως δεν προλαβαίνουν να δώσουν τα πρώτα κτυπήματα. Ανοίγει ξαφνικά διάπλατα η πόρτα της φυλακής.
Ένας γεροδεμένος νέος μπαίνει μέσα με άγριες φωνές. “Σταματάτε κακούργοι αμέσως˙ ειδ’ άλλως θα σας καθαρίσω όλους. Αφήστε τους αθώους αυτούς ανθρώπους να πάνε σπίτι τους”. Εν ριπή οφθαλμού , άλλαξε το σκηνικό. Χαθήκαν όλοι˙ μαζί και ο άγνωστος εκείνος νέος. Το τι έγινε δεν περιγράφεται˙ χαρές, φιλιά, κλάματα, συγκινήσεις.
- Δε σας το ‘λεγα εγώ, τους είπα, θα μας σώση ο άη-Γιώργης; Αν θέλετε να σας πω και τι του έταξα. Θ’ αφιερωθώ στον Θεό.
Συμπληρώνει ο μικρός Δαμιανός:
- Εγώ έταξα όσο ζω, το καντήλι του ακοίμητο να καίη σπίτι μας.
Και ένας εξάδελφος Βασίλης:
- Κι εγώ έταξα να του αφιερώσω το άλογό μου.
Ωστόσο άλλη απορία: ποιός ήταν ο άγνωστος ευεργέτης; Ο ένας έλεγε ότι ήταν παλληκάρι, άλλος ότι ήταν μεσήλικας, άλλος έλεγε: “ φωνήν άκουσα, πρόσωπο δεν είδα”. Άλλος την φωνήν άκουσε στα ελληνικά˙ άλλος στα βουλγάρικα…
Παραμένουμε όλοι οι αιχμάλωτοι μ’ αυτές τις εντυπώσεις. Όμως οι φυλακές κλειδωμένες. Ήδη μερικοί πάλιν μεμψιμοιρούν. “Μήπως… μήπως…”. Αρχίζω ξανά να τους ενθαρρύνω: «Θάρρος, αδέλφια. Τελειώσαν όλα˙ λίγη υπομονή».
Πράγματι, δεν περνά πολλή ώρα , ξανανοίγουν οι πύλες. Επίσημη ανακοίνωσις από τον βασιλιά Βόρι. “ Επειδή σήμερα η βασίλισσα εγέννησεν τον διάδοχόν μου, απονέμω χάριν σ’ όλους τους αιχμαλώτους˙ απ’ αυτήν την στιγμήν είσαστε όλοι ελεύθεροι”.
Μόλις ανοίγουν οι φυλακές, από την χαρά μας, παρ’ όλην την πείνα και την εξάντληση, σε λίγη ώρα βρεθήκαμε στα σπίτια μας.
Μόνη απορία που έμεινε όμως στους αιχμαλώτους , ποιός ήταν αυτός ο άγνωστος ευεργέτης μας. Άγγελος , άγιος, άνθρωπος; Όπως και να ΄χη ,γεγονός είναι ότι ήταν σταλμένος από Θεού στην πιο κρίσιμην ώρα. Δηλαδή στο παρά πέντε. Αλλιώς μέχρι να ‘φθανε το βασιλικό μήνυμα θα ήταν πια πολύ αργά. Ήδη θα ‘μασταν τελειωμένοι».
...
Τα πρώτα γυμνάσια
Βλέποντας ο Γέροντας την υπερβολική φλόγα του νέου δοκίμου και την δίψα για προσευχή, μεθοδευόταν τρόπους, αφ’ ενός να του αυξήση το τάλαντο και αφ’ ετέρου, να τον προφυλάξη από το δαιμονικό πάθος της επάρσεως.
Ένας τρόπος για να τον κρατήση στην ταπεινοφροσύνη, ήταν και ο εξής: του συμπεριφερόταν με πολλήν αγένεια˙ αντί να τον καλή με τ’ όνομά του , συνήθιζε να του λέη: « Έλα ρε…» . Και ο Χαράλαμπος (όπως μου έλεγε ο ίδιος), από μέσα του έλεγε: « Ρε; Τι ρε; Όνομα δεν έχω; Τι ευγένεια είναι αυτή; Εδούλευα με κοσμικούς στην Νομαρχία και ποτέ έτσι γλώσσα δεν άκουσα. Πάντα στον πληθυντικό. Τι γίνεστε κ. Γαλανόπουλε;- σας ευχαριστώ-σας παρακαλώ. Εδώ μέχρι στιγμής δεν άκουσα ένα ευχαριστώ, ένα παρακαλώ. Παράξενοι άνθρωποι εδώ πέρα». Και συνέχισε:
« Όμως οι λογισμοί αυτοί δεν ξέφευγαν του χαρισματούχου Γέροντά μου, ο οποίος με περιλάμβανε στην συνέχεια λέγοντας: « Ώστε στον κόσμον ήσουν αγωνιστής , ε; ενήστευες, αγρυπνούσες, ασκήτευες˙ ήσουν έξυπνος, εργατικός, τίμιος… . Και απ’ όλα αυτά , τι κατάφερες; Να μας κουβαλήσης εδώ ένα σωρό κενοδοξίαν, εγωισμόν, αυτοπεποίθησιν. Τώρα που κόπηκαν οι έπαινοι, δεν είναι καλά, ε;». Πραγματικά, μ’ αυτά τα απλά, χαριτωμένα μαθήματα του Γέροντά μου, δεν άργησα να καταλάβω ότι, παρ’ όλον που ήμουν πράγματι αγωνιστής στον κόσμον, όμως με το να εισπράττω επαίνους και κολακείες, χωρίς να το καταλάβω παραφορτώθηκα με κενοδοξίαν».
Ο Χαράλαμπος όμως με την φυσικήν ταπείνωσιν και απλότητα, σε συνδυασμό και με το σπάνιο αγωνιστικό φρόνημα που τον διέκρινε, δεν άργησε να βάλη στον εαυτό του την σωστή ταξινόμηση. Ο Γέροντάς του και όταν αργότερα τον προήγαγε σε μεγαλόσχημο μοναχόν, αλλά και ιερέα για τις λειτουργικές ανάγκες της συνοδείας, και πάλιν συνέχισε με την ίδια γλώσσα να τον μεταχειρίζεται. Συγχρόνως όμως με την πνευματικήν πρόοδον του Χαράλαμπου , ανάλογη ήταν και η μεταχείρισις.
«Θυμάμαι, λέει πάλιν ο ίδιος, όταν κάποτε τρώγαμε στην τράπεζα, ανοίγαμε κάποια πνευματική συζήτησι. ΟΙ άλλοι πατέρες αντάλλασσαν τις ιδέες τους˙ εγώ μόλις πήγαινα να λάβω τον λόγον, πετιόταν ο Γέροντάς μου απότομα: “ Σουτ” (μη μιλάς) . Περνούσε λίγη ώρα , τύχαινε στην συζήτησιν κάτι που μπορούσα κι εγώ να πω, μια σωστή λύσι, μια γνώμη, κι όμως πάλιν ο Γέροντάς:
“ Σουτ, είπαμε˙ μη μιλάς”.
Ένας λογισμός μου έλεγε- “Ε, Γέροντα, εμένα σε μεγάλη ανυποληψία μ’ έχεις”. Όμως δεν αργούσα να την καπακώσω με άλλο λογισμό: “Ξέρει ο Γέροντας τι κάνει˙ αυτό είναι το σωστό”».
Όταν όμως και αυτά τα μαθήματα δεν άργησε να μάθη ο Χαράλαμπος, τότε ο σοφός Γέροντάς του, τι μεθοδεύτηκε; Βρίσκοντας κάποιαν μικροαφορμή , αντί να βρίση τον ίδιον, που ήδη το είχε ξεπεράσει, αρχίζει στο εξής να τα βάζει με τους δικούς του, και μάλιστα με τον πατέρα του, που ήδη απήλθε στην άλλη ζωή.
Ακούοντας αυτά ο αθλητής , αρχίζει πάλιν να σκοντάφτη και μέσα του να σκέφτεται με παράπονο: « Ε, όχι κι έτσι. Νεκρός ο πατέρας μου και ν’ ακούη λόγια! Ε, τούτο δεν το ανέχομαι». Κι όμως πάλιν στρεφόταν στον εαυτόν του και τον έπειθεν, ότι δεν έχει δικαίωμα να κρίνη τον Γέροντά του.
Ο Γερο-Αρσένιος συνήθιζε πολύ συχνά να μας λέγη για τον ανεψιόν του π. Χαράλαμπον:
«Περνούσαν πολλοί από κοντά μας τους περιλάμβανε ο Γέροντας και μετά μου έλεγε: “ Σφίγγω λίγο τον ένα φεύγει, σφίγγω τον άλλο, αρρωστά”. ΄Όταν όμως ήλθεν ο Χαράλαμπος , τότε μας λέει: “Ε, τούτου δώσ’ του ξύλο και σηκώνει”».
«Κι όμως, λέγει ο Γέροντας, μια φορά ετόλμησα να στήσω το θέλημα, αλλά την άρπαξα γερή και πέρασα ένα μάθημα που το θυμάμαι σ’ όλη μου τη ζωή, για να καταλάβω τί σημαίνει “κάλλιον χίλιες φορές το στραβό του Γέροντα”. Επισκευάζαμε τα καλυβάκια μας στην Νέα Σκήτη. Οι άλλοι πατέρες της συνοδείας μας, συμφώνησαν με τον Γέροντα για μια δαπανηρή παραγγελία , χωρίς να με ρωτήσουν. Εγώ επειδή ήξερα από τον κόσμον από οικοδομικά, διαπίστωσα ότι θα πετάξουμε λεφτά άδικα. Τρέχω στον Γέροντα να προλάβω το σφάλμα , προς το κοινόν συμφέρον. Τι όμως νομίζετε ότι έγινε; Με περιλαμβάνει χωρίς καμμία συζήτησι και με έλουσε κυριολεκτικά με ένα σωρό κατσάδες , βρισιές και μ’ έδιωξε σαν σκυλί. Φεύγω με κατεβασμένο κεφάλι αλλά δεν το βάζω κάτω˙ λέω μέσα μου: “Καλά, καλά˙ ευχαριστώ για τις κατσάδες, αλλά αύριο που θα πετάξης στον κατήφορο ένα σωρό λεφτά, τότε τα ξαναλέμε”.
Πράγματι τα ξανάπαμε, αλλά και πάλιν εγώ το χρεώθηκα. Αφού έφθασαν όλα τα υλικά και όπως πράγματι το υπολόγισα, ήταν ακατάλληλα, τα πετάξαμε στην αποθήκην. Δεν πέρασαν όμως λίγες μέρες και μας χρειάστηκαν για μιαν άλλην δουλειά που ανοίξαμε, και μάλιστα με τόσην ακρίβεια σαν να κάναμε ειδικήν παραγγελία. Ε, τότε με το δίκαιό του ο Γέροντας με περίλαβε και μου ‘κανε και ένα γερό μάθημα».
Το όραμα με την διατροφή ζώντων –κεκοιμημένων
Κάποτε ένας αδελφός , όταν βρισκόμασταν στην Ν. Σκήτη, περιέπεσε σ’ ένα αμφίβολο λογισμό: «Προσευχόμαστε, αγρυπνούμε…, ωραία αυτά. Όμως κατ’ αυτόν τον τρόπο βοηθούμε και τους άλλους ή μόνον τον εαυτό μας;». Ενώ ετοιμαζόταν να εξομολογηθή αυτόν τον λογισμό στον Γέροντα, τον πρόλαβε ο δεύτερος και με πρόσωπο που φαινόταν βαθειά συγκινημένο, λέγει στον αδελφό:
- Απόψε, παιδί μου, ο Θεός μου έδειξε το εξής φοβερό θέαμα: ενώ προσευχόμουν, για μια στιγμή μου φάνηκε ότι βρισκόμουν σε μια πολύ μεγάλην τράπεζα. Στεκόμουν μπροστά σε μια πόρτα που έμοιαζε σαν την ωραία πύλη της εκκλησίας. Μέσα εκεί σ’ αυτόν τον χώρο, αμέτρητα πλήθη περίμεναν σειρά. Εγώ έμοιαζα σαν αρχισιτοποιός. Μέσα σ’ αυτόν τον χώρο διέκρινα και σας να βρίσκεστε κοντά μου. Εκόβατε κάτι μεγάλα σαν πρόσφορα και μου τα φέρνατε. Ο άλλος κόσμος περνούσε σε δυό σειρές , στη μια οι ζωντανοί, στην άλλη οι πεθαμένοι. Τους μοίραζα όλους από μια μερίδα ευλογία και φεύγανε όλοι χαρούμενοι. Διέκρινα μέσα πάρα πολλούς γνωστούς μου, όσους είχα γραμμένους , ζωντανούς- πεθαμένους, στο μνημονοχάρτι.
Και ο αδελφός με την σειρά του:
- Γέροντα, αυτό για μένα ήταν. Μου έλυσες την απορία μου. Τώρα κατάλαβα, τι προσφέρουν οι προσευχές και το μνημόνευμα στην προσκομιδή για όλον τον κόσμον.
- Αφού παιδί μου ενδιαφέρεσαι, να σου πω και κάτι για το κομποσχοίνι πιο φοβερό, γύρω από την ζωήν του Γέροντά μου. Ο Γέροντάς μου, είχε στον κόσμον μια ξαδέλφη. Αν και η ζωή της δεν ήταν τόσο καλή, ο Γέροντας όμως την αγαπούσε πολύ. Κάποτε τον ειδοποίησαν ότι η ξαδέλφη του πέθανε και μάλιστα όχι καλά. Έκαμνε διάφορους μορφασμούς, θεατρινισμούς˙ μιλούσε άσχημα κλπ. και σ’ αυτά τα χάλια πάνω ξεψύχησε. Μόλις το μαθαίνει ο Γέροντας, άρχισε τα κλάματα. Εγώ παραξενεύτηκα˙ τόσην ευαισθησία˙ να κλαίη τόσον πολύ. Όμως κατάλαβε ο ίδιος τον λογισμόν μου και με προλαβαίνει: « Εγώ δεν κλαίω παιδί μου που πέθανε˙ αλλά κλαίω γιατί κολάστηκε».
- Ωστόσο απ’ εκείνην την ημέραν ο Γέροντας δώστου συνέχεια νηστεία και προσευχή για την ξαδέλφην του. Ύστερα από αρκετές ημέρες , βλέπω τον Γέροντα πολύ χαρούμενο. «Τι συμβαίνει Γέροντα;». «Να σου πω παιδί μου. Αφού όλες αυτές τις μέρες δεν ησύχασα να προσεύχομαι και ν’ αγρυπνώ με νηστεία και δάκρυα για την ξαδελφούλα μου, σήμερα είδα το εξής ευχάριστο και θαυμαστό όραμα. Ενώ προσευχόμουν βλέπω ζωντανά την ξαδελφούλα μπροστά μου και μου φωνάζει με πολλήν αγαλλίασιν: “Σήμερα είναι η μέρα της σωτηρίας μου. Σήμερα γλύτωσα από την κόλασιν. Σήμερα πηγαίνω στον παράδεισο”.
Ξαφνικά την ίδια στιγμή βλέπω τον μακαρίτη τον παπα- Γιώργη μπροστά μου. Αυτός είναι ένας σύγχρονος άγιος. Όταν ήμουν στον κόσμον τον πρόλαβα. Έβαλε στο μυαλό του, ει δυνατόν, να βγάλη όλους τους αμαρτωλούς από την κόλασιν. Κάθε μέρα λειτουργούσε και μνημόνευε χιλιάδες ονόματα. Κατόπιν γυρνούσε τα μνήματα και όλη μέρα διάβαζε τρισάγια και μνημόσυνα στους πεθαμένους. Αφού λοιπόν εν οράματι τον είδα μπροστά μου, τον ακούω και με μεγάλο θαυμασμό μου λέγει: “Βρε –βρε… εγώ μέχρι τώρα νόμιζα ότι οι πεθαμένοι σώζονται μόνο με λειτουργίες και μνημόσυνα . Τώρα όμως είδα και κατάλαβα ότι και με τα κομποσχοίνια σώζονται οι κολασμένοι”. Και ξανά με θαυμασμό: “ Και με τα κομποσχοίνια σώζεται ο κόσμος…!”.
Μ’ αυτό το όραμα πληροφορήθηκα ότι η ξαδελφούλα σώθηκε, αλλά μου ‘δειξε ο Θεός και την δύναμιν του κομποσχοινιού ώστε και από την κόλασιν να βγάζη ψυχήν».
Λέγοντας στον αδελφό συγκινημένος ο Γέροντας αυτά, του έδωσε την ευλογίαν του και του ευχήθηκε: «Άντε στην ευχή μου και κοίταξε να βιαστής όσο μπορείς στην υπακοή και στην ευχή, αν θέλεις και τον εαυτό σου και τους άλλους να βοηθήσης».
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ.
ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ
Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος
της νοεράς προσευχής»
Δ΄ΕΚΔΟΣΙΣ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Αρχειοθήκη ιστολογίου
-
▼
2014
(206)
-
▼
Σεπτεμβρίου
(37)
- Επιστολή από την πρώτη Ορθόδοξη Ταϊβανέζα Πελαγία ...
- Τα ίχνη του Θεού στην Κορέα: Από τον προτεσταντισμ...
- Πώς θα έλθη ο Θεός για να κρίνη την γη
- Όπτινα, Πάσχα 1993: Στη μνήμη των 3 νεομαρτύρων μο...
- Μοναχή Χριστοδούλη, η έγκλειστος
- Νηπιοβαπτισμός
- Το ευαγγέλιο της Κυριακής
- Περί μακροθυμίας
- Μαδαγασκάρη, Αφρική
- Στον οινοποιό Σ.: Περί αδελφού χωρίς αδελφοσύνη
- Όμορφες μεταστροφές άθεων σε Ολλανδία & Ελλάδα
- Αριθμός θαυμάτων
- Δρόμοι ζωής-παραινέσεις και νουθεσίες
- Θεωρία της εξελίξεως
- Καλωσορίσατε στην οικογένειά σας...!
- Έβαλαν φωτιά -για δεύτερη φορά- στον κήπο του Μητ...
- Ο ψυχικός δεσμός στον γάμο
- Αγιότητα Κληρικών- εγκυρότητα μυστηρίων
- "Όχι με χρήματα αίματος"...- π. Επιφάνιος Θεοδωρόπ...
- « Κακιά ώρα » και βασκανία
- Ομιλίες π.Ιωάννη Κωστώφ
- Η θέση μας μέσα στην κοινωνία και η πνευματική βοή...
- Αυτοκτονία και αιφνίδιος θάνατος
- Θαυμαστή εμφάνιση του Αγίου Νικολάου μέσα σε λεωφο...
- Το ευαγγέλιο της Κυριακής
- Αστρολογία
- «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»
- Αρετές
- Η συγκινητική αλλαγή μιας πρώην ιερόδουλης
- Η.Π.Α.: Η συγκλονιστική προσευχή ενός άθεου
- Πίστη, ταπείνωση, ελπίδα
- Θεολόγοι
- Σωτηρία αλλοδόξων και αλλοθρήσκων
- Έχουν δύναμι, όταν βοηθάς κι εσύ
- Από τον προτεσταντισμό , την αθεΐα & το φλέρτ με τ...
- Οι μέλισσες σέβονται τα άγια πρόσωπα
- Η κυρα- Σταυρούλα από την Άτταλη της Εύβοιας
- ► Φεβρουαρίου (18)
- ► Ιανουαρίου (30)
-
▼
Σεπτεμβρίου
(37)
-
►
2013
(295)
- ► Δεκεμβρίου (36)
- ► Σεπτεμβρίου (29)
- ► Φεβρουαρίου (14)
- ► Ιανουαρίου (16)
-
►
2012
(185)
- ► Δεκεμβρίου (19)
- ► Σεπτεμβρίου (24)
- ► Φεβρουαρίου (5)
- ► Ιανουαρίου (10)
-
►
2011
(208)
- ► Δεκεμβρίου (21)
- ► Σεπτεμβρίου (22)
- ► Φεβρουαρίου (13)
- ► Ιανουαρίου (13)
-
►
2010
(43)
- ► Δεκεμβρίου (12)
- ► Σεπτεμβρίου (3)
- ► Ιανουαρίου (8)
-
►
2009
(25)
- ► Δεκεμβρίου (2)
- ► Σεπτεμβρίου (17)