Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

«π. Αλέξανδρος Σμέμαν ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ ΕΤΗΣΙΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ- Β΄»

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Ένα ρίγος χαράς διαπερνά τη λέξη «ανάληψη», που δείχνει μια πρόκληση προς τους αποκαλούμενους «νόμους της φύσεως» , προς τη διαρκή κάθοδο και πτώση∙ είναι μια λέξη που ακυρώνει τους νόμους της βαρύτητας και πτώσης. Εδώ αντίθετα τα πάντα είναι ελαφράδα, πέταγμα, μια ατέλειωτη άνοδος. Η Ανάληψη του Κυρίου γιορτάζεται σαράντα μέρες μετά το Πάσχα, την Πέμπτη της έκτης εβδομάδας μετά τη γιορτή της Ανάστασης του Χριστού.
Την Τετάρτη, την παραμονή, η Εκκλησία τελεί την αποκαλούμενη «Απόδοση της εορτής του Πάσχα», σαν να χαιρετά δηλ. το Πάσχα. Η ακολουθία είναι ακριβώς η ίδια, απ’ αρχής μέχρι τέλους, όπως αυτή της νύχτας του Πάσχα, με την απαγγελία ακριβώς των ίδιων στίχων: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί Αυτού…». «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή». Όταν ψάλλει αυτούς τους στίχους ο ιερεύς , κρατά την πασχάλια λαμπάδα και θυμιατίζει ολόκληρη την εκκλησία, ενώ σε απάντηση ψάλλεται το «Χριστός ανέστη». Αποχωριζόμαστε το Πάσχα, το «αποδίδουμε» στο επόμενο έτος.
Ίσως να έπρεπε να αισθανόμαστε λυπημένοι. Αντί όμως για λύπη, μας δίνεται νέα χαρά: η χαρά να στοχαζόμαστε και να γιορτάζουμε την Ανάληψη. ..
… Η εορτή της Αναλήψεως αποτελεί γιορτασμό του ανοίγματος του ουρανού στους ανθρώπους , του ουρανού ως του νέου και αιωνίου οίκου, του ουρανού ως της αληθινής μας πατρίδας. Η αμαρτία χώρισε βίαια τη γη από τον ουρανό και μας έκανε γήινους και χοντροκομμένους , προσήλωσε το βλέμμα μας σταθερά στο έδαφος και έκανε τη ζωή μας αποκλειστικά γεωτροπική. Αμαρτία είναι η προδοσία του ουρανού μέσα στην ψυχή. Αυτή ακριβώς τη μέρα, την εορτή της Αναλήψεως, νιώθουμε τρομοκρατημένοι από αυτή την άρνηση που γεμίζει ολόκληρο τον κόσμο. Ο άνθρωπος με υπεροψία και περηφάνια αναγγέλλει πως είναι μόνο υλικός και πως τίποτε δεν υπάρχει πέρα από το υλικό. Και για κάποιο λόγο είναι ακόμη και χαρούμενος γι’ αυτό , και μιλά με οίκτο και συγκατάβαση γι’ αυτούς που ακόμη πιστεύουν σε κάποιου είδους «ουρανό» σαν να πρόκειται για γελωτοποιούς ή για αγροίκους. Ελάτε αδελφοί, «ουρανοί» είναι απλώς ο ουρανός , είναι τόσο υλικός όσο και καθετί άλλο∙ δεν υπάρχει τίποτε άλλο, δεν υπήρξε ούτε και θα υπάρξει. Πεθαίνουμε, εξαφανιζόμαστε∙ έτσι στο μεταξύ ας κτίσουμε έναν επίγειο παράδεισο και ας ξεχάσουμε τις φαντασίες των παπάδων. Αυτό εν συντομία είναι το τελικό αποτέλεσμα και η ουσία του πολιτισμού μας, της επιστήμης μας, της ιδεολογίας μας. Η πρόοδος καταλήγει στο νεκροταφείο , με την πρόοδο των σκουληκιών που τρέφονται από τα πτώματα. Αλλά τι μας προτείνετε, μας ερωτούν, ποιος είναι αυτός ο ουρανός για τον οποίον μιλάτε, στον οποίο ο Χριστός ανελήφθη; Τέλος πάντων, τίποτε δεν υπάρχει στον ουρανό για τον οποίο μιλάτε.
Ας απαντήσει σ’ αυτό το ερώτημα ο Ιωάννης Χρυσόστομος , ο μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας που έζησε δέκα έξι αιώνες πριν . Μιλώντας για τον ουρανό, αναφωνεί: «Τι ανάγκη έχω από τον ουρανό, όταν εγώ ο ίδιος θα γίνω ουρανός;…». Ας έρθει η απάντηση από τους Πατέρες μας που ονόμαζαν την Εκκλησία «επίγειο ουρανό». Το ουσιαστικό σημείο αυτών των δυο απαντήσεων είναι το εξής: ουρανός είναι το όνομα της αυθεντικής κλίσης μας ως ανθρώπινα πλάσματα , ουρανός είναι η τελική αλήθεια για τη γη. Όχι, ο ουρανός δε βρίσκεται κάπου στο απώτερο διάστημα πέρα από τους πλανήτες ή σε κάποιον άγνωστο γαλαξία. Ουρανός είναι αυτό που μας επιστρέφει ο Χριστός , ό,τι χάσαμε με την αμαρτία και την υπερηφάνεια με τις επίγειες, αποκλειστικά γήινες, επιστήμες και ιδεολογίες, και τώρα είναι ανοικτός , μα τον προσφέρει και μας τον επιστρέφει ο Χριστός…
Ο Μέγας Αθανάσιος λέει όπως ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος θεός». Ο Θεός κατέβηκε στη γη για να μπορέσουμε εμείς να ανεβούμε στον ουρανό! Αυτό ακριβώς γιορτάζουμε την ημέρα της Αναλήψεως! Αυτή είναι η πηγή της λαμπρότητας και της άρρητης χαράς…
..Την υπέρ ημών πληρώσας οικονομίαν και τα επί γης ενώσας τοις ουρανίοις, ανελήφθης εν δόξη.
Χριστέ ο Θεός ημών, ουδαμόθεν χωριζόμενος , αλλά μένων αδιάστατος και βοών τοις αγαπώσι σε∙
Εγώ ειμί μεθ’ υμών και ουδείς καθ’ υμών.

Από το βιβλίο «π. Αλέξανδρος Σμέμαν
ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ
ΕΤΗΣΙΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ
ΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ- Β΄»
Μετάφραση από το Αγγλικό:
Ιωσήφ Ροηλίδης
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΙΤΑΣ

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

«ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ -ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΕ ΣΥΧΡΟΝΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ»

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ

Είδαμε ότι η επιμονή στην πίστη του Χριστού φέρνει ως αποτέλεσμα το Χριστό στη ζωή μας. Ακριβώς λοιπόν το θέμα μας στη συνέχεια είναι αυτή τη παρουσία του Χριστού, όπως μας τη δίνει ένα περιστατικό από τη ζωή και πάλι του Π. Παϊσίου.
«Όταν ο Γέροντας βρισκόταν ακόμα στο κελί του Τιμίου Σταυρού, μια βραδιά, καθώς έλεγε την ευχή, είδε ξαφνικά να αφαιρείται η οροφή του κελιού του και επάνω, ολοκάθαρα, έβλεπε τον Κύριο. Το πρόσωπό Του είχε τόση λαμπρότητα που δυσκολευόταν να το κοιτάξει και απορούσε, πώς βρέθηκαν κάποτε μερικοί που μπόρεσαν να φτύσουν αυτό το πρόσωπο!
Μετά την θεωρία αυτή ο Γέροντας έδωσε οδηγίες στις αδελφές , που αγιογραφούσαν στο Ι. Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ώστε να αγιογραφήσουν πιστά τον Κύριο, όσο ήταν δυνατόν κατ’ άνθρωπον∙ κι εκείνος τις καθοδηγούσε μάλιστα κατά την αγιογράφηση της εικόνας Του.
Ο Γέροντας μάλιστα έλεγε ότι το πρόσωπο του Κυρίου και της Παναγίας μας έχει το χρώμα του όψιμου σταριού»
( Ιερομ. Χριστόδουλου, ο Γέρων Παϊσιος, σελ. 270) .

Σχόλια
1. Μήπως φαντασία και πλάνη η εμφάνιση του Χριστού;
Καθώς διαβάζει κανείς τέτοια θαυμαστά γεγονότα, του δημιουργείται η απορία: μήπως πρόκειται για φαντασίες που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα; Μήπως βρισκόμαστε μπροστά σε μια πλάνη; Διότι πολύ συχνά ακούγεται ότι ο δείνα ή η δείνα είδαν το Χριστό, είδαν την παναγία
Ή κάποιον άλλο άγιο. Πρόκειται συνεπώς για «κοινές» εμπειρίες ορισμένων ατόμων, που έχουν κάποια συγκεκριμένη ψυχοσύνθεση.
Η απάντηση δεν είναι απλή. Εξαρτάται από το ποιος έχει τη συγκεκριμένη εμπειρία, κάτω από ποιες συνθήκες τη βίωσε και τι αποτελέσματα έχει στη ζωή του.
Εξαρχής πρέπει να σημειώσουμε ότι η Εκκλησία μας, δια στόματος των Πατέρων, χωρίς να απορρίπτει εκ των προτέρων τέτοιες «υπερφυσικές» καταστάσεις, στέκεται με πολύ σκεπτικισμό και μεγάλη επιφύλαξη απέναντί τους. Και αιτία γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις έχουμε λειτουργία της φαντασίας του ανθρώπου, στην οποία ως δι’ οργάνου δρα ο διάβολος. Με άλλα λόγια στα περισσότερα οράματα , αποκαλυπτικά όνειρα κ. λ. π. έχουμε δαιμονική και όχι θεϊκή παρουσία. Ο διάβολος , που έχει τη δύναμι να μετασχηματίζεται και «εις άγγελον φωτός» ( Β΄Κορ.11, 14 ) κατά τον απόστολο , βρίσκει τη φαντασία ως γέφυρα, για να προσβάλει τον άνθρωπο και να τον αιχμαλωτίσει πλανεμένο στα δίχτυα του.
Είναι τόσο συχνό το φαινόμενο αυτό, ώστε οι νηπτικοί ιδίως Πατέρες αρνούνται οποιοδήποτε όνειρο και όραμα, ακόμη κι αν προέρχεται από τον ίδιο τον Θεό. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος για παράδειγμα αναφέρει ότι «όποιος πιστεύει στα όνειρα είναι παντελώς άσοφος και άπειρος», ενώ ο μεγάλος νηπτικός άγιος Διάδοχος επισημαίνει ότι και εκ Θεού να είναι τα όνειρα – και τα οράματα θα προσθέταμε – καλό είναι να τα απορρίπτουμε , γιατί ακριβώς υπάρχει πάντοτε σ’ αυτά ο κίνδυνος της πλάνης.
Στην περίπτωση όμως των αγίων δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Διότι αυτοί, έμπειροι στον πνευματικό πόλεμο, πέρα από την αμφιβολία που τρέφουν στη λειτουργία της φαντασίας, γνωρίζουν με ακρίβεια , λόγω της παρουσίας του αγίου Πνεύματος μέσα τους, πότε κάτι είναι εκ του Θεού και πότε εκ του διαβόλου. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με το γέροντα Παϊσιο. Είχε τόσο ανεπτυγμένα πνευματικά αισθητήρια, ώστε ήξερε αν το όραμα ήταν θεϊκό ή όχι. Κι απόδειξη: ο πλούτος της χάρης του Θεού που αύξανε μέσα του μετά από τέτοιες καταστάσεις. Μπορούμε λοιπόν να είμαστε απόλυτα βέβαιοι για τα περιστατικά που διηγείται ο ίδιος.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

Αν το κέντρο της λατρείας της Εκκλησίας είναι η Θεία Ευχαριστία, η μετάνοια αποτελεί την προϋπόθεση συμμετοχής σ’ αυτήν και την ατμόσφαιρα της Εκκλησίας. Χωρίς μετάνοια δεν υπάρχει Χριστιανός κι ούτε μπορεί, ασφαλώς, εκτός αυτής , να αξιοποιήσει ό,τι προσφέρει η Εκκλησία. «Τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής ημών εν ειρήνη και μετανοία εκτελέσαι, παρά του Κυρίου αιτησώμεθα» προτρέπει εκείνη σημαίνοντας τη σπουδαιότητα της μετανοίας.
Στο παρακάτω κείμενο θα κάνουμε λόγο όχι τόσο για τη μετάνοια σε γενικό εννοιολογικό επίπεδο –τι είναι, από πού πηγάζει, ποιές είναι οι προϋποθέσεις της, πώς εκφράζεται κ.λπ. -, όσο για τη θεσμοθετημένη μορφή της, του μυστηρίου της εξομολογήσεως. Αφορμή και οδηγό θα έχουμε και πάλι το γέροντα Παϊσιο, μέσα από ένα περιστατικό με ένα νεαρό που τον επισκέφθηκε.
«Επισκέφθηκε ένας νεαρός το κελί του Γέροντα και χτυπούσε το σήμαντρο, για ν’ ακούσει ο Γέροντας και να έρθει να του ανοίξει. Έφτασα κι εγώ (ιερομόναχος Χριστόδουλος) εκείνη τη στιγμή εκεί και περίμενα λίγο πιο πίσω. Κάποια στιγμή ο Γέροντας άνοιξε κι ήρθε στην πόρτα του φράχτη.
- Τι είναι, βρε λεβέντη, τι θέλεις; Ρώτησε ο Γέροντας.
- Γέροντα, θέλω να σας δω και να σας συμβουλευτώ για κάτι.
- Έχεις εξομολογηθεί; Έχεις πνευματικό;
- Όχι, Γέροντα, ούτε πνευματικό έχω ούτε έχω εξομολογηθεί.
- Ε, κοίταξε βρε παιδί μου, πήγαινε πρώτα να εξομολογηθείς και μετά να έρθεις.
- Γιατί , Γέροντα, τώρα δε γίνεται να σας δω;
- Βρε παιδάκι μου, κοίταξε ‘κει πέρα να σου εξηγήσω, για να καταλάβεις. Μέσα σου, ο νους είναι συγχυσμένος και σκοτισμένος από τις αμαρτίες με συνέπεια και συ ό ίδιος να μην μπορείς καλά-καλά ν’ αντιληφθείς την κατάστασή σου. Κι έτσι ούτε και σε μένα θα μπορέσεις να πεις, πως έχουν τα πράγματα. Αν όμως εξομολογηθείς , θα καθαρίσει και το μυαλό σου και θα δεις τα πράγματα πολύ διαφορετικά.
- Γέροντα, μπορεί εγώ να είμαι θολωμένος και να μην μπορώ να σας πω ακριβώς τι μου συμβαίνει, όμως εσείς μπορείτε να με καταλάβετε και να μου πείτε τι πρέπει να κάνω.
- Κοίταξε εδώ, ακόμα κι εγώ αν έχω κάποια καθαρότητα και μπορώ να δω τι σου συμβαίνει, πάλι υπάρχει πρόβλημα σε σένα. Γιατί έτσι, όπως είναι ο νους σου συγχυσμένος, ούτε θα καταλάβεις τι θα σου πω ούτε και θα θυμάσαι σε λίγο τίποτα. Άμα όμως εξομολογηθείς και μπεις και συ στην ίδια πνευματική συχνότητα με μας, τότε θα μπορέσουμε άνετα να συνεννοηθούμε. Πήγαινε λοιπόν να εξομολογηθείς και σε περιμένω να έρθεις».
( Ιερομ. Χριστοδούλου, ο Γέρων Παϊσιος, σελ. 227 ) .

Σχόλια

1. Η ανάγκη της εξομολογήσεως


Η άρνηση του Γέροντα να δεχτεί το νεαρό δεν οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα: κάποια κόπωση ή αρρώστια του. Οφείλεται στην αδυναμία του νεαρού να κατανοήσει το λόγο του Θεού ή κάποια πνευματική συμβουλή , λόγω ελλείψεως μετανοίας μέσα του. Η αμετανοησία , όπως φανερώνεται από τη δήλωσή του ότι δεν έχει πνευματικό-εξομολόγο, αποτελεί το σκληρό και πατημένο εκείνο έδαφος της γνωστής παραβολής του σπορέως, το οποίο δεν αφήνει να ριζώσει ο πνευματικός γενικά λόγος. Ο γέρων Παϊσιος δηλ., με την άρνησή του επισημαίνει μια βασική πνευματική αρχή: προκειμένου να ακούσει και να κατανοήσει κανείς το λόγο του Θεού ή κάποια πνευματική συμβουλή απαιτείται να έχει καθαρές πνευματικές αισθήσεις.
Αιτία γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι ο πνευματικός λόγος, ως προερχόμενος από τον απόλυτο άγιο και καθαρό Θεό, ζητεί αντίστοιχο έδαφος∙ καθαρή δηλ. καρδιά ή τουλάχιστον διάθεση για απόκτηση καθαρότητος , άρα κλίμα μετάνοιας. Έτσι μπορεί να υπάρχει ο πομπός, που εκπέμπει τα μηνύματα, αλλά χωρίς τον αντίστοιχο δέκτη, που να είναι συντονισμένος στην ίδια συχνότητα, δεν επιτυγχάνεται η επικοινωνία.
Από την άποψη αυτή αυτός που ακούει τον πνευματικό λόγο δεν μπορεί να βρίσκεται σε κατάσταση παθητική∙ χρειάζεται να ενεργοποιήσει στο ανώτερο δυνατό σημείο τον εαυτό του - να μετανοήσει δηλ. – για να δεχθεί το λόγο και να τον καταστήσει θετικά ενεργό καθαρό μέσα του. Ο Κύριος ήδη είχε επισημάνει την πραγματικότητα αυτή, όταν στη διδασκαλία Του κατέληγε με την φράση: «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω» ( Ματθ. 11, 15 κ.α. ) . Μόνον όποιος έχει αυτιά κατάλληλα ,δηλ. πνευματικά , μπορεί να ακούει το λόγο και τη διδαχή Του.
Ο μεγάλος ασκητικός Διδάσκαλος άγιος Διάδοχος επίσκοπος Φωτικής επί του θέματος σημειώνει παραστατικά:
«Τα σωματικά τραύματα, όταν μείνουν απεριποίητα και σκληρυνθούν, δεν αισθάνονται τα φάρμακα των γιατρών, ενώ όταν καθαρισθούν, επηρεάζονται από την ενέργεια του φαρμάκου και θεραπεύονται γρήγορα. Έτσι και η ψυχή, όσο δεν την επιμελείται κανείς και είναι ολόκληρη σκεπασμένη από την λέπρα της φιληδονίας, δεν μπορεί να αισθανθεί το φόβο του Θεού , και αν ακόμη κανείς ακατάπαυστα της μιλάει για το φοβερό δικαστήριο του Θεού. Όταν όμως αρχίσει με τη μεγάλη προσοχή και επιμέλεια να καθαρίζεται, τότε αισθάνεται σαν ζωοποιό φάρμακο το φόβο του Θεού, ο οποίος την καίει με τους ελέγχους της συνειδήσεως στη φωτιά της απάθειας» ( κεφ. 17) .
Με τα παραπάνω η ανάγκη η ανάγκη της εξομολογήσεως, την οποία προβάλλει ο π. Παϊσιος, φαίνεται αυτονόητη. Χωρίς την εξομολόγηση, χωρίς δηλ. τη μετάνοια, ο νους του ανθρώπου βρίσκεται σε κατάσταση σύγχυσης και σκοτασμού. . Η αμαρτία λειτουργεί μέσα του αρνητικά προκαλώντας τύφλωση. Κι η τύφλωση αυτή οδηγεί σε διπλό αρνητικό αποτέλεσμα: την έλλειψη αυτογνωσίας – ο άνθρωπος είναι χαμένος, μη μπορώντας να δει πνευματικά πού βρίσκεται – και την αδυναμία , όπως εξηγήσαμε, κατανοήσεως των πνευματικών λόγων.
«Μέσα σου, ο νους είναι συγχυσμένος και σκοτισμένος από τις αμαρτίες με συνέπεια και συ ο ίδιος να μην μπορείς καλά-καλά ν’ αντιληφθείς την κατάστασή σου… Όπως είναι ο νους σου συγχυσμένος , ούτε θα καταλάβεις τι θα σου πω ούτε και θα θυμάσαι σε λίγο τίποτα» ( π. Παϊσιος ) .

Τι είναι η εξομολόγηση

Καταρχάς θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η εξομολόγηση δεν είναι μια απλή συζήτηση με τον πνευματικό-εξομολόγο επί διαφόρων αποριών ή και προβλημάτων του εξομολογουμένου. Αυτό μπορεί να γίνει σε κάποια άλλη ώρα ,εκτός εξομολογήσεως, ή έστω, ως προέκταση της καθαυτό εξομολογήσεως. Ούτε ασφαλώς είναι μια τυπική επίσκεψη στον ιερέα πριν από τις μεγάλες εορτές, με μια κατ’ επιλογήν επισήμανση αμαρτιών ή και απλή εκζήτηση της «ευχής». Στην περίπτωση αυτή η εξομολόγηση λειτουργεί ως άλλοθι της ενοχής του ανθρώπου – «να ησυχάσουμε τη φωνή της συνειδήσεως»- με συνέπεια την παγίωση της αμαρτίας και την σκλήρυνση της ψυχής.
Η εξομολόγηση είναι το μυστήριο εκείνο , που φανερώνει τη γνησιότητα της μετανοίας του πιστού. Πραγματοποιούμενη ενώπιον της Εκκλησίας –στα πρώτα χριστιανικά χρόνια ενώπιον όλων και αργότερα ενώπιον του εκπροσώπου της Εκκλησίας πνευματικού εξομολόγου- αποτελεί το αποκορύφωμα της εν ταπεινώσει και συντριβή αναγνώρισης από τον πιστό ότι η ζωή του δεν βρίσκεται στην τροχιά του Χριστού και των αγίων ∙ ότι έσφαλε και σφάλλει, στο βαθμό που ή εκούσια ή ακούσια προσέβαλε την αγάπη στο πρόσωπο του Θεού ή των συνανθρώπων του. Παράλληλα όμως με την ομολογία αυτή εκδηλώνει και την ακλόνητη πεποίθησή του στην αγάπη και το έλεος του Θεού, τα οποία αναγνωρίζει ότι υπερβαίνουν την κατάντια του και έχουν τη δύναμη να τον ανορθώσουν και να τον οδηγήσουν σε ανώτερα πνευματικά ύψη: να ακολουθεί το Χριστό!
Σύμφωνα με τα παραπάνω λοιπόν η εξομολόγηση αφενός προϋποθέτει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητος του εξομολογουμένου και την πίστη του στην φιλανθρωπία του πανοικτίρμονος Θεού, αφετέρου έχει εκκλησιαστικό χαρακτήρα. Τυχόν λοιπόν προσέλευση στο μυστήριο, χωρίς την απαιτούμενη προετοιμασία με εξομολόγηση εν μετανοία ενώπιον πρώτα του Θεού, αποτελεί εμπαιγμό του μυστηρίου ή το λιγότερο άγνοια της παραδόσεως της Εκκλησίας.
Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, να προσέρχεται ο εξομολογούμενος απροετοίμαστος , επόμενο είναι να μη γεύεται τα αγαθά και τις δωρεές , που ο Θεός έχει υποσχεθεί να δώσει. Και τα αγαθά αυτά είναι η εξάλειψη κάθε αμαρτίας, αλλά και η δικαίωση του ανθρώπου. «Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών , πιστός εστι και δίκαιος, ίνα αφή ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας» ( Α’ Ιω.1,9 ) . Και ο προφήτης Ησαΐας , ήδη από το χώρο της Π. Διαθήκης, διαλαλεί: « Εάν είναι οι αμαρτίες σας κόκκινες σαν το αίμα, θα τις κάνω λευκές σαν το χιόνι» ( Πρβλ. Ης. 1,18 ) .
Ο άγιος Χρυσόστομος ερμηνεύει τα παραπάνω:
« Η μετάνοια δικαιώνει… Στο ληστή δεν είπε ο Κύριος, σε απαλλάσσω από την κόλαση και την τιμωρία, αλλά τον βάζει μέσα στον Παράδεισο, δίκαιο. Μη λες λοιπόν πάλι, Αμάρτησα πολύ και πώς θα μπορέσω να σωθώ; Συ δεν μπορείς, μα ο Κύριός σου μπορεί , και τόσο πολύ, ώστε να σβήσει τελείως τα αμαρτήματά σου… Τόσο τέλεια σβήνει τα αμαρτήματα , ώστε να μην μένει ούτε ίχνος από αυτά. Ο Θεός λοιπόν χαρίζει και την ομορφιά μαζί με την υγεία, μαζί με την απαλλαγή από την κόλαση δίνει και τη δικαιοσύνη και κάνει τον αμαρτωλό να είναι ίσος με αυτόν που δεν αμάρτησε. Διότι εξαφανίζει το αμάρτημα και το κάνει να μην υπάρχει και να μην έχει γίνει ποτέ. Έτσι τέλεια το εξαφανίζει, δεν μένει ούτε σημάδι, ούτε ίχνος, ούτε απόδειξη, ούτε δείγμα» (Ομιλία η΄, περί μετανοίας ) .
Έτσι με την εν μετανοία συμμετοχή μας στο ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως επανερχόμαστε στο αφετηριακό σημείο του βαπτίσματός μας. Όπως δηλ. τότε που βαπτισθήκαμε, κάθε αμάρτημά μας, ιδίως δε το προπατορικό λεγόμενο με τις κληρονομικές του συνέπειες της φθοράς και του θανάτου, εξαλείφθηκε, έτσι και τώρα, στο δεύτερο αυτό και επαναλαμβανόμενο βάπτισμα της μετανοίας, κάθε αμάρτημα που εκάναμε, μετά το πρώτο, εν λόγω ή έργω ή διανοία, εξαλείφεται και μας φέρει καθαρούς και πάλι στο σημείο εκκινήσεως της πνευματικής ζωής. Η ζωή μας στη φάση αυτή επανασυντονίζεται με τους χτύπους της παράδοσης της Εκκλησίας∙ «πιάνουμε» ξανά το σταθμό του Θεού∙ αρχίζουμε και (επι)κοινωνούμε με όλους τους αγίους. «Γιατί έτσι, όπως θα είναι ο νους σου συγχυσμένος ,ούτε θα καταλάβεις τι θα σου πω ούτε και θα θυμάσαι σε λίγο τίποτα. Άμα όμως εξομολογηθείς και μπεις και συ στην ίδια πνευματική συχνότητα με μας, τότε θα μπορέσουμε άνετα να συνεννοηθούμε» ( π. Παϊσιος ) .

Εξομολόγηση στις εικόνες ή με παραβάν;

Ως εκ περισσού ας εξετάσουμε και το ερώτημα αυτό. Διότι με τα προηγούμενα δόθηκε σαφώς η απάντηση . Το μυστήριο της μετανοίας έχει εκκλησιαστικό χαρακτήρα. Μόνον ενώπιον του ιερέως ενός δηλ. συναμαρτωλού μέλους της Εκκλησίας, μπορεί να πραγματοποιηθεί. Και τούτο διότι ο ίδιος ο Κύριος και οι Απόστολοι το καθόρισαν έτσι. « Αμήν, λέγω υμίν, όσα ένα δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν τω ουρανώ, και όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» ( Ματθ. 18,18 ) . Η μεταβίβαση της εξουσίας αυτής από τον Χριστό στους μαθητές Του, μεταβιβάστηκε και στη συνέχεια στους διαδόχους τους Επισκόπους και ιερείς μέχρι σήμερα.
Μέσα λοιπόν στην Εκκλησία, πρόσωπο με πρόσωπο, τελεσιουργείται το μυστήριο της μετανοίας και γίνεται ο άνθρωπος με την ταπείνωση αυτή αληθινό πρόσωπο. Κανείς δεν εξαιρείται από τον κανόνα αυτό. Είτε απλός πιστός είναι είτε Πατριάρχης, όλοι θα πρέπει να περάσουμε και να περνάμε από το πετραχήλι του πνευματικού, για να βρίσκουμε το Θεό μας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην ταπείνωση αυτή είναι κρυμμένη η δύναμη της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.
Η τακτική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, να εξομολογείται κανείς απρόσωπα, με παραβάν κλπ., δεν φαίνεται να βοηθάει στην απόκτηση της ταπείνωσης. Μάλλον λειτουργεί υπέρ του εγωισμού του ανθρώπου, γιατί συντηρεί την ντροπή και την υπερηφάνειά του. Γι’ αυτό και ποτέ, ούτε ως σκέψη, δεν έγινε κάτι τέτοιο δεκτό από την Εκκλησία μας.
Πολύ περισσότερο, δεν γίνεται αποδεκτή η τακτική ορισμένων να «εξομολογούνται» στις εικόνες. Στη στάση αυτή η Ορθοδοξία βλέπει κατεξοχήν την παγίωση της αμαρτίας. Διότι εκεί φαίνεται ότι δεν υφίσταται αληθινή μετάνοια. Ποιος άλλωστε θα βεβαιώσει τη γνησιότητά της; Με τη εξομολόγηση στην εικόνα ο άνθρωπος στέκεται στην πραγματικότητα ενώπιον του εαυτού του. Η εικόνα, στη συγκεκριμένη χρήση της, δεν αποτελεί το «συ» του ανθρώπου, που θα κάνει τον άνθρωπο να δει τον εαυτό του και τις αθέατες πλευρές του.
Η «εξομολόγηση» αυτή αποτελεί σαφές δείγμα της τάσης του ανθρώπου να αποκοπεί από την Εκκλησία, αφού αρνείται το λόγο του Χριστού και στων Αποστόλων. Τα επόμενο ασφαλώς βήμα του – για να είναι συνεπής- θα είναι τα παιδιά του να τα βαπτίζει μόνος του σε σκάφη, ο ίδιος δε να κοινωνεί στο σπίτι του, αγοράζοντας απλώς κρασί και ψωμί!!!








Από το βιβλίο: «ΓΕΡΓΙΟΥ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ
ΜΑΘΗΤΕΙΑ
ΣΕ ΣΥΧΡΟΝΟΥΣ
ΑΓΙΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ»
Εκδόσεις: Επέκταση

Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

"ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Γέροντος ΠΑΙΣΙΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ 1924-1994"

ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
Γέροντος ΠΑΙΣΙΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
1924-1994

Γ7. Προς Βασίλειον

Τίμιος Σταυρός 23/7/1977

Αγαπητέ μου αδελφέ κύριε Βασίλειε,

«Χαίρε εν Κυρίω»
Διάβασα το βιβλίο σας [και], αν και εγώ δεν είμαι αρμόδιος, θα σας πω το λογισμό μου επάνω σ’ αυτά που μου γράφετε , μια που το ζητάτε.
Κατ’ αρχάς ο τίτλος του βιβλίου «Ψυχολογία» δεν μου άρεσε.
Μέσα έχει πολλά καλά – και πολύ θα βοηθήσουν τους νέους- αλλά και πολλά από αυτά, εάν δεν τα γνώριζαν οι νέοι ( τα λέγατε μόνο στους εκπαιδευτικούς ), θα βοηθούσαν καλύτερα.
Επίσης, εάν περισσότερο τα παρουσιάζετε τα πράγματα πνευματικά –παρά επιστημονικά- θα βοηθιόντουσαν πιο θετικά (με το να συλλάβουν το βαθύτερο νόημα της ζωής) να έλθη η Θεία Χάρις με τη θεία παρηγοριά, , για να νοιώθουν χαρούμενα τα παιδιά και να μην καταφεύγουν σε χαμηλές και μάταιες χαρές, που δεν ξεδιψάνε την ψυχή, αλλά την καίνε περισσότερο.
Ο άνθρωπος, που δεν πιστεύει στο Θεό και στη μέλλουσα αιώνια ζωή, καταδικάζει αιώνια τη ψυχή του, και μένει απαρηγόρητος και σ’ αυτή τη ζωή. Νομίζω ότι όλη η προσπάθεια πρέπει να γίνη σ’ αυτή την κατεύθυνση ∙ διότι βλέπουμε σχεδόν όλη την Ευρώπη που διέθεσε όλη την επιστήμη (την ανθρώπινη γνώση) , για να διορθώση [δήθεν] την εικόνα του Θεού∙ αλλά για να μην είναι [ενν. επειδή δεν είναι ] οι ίδιοι (σχεδόν όλοι) στραμμένοι προς τον Θεόν, και [για] να [μη] ζητάνε και την θεία Του επέμβαση, ταλαιπωρούνται συνέχεια, και ταλαιπωρούν συνέχεια μικρούς και μεγάλους∙ και από την φύση, την οποία σιγά-σιγά παραμορφώνουν , άρχισαν να παραμορφώνουν και τους ανθρώπους, και να τους «περιποιούνται» στα ψυχιατρεία με ηλεκτροσόκ. Ο Θεός να μας ελεήση.
Συγχώρεσέ με, τα γράφω με πόνο, γιατί βλέπω την καημένη την νεολαία εγκαταλειμμένη από πνευματικούς, γιατί οι περισσότεροι [πνευματικοί] ασχολούνται με την πρόνοια (ενώ υπάρχει η κοινωνική πρόνοια και κάνει πιο καλύτερα τη δουλειά της στον τομέα αυτό), και το έργο του πνευματικού (δυστυχώς) ,το κάνουν ψυχίατροι, που οι περισσότεροι δεν παραδέχονται ψυχή, ή την παραδέχονται με τον δικό τους τρόπο, και να μην αναγνωρίζουν (ενν: δεν αναγνωρίζουν) την αξία της ψυχής, που μια ψυχή αξίζει περισσότερο από όλον τον κόσμο ,καθώς μα λέει ο Χριστός.
Εάν δεν υπήρχαν και τα ψυχολογικά βιβλία και τα ψυχολογικά βιβλία, θα έχουμε λιγότερες αυτοκτονίες, γιατί πολλοί που τα διαβάζουν, καταδικάζουν τον εαυτό τους, ενώ η χάρις του Θεού διώχνει και τα κληρονομικά και σκορπάει και χαρά.
Εάν το επανεκδώσετε, δώστε «τα πρωτεία στα Αναστάσιμα».

Με πολλή αγάπη Χριστού
Ο αδελφός σας
Μον. Παϊσιος

Γ. Προς Δημήτριον

9. Τ. Σταυρός 9-12-1970

«Βοήθειά μας η Αγία μας Άννα»
Εν Χριστώ αδελφέ Δημήτριε και αδελφή Ελένη,
Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε.
Επί τη ευκαιρία των Χριστουγέννων και των Αγίων Εορτών, έρχομαι ταχυδρομικώς να σας ευχηθώ να περάσετε με [κατ’ ] άμφω υγεία. Χρόνια πολλά και ευάρεστα στον Θεόν. Θα παρακαλέσω την καλή μας Μητέρα του Θεού να πάρη το Πανάγιο Βρέφος , που θα γεννηθή μεθαύριο στην Βηθλεέμ, να σας κάμη επίσκεψιν στο φτωχικό σας (καθώς το λέτε ) . Πιστεύω ότι και Αυτοί θα αναπαυθούν από όλην την ατμόσφαιρα του σπιτιού, που δεν έχει κάτι το κοσμικό, και εσείς θα παρηγορηθήτε πολύ, διότι μόνον ο Χριστός δίδει χαρά και παρηγοριά πραγματική. Ενώ από ανθρώπους αχαριστίες θα πρέπη να συναντά κανείς εάν θέλη να μιμήται και να ακολουθή τον Χριστόν. Μόνον τότε πρέπει να καταλάβη ότι κάμει θετική εργασία πνευματική.
Να δοξάζετε τον Θεόν, όταν σας εγκαταλείπουν πρόσωπα που είχατε ευεργετήσει, διότι αυτό σας πλησιάζει στον Μεγάλον μας ευεργέτην Ιησούν Χριστόν. Να δοξάζετε τον Θεόν ,που δεν μπορείτε να βγαίνετε έξω και δεν οργίζεσθε δια την εκτροχιασμένην κοινωνία. Να δοξάζετε τον Θεόν που έχετε λίγο φως αισθητό, όσο για να υπηρετήσθε , και δεν βλέπετε την μάταιη και ελεεινή κοινωνία, ούτε και από μακριά, και δεν χάνετε την ηρεμίαν σας. Να δοξάζετε τον Θεόν, που σας έδωσε όλες αυτές τις προϋποθέσεις, δια να κάμετε εσωτερική εργασία, την μόνην που ανταμείβει ο Θεός. Να δοξάζετε τον Θεόν, δια την καλήν σας σύζυγο – και καλήν σας αδελφήν και αδελφή μου- που σας βοηθάει και την βοηθάτε στο ανέβασμα της σκάλας προς τον Ουρανόν. Να δοξάζετε τον Θεόν δια τον Άγγελο που σας υπηρετεί με αγάπη, χωρίς γογγυσμόν, σαν γνήσιο –ίσως και καλύτερα από –σαρκικό παιδί∙ διότι η πνευματική αγάπη δεν συγκρίνεται. Να δοξάζετε όλοι σας τον Χριστόν, οι “δύο ή τρεις συνηγμένοι”, που σας σύναξε και μένετε μαζί, μαζί σας και ο Χριστός. Θα μένη μαζί σας ,όταν έχετε την αγάπη όπως την έχετε και τώρα. Θα εύχομαι δι’ αυτό ιδιαίτερα, όπως πάντοτε εύχομαι∙ και εσείς ξέρω ότι δεν με ξεχνάτε.
Πιστεύω ότι δεν με παρηξηγείτε που δεν σας γράφω∙ διότι εάν αλληλογραφώ- ενώ είμαι ησυχαστής Μοναχός- δεν θα έχη νόημα η ζωή μου. Νόημα έχει , όταν συνεχώς ενθυμούμαι και προσεύχομαι για τον κόσμον. Τώρα, το χειμώνα, έχω την ησυχία που μου χρειάζεται. Το καλοκαίρι, από τον Ιούνιο-Σεπτέβριο, δεν μπορώ να ησυχάσω, από τους φοιτητάς περισσότερο. Εφετος θα λάβω κατάλληλα μέτρα. Δεν σβήνεται η πυρκαγιά του καθενός με ένα κύπελλο νερό που θα διαθέσω. Θα πρέπη να παρακαλώ τον Θεό να ρίχνη βροχές συνέχεια . Εύχεσθε να με βοηθήση ο Θεός.
Με συγχωρείτε∙ σας κούρασα και σας κουράζω πιο πολύ με τα κακογραμμένα γράμματά μου, τα βιαστικά.
Εύχομαι και πάλιν ο Χριστός και η Παναγία μαζί σας.
Με αγάπη Χριστού
Ο αδελφός σας
Μον. Παϊσιος





Από το βιβλίο: «ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
Γέροντος ΠΑΪΣΙΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
1924-1994»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ
Θεσσαλονίκη
2009
ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. ΖΟΥΡΝΑΤΖΟΓΛΟΥ ΕΠΙΣΜΗΝΑΓΟΣ Ε.Α.

Τρίτη 27 Απριλίου 2010

«π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΡΜΟΣ- Εκκλησία και Νέοι χωρίς Αερόσακο»

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΝΕΟΙ:
ΘΑ ΤΗΝ ΑΚΟΥΣΟΥΝ;ΘΑ ΤΟΥΣ ΑΚΟΥΣΕΙ;


Είκοσι χρόνια χειμωνιάτικα. / Τα μαλλιά του στον άνεμο / και η ματιά του από χώμα / και μη βλέποντας καλά / για κηπουρό με πήρε / και με παράπονο ρωτούσε: / «Ότι ήραν τον Κύριόν μου / και ουκ οίδα πού έθηκαν Αυτόν»
( Ιω. 20: 13-15 ) .
(Φωνήεντες Στεναγμοί, εκδ. Αρμός, σ.29 )


«ΟΤΑΝ ΗΜΟΥΝ ΝΕΟΤΕΡΟΣ», εδιηγείτο στους αδελφούς ο Αββάς Μακάριος, «έπεσα κάποτε σε ακηδία. Βγήκα λοιπόν από την καλύβα μου και περιπλανιόμουν άσκοπα στην έρημο, για να διασκεδάσω την θλίψη μου. Επιθυμούσα να βρω κάποιον άνθρωπο να μου ειπή δυο λόγια ωφέλιμα. Ξαφνικά είδα μπροστά μου ένα μικρό τσοπανόπουλο ,που έβοσκε πιο κάτω τις αγελάδες του. Μου ήλθε τότε στο λογισμό να το ρωτήσω:
» - Τι να κάνω, παιδί μου, που πεινώ;
» - Και δεν τρως ;μου αποκρίθηκε , σηκώνοντας με αδιαφορία τους ώμους του.
» - Έφαγα ,γιε μου, μα ξαναπείνασα.
- Φάγε πάλι, μου είπε.
- Έφαγα και ξανάφαγα ο δόλιος, μα πάλι πεινώ.
- Μα βόιδι είσαι, Αββά , που θες διαρκώς να μασουλίζεις, μου είπε, ξεσπώντας σ’ ένα περιπαιχτικό γέλιο.
- Καλά σου λέει το παιδί, είπα στον λογισμό μου, και γύρισα διδαγμένος στο κελλί μου».
Το περιστατικό αυτό έρχεται να διευρύνει το θέμα της εισηγήσεώς μου στις διαστάσεις που δικαιούται. Οι νέοι που διοργανώνουν το συνέδριο είχαν την ταπείνωση που χρειάζεται για να κάνουν λάθος στον τίτλο, δηλαδή να διερωτηθούν μόνο αν ο νέος θ’ ακούσει την εκκλησία. Εγώ, ως στέλεχος της Εκκλησίας, υποχρεούμαι να προσθέσω : Θ’ ακούσει και η Εκκλησία τους νέους;
Η βοήθεια που μπορούν να προσφέρουν οι νέοι εν προκειμένω στα στελέχη της Εκκλησίας δεν περιορίζεται μόνο στην διερώτηση για τον βαθμό βοδινότητας του καθενός μας λόγω της απληστίας μας. Υπάρχει πληθώρα άλλων παθών για τη διάγνωση των οποίων έχουμε ανάγκη την φρέσκια νεανική ματιά. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ,δεν δικαιούμαστε την επωνυμία του Χριστιανού στο βαθμό που κλωτσάμε σαν γάιδαροι, είμαστε λαίμαργοι σαν αρκούδες, μνησικακούμε σαν καμήλες, αρπάζουμε σαν λύκοι, δαγκώνουμε σαν σκορπιοί, είμαστε ύπουλοι σαν αλεπούδες, διατηρούμε δηλητήριο πονηριάς σαν οχιές κ.ο.κ.
Καθώς κανείς δεν μετατρέπεται σε «ζώο» από μία μεμονωμένη πτώση αλλά από τη συστηματική και μακροχρόνια δουλεία σε κάποιο πάθος, είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πώς οι σημερινοί θύραθεν νέοι – σε αντίθεση με τους πιστούς- εμφανίζονται απροσδόκητα επιεικείς απέναντι σε μεμονωμένες αμαρτίες των κληρικών, αλλά ανελέητα αυστηροί απέναντι στις εν ψυχρώ προμελετημένες και μεθοδευμένες όπως φιλαργυρία, η αρχομανία, ο ανταγωνισμός ,το μίσος, η διαπλοκή, η μηχανορραφία, η αποπλάνηση ανηλίκων ή ενηλίκων πιστών κτλ. Έτσι, άξιον και δίκαιον είναι, πριν τα εκκλησιαστικά στελέχη αποπειραθούμε να μετατρέψουμε τους νέους από ανθρώπους σε αγίους, να τους αφήσουμε να μετατρέψουν αυτοί εμάς από «ζώα» σε ανθρώπους.
Τα παραπάνω ενδέχεται να ξενίσουν, ίσως και να ενοχλήσουν, αν εκληφθούν ως αφ’ υψηλού ηθικές αξιολογήσεις. Δόξα τω Θεώ, διαθέτουμε εκλεκτά εκκλησιαστικά στελέχη, κληρικούς και λαϊκούς, που αγωνίζονται αποτελεσματικά κατά των παθών τους και προσεγγίζουν ουσιαστικά τους νέους. Είναι γεγονός ότι από πολλούς πιστούς ακούγεται η στερεότυπη βεβαιότητα: «αν είχαμε περισσότερη αρετή οι νέοι θ’ ανταποκρίνονταν». Ίσως ,ανεξαρτήτως ηλικίας, ν’ αποτελεί αξιόπιστο μετρητή της νεανικότητος η ικανότητα ν’ ανιχνεύει κανείς την αληθινή αρετή από την εμπορεύσιμη αγιοσχημία. Η τελευταία κατ’ ουσίαν συνιστά υποκρισία, η δε επικράτεια της υποκρισίας είναι πολύ ευρύτερη απ όσο νομίζουμε . Ο αγγελισμός από τη μια και ο ακτιβισμός από την άλλη έχουν μετατραπεί σε επίσημα εκκλησιαστικά αντανακλαστικά. Πόση αφέλεια κρύβει η ανομολόγητη αλλά τόσο διαδεδομένη πεποίθησή μας πως τα πεπραγμένα μας είναι τάχα σε θέση να σκεπάσουν την απουσία ήθους και αρετής.
Παρ’ όλα αυτά, όμως δεν είναι αυτό το σκεπτικό μου. Χωρίς να παραγνωρίζω, φυσικά, την άρρητη δύναμη της αγιότητος , το κέντρο του προβληματισμού μου σήμερα βρίσκεται αλλού.
Ο γνωστός θεολόγος και φίλος Θανάσης Παπαθανασίου είχε προ ετών με οξυδέρκεια διατυπώσει το ερώτημα : οι νέοι μας ενδιαφέρουν γι’ αυτό που είναι ή μόνο ως υποψήφιοι ενήλικες; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό αλλά διαθέτει άμεσο ενδιαφέρον διότι, όπως αποδεικνύει η πράξη , όσο είναι κάποιος νέος έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να μας επισημάνει πως συμπεριφερόμαστε σαν βόδια κτλ., ικανότητα που συνήθως χάνει καθώς μεγαλώνει (ίσως διότι βοδινοποιείται και ο ίδιος) . Αν λοιπόν είμαστε διατεθειμένοι να καλωσορίσουμε την ίδια την νεανικότητά τους, χρειάζεται να την αξιοποιήσουμε οξύνοντας αναλόγως και τα δικά μας αισθητήρια. Αν μη τι άλλο, τουλάχιστον διότι ο λαός έχει συνδέσει την δυσκολία και την βραδύτητα κατανοήσεως με το συμπαθές γένος των βοοειδών. ( Να και άλλος λόγος που νομιμοποιεί την ασυνήθιστη παρομοίωση)…

Από το βιβλίο: «π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΡΜΟΣ
Εκκλησία και Νέοι
χωρίς Αερόσακο»
Β΄ΕΚΔΟΣΗ
Σειρά :Ναύς
Εκδόσεις: Μαΐστρος

Κυριακή 25 Απριλίου 2010

«ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ- Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»

«Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω»

[ Ευλογημένα μου παιδιά,
Κινούμενος από αγάπη και ενδιαφέρον θα προσπαθήσω με την ελάχιστη δύναμι, που υπάρχει, να σας πω δυο λόγια πατρικής στοργής και αγάπης…
…Εμείς οι ταλαίπωροι άνθρωποι- ων πρώτος ειμί εγώ- κρίνουμε εύκολα. Για έναν άνθρωπο, ή τον βλέπουμε αμαρτάνοντα ή ακούσαμε ότι αμάρτησε ή μας τον κατηγόρησαν άλλοι, αμέσως ασυζητητί , χωρίς έλεγχο, χωρίς βασανισμό, κατά πόσον είναι αυτό αλήθεια ή όχι, αμέσως καταφέρουμε τον λίθον του αναθέματος και τον χτυπάμε εφαρμόζοντας τον Μωσαϊκό νόμο.
Έχουμε τόσες αμαρτίες επάνω μας, είμεθα τόσο φορτωμένοι, έχουμε τόσα προσωπικά σφάλματα κι όμως έχουμε κάνει τόσα λάθη στις κρίσεις μας. Παρ’ ότι έχουμε συλλάβει τον εαυτό μας να κάνει κρίσεις λανθασμένες, επιμένουμε∙ και με την παραμικρή αιτία και αφορμή, αμέσως ξεκινούν οι γλώσσες, τα τηλέφωνα κι αρχίζουν τα «κατηγορώ» και το «κουτσομπολιό». Έτσι ο διάβολος ανοίγει τα βιβλιάρια όλων μας κι αρχίζει να καταγράφη μέσα στο ποινικό μας ευθύνες. Γιατί να γίνεται αυτό, εφ’ ‘όσον ο Χριστός μας μας διδάσκει πολύ καθαρά να μη κρίνουμε;
Ο Απόστολος Παύλος, το στόμα του Χριστού μας λέει: «Συ δε τί κρίνεις τον αδελφόν σου; ή και συ τί εξουθενείς τον αδελφόν σου; πάντες γαρ παραστησόμεθα τω βήματι του Χριστού… μηκέτι ουν αλλήλους κρίνωμεν» ( Ρωμ. 14, 10-13 ) . Και αν ακόμη βλέπουμε κάτι με τα μάτια μας, να αμφιβάλλουμε για την αλήθεια του πράγματος…
… Το Ευαγγέλιό μας, οι διδασκαλίες των Αποστόλων, όλων των Αγίων, των Επισκόπων, των ιερέων, των ιεροκηρύκων κραυγάζουν: «Μη κρίνετε». Η κατάκρισις είναι φοβερό αμάρτημα, μη νομίζετε ότι είναι μικρό. Ο Χριστός μας είπε : «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε… Εν ω μέτρω μετρείτε, μετρηθήσεται υμίν» ( Ματθ. 7, 2 ) .
Ο Θεός Πατέρας έδωσε την κρίσι στον Υιό, για να κρίνη τον κόσμο, κι έρχεται ο άνθρωπος από μόνος του και παίρνει την θέσι του Θεού για να κρίνη. Ο Υιός του Θεού, ο Χριστός δεν κατέκρινε την μοιχαλίδα, την πόρνη ,ενώ εμείς κατακρίνουμε. Εκείνος την σκέπασε, τη συγχώρησε, την ευλόγησε. Εμείς όμως; Πόσον εύκολα βγαίνει από το στόμα μας μία κρίσις, μόλις βλέπουμε κάτι, χωρίς να το εξετάσουμε καθόλου.
Ένας άγιος άνθρωπος, ο Γέροντάς μου, μου έλεγε: «Παιδί μου, αυτός που δεν κατακρίνει τον αδελφό του, είναι σημείον σωσμένου ανθρώπου». Δηλαδή, το ότι δεν κατακρίνει είναι απόδειξις και χαρακτηριστικό ότι είναι σωσμένος, καθαρός για την Βασιλεία του Θεού. Εφ’ όσον κυβερνά την γλώσσα του σωστά, ,αυτό σημαίνει ότι κυβερνά όλον τον εαυτόν του καλώς και κατά το θέλημα του Θεού.
Ποιά είναι όμως η ρίζα της κατακρίσεως κι από πού ξεκινάει; Ξεκινάει από την υπερηφάνεια και τον εγωισμό. Είναι η «ευπερίστατος αμαρτία» ( Εβρ. 12, 1 ) , κατά τον Απόστολο Παύλο. Σε κάθε περίστασι, σε κάθε στιγμή, σε κάθε υπόθεσι, όπου κι αν βρεθούμε το στόμα λέει, η σκέψι δουλεύει. Επομένως γινόμεθα πάρα πολύ ακάθαρτοι απ’ αυτό το πράγμα. Κρίνουμε από τον πολύ εγωισμό μας. Διότι εάν εγώ θεωρώ τον εαυτό μου άρρωστο , θα μπορώ να μιλήσω για άλλον άρρωστο και να τον κατακρίνω ως απρόσεκτο; Δέστε το παράδειγμα έμπρακτο στα νοσοκομεία. Όλοι έχουμε πάει εκεί σαν άρρωστοι ή σαν επισκέπται. Όσοι νοσηλευθήκατε, ακούσατε καμμιά φορά κανένα συνάρρωστό σας , να σας κατακρίνη, γιατί ήσασταν άρρωστος; Κανείς δεν μιλάει, γιατί σκέπτονται ότι ο ένας είναι στο μάτι, ο άλλος στο πλευρό άρρωστος κ.λ.π. ∙ κι επειδή όλοι πονούν, συμπονούν και τους άλλους. Ο ένας λυπάται τον άλλο και δεν ακούς κατάκρισι για την ασθένεια του ‘άλλου, Εκεί επικρατεί αναμαρτησία στην κατάκρισι.
Έξω όμως από το νοσοκομείο όλοι μιλούμε, κατηγορούμε τον αδελφό μας και θεωρούμε τον εαυτό μας ανώτερο κι ότι εμείς δεν σφάλλουμε. Καλά, εσύ βλέπεις την «αγκιδούλα» στο μάτι του αδελφού σου και το δοκάρι, που έχεις στο δικό σου μάτι δεν το βλέπεις;…
…Ενώ η σωτηρία μας είναι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα, συγχρόνως είναι και κάτι πολύ απλό, γιατί με πολύ απλά πράγματα, μπορούμε να αγιάσουμε.
Λέγω σοβαρό, γιατί αν απροσεκτήσουμε και δεν επιμεληθούμε την ψυχή μας, θα κολασθούμε αιώνια. Δεν συλλαμβάνουμε με την σκέψι, με την λειτουργικότητα του νου μας την έννοια της αιωνιότητος.
Εδώ όταν είμεθα άρρωστοι και πονάμε, τρέχουμε σε γιατρούς, σε παυσίπονα κ.λ.π. και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να απαλλαγούμε. Πολλές φορές σε ασθένειες μακροχρόνιες έρχεται και μας «τριβελίζει» το μυαλό η αυτοκτονία, παρ’ όλο που ξέρουμε ότι η ασθένεια αυτή, είναι κάτι που θα τελειώση κάποια μέρα. Σκεφθήκαμε ότι μπορεί να πάμε στην κόλασι με τα δαιμόνια αιώνια; Εάν δούμε ένα δαίμονα, να ξέρετε ότι δε θα μπορέσουμε να ζήσουμε. Γι’ αυτό και δεν επιτρέπει ποτέ ο Θεός να δη ο άνθρωπος δαιμόνιο με τα μάτια τα σωματικά, γιατί ακαριαίως θα σταματήση η καρδιά από τον φόβο. Πώς λοιπόν θα είμαστε στο σκοτάδι, στα βασανιστήρια μαζί με τα δαιμόνια; Είναι φοβερό! Κι όμως από ένα χειρισμό λανθασμένο, από μια απροσεξία, από μία αμέλεια, από μία λήθη μπορούμε να την πάθουμε την δουλειά. Γι’ αυτό έχει σοβαρότητα το θέμα. Πρέπει νύχτα-μέρα να προσευχώμεθα, να γονατίζουμε, να κλαίμε, να παρακαλούμε τον Θεό να στείλη φώτισι, να ξυπνήση τον νου και την ψυχή μας και να μας δώση συναίσθησι των κακών μας, για να πενθήσουμε εδώ και να κλαύσουμε τώρα τις αμαρτίες μας.
Ας ετοιμαζώμεθα να αντιμετωπίσουμε τον θάνατο χωρίς η συνείδησίς μας να μας κατηγορή δυνατά. Θα φύγουμε πάλι με πταίσματα- δεν θα είμεθα ως λευκή περιστερά- αλλά αυτά τα πταίσματα να μην είναι τέτοια που θα μας «βουλιάξουν» . Διότι θα έχουμε ως αντιστάθμισμα και καλά έργα, τα οποία θα είναι δυνατά, όταν τεθούν στο άλλο μέρος της πλάστιγγος, να υπερακοντίσουν τα απλά αμαρτήματα, διότι τα άλλα θα τα έχουμε ξεκαθαρίσει με το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως και θα έχουν σβήσει. Θα έχουν μείνει αυτά τα οποία μπορεί να έχη κι ένας άγιος άνθρωπος∙ και μία σκέψι, κι ένας θυμός είναι αμάρτημα∙ αλλά το «εκ συναρπαγής ουκ αφαιρεί την αγιότητα του ανθρώπου». Δηλαδή υπάρχουν αμαρτήματα τόσον ελαφρά, που δεν προσβάλλουν την αγιότητα ενός αγίου ανθρώπου, αλλά απλώς επιτρέπονται από τον Θεό, για να τον κρατούν στην ταπείνωση . Διότι καμμία αρετή ποτέ δεν τελειώνεται μέχρι τέλους τελείως, η δε μετάνοια ποτέ. Ποτέ δεν τελειοποιείται. Πάντα είναι ατελής, είναι ανοιχτή, γιατί είμεθα άνθρωποι και κάθε στιγμή ενδέχεται να πέσουμε.
Έτσι, όπου βλέπετε, παιδιά, ότι κάπου κουτσαίνετε, ,κάπου δεν πάει κάτι καλά, μην το αφήνετε, βάλετε φάρμακο να θεραπευθή. Προσευχή με γόνατα και αίτημα μετά δακρύων: «Κύριε πρόφθασον …διόρθωσέ με σ’ αυτό… διόρθωσε με σ’ εκείνο…». Αυτό θα μας βοηθήση να μην έχουμε βασικά σφάλματα και θανάσιμα αμαρτήματα και να ασφαλίσουμε την ψυχή μας κρατώντας την υγιή, καθαρή και έτοιμη για την αιώνια ζωή. Αμήν. Γένοιτο!

ΟΜΙΛΙΑ ΚΖ΄
«Δόξα τη φιλανθρωπία Σου, Κύριε»


Ευλογημένα μου παιδιά,

Ο Θεός μας είναι αγάπη και «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» ( Α΄ Ιωαν. 4,16 ) .
Όποιος Χριστιανός δεν έχει την αγάπη του Θεού μέσα στην καρδιά του, δεν έχει ζωή Χριστού στην ψυχή του. Αυτό το μεγάλο έργο της φιλανθρωπίας του Θεού, το να κατεβή ο Θεός, ο Λόγος του Θεού, να γίνη άνθρωπος , να λάβη σάρκα, να κατοικήση ανάμεσά μας, να ,μας πλησιάση, δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η απέραντη φιλανθρωπία της θείας αγάπης. Η αγάπη του Θεού είναι αυτή, που μας προστατεύει και μας φροντίζει για όλα.
Εμείς οι άνθρωποι αμαρτάνουμε και λυπούμε τον Θεόν. Ασεβούμε πολλάκις, αλλά η φιλανθρωπία Του είναι απέραντη και όλα τα συγχωρεί. Όλοι μας, και πρώτος εγώ, έχουμε λυπήσει αυτήν την μεγάλη καρδιά του Θεού που λέγεται αγάπη προς τον άνθρωπο. Γι’ αυτό θα πρέπει να προσέξουμε την ζωή μας στην συνέχεια , να μη Του δώσουμε ξανά την πίκρα της αμαρτίας.
Η παραβολή του ασώτου υιού στο Ιερόν Ευαγγέλιον , είναι μία, όσον γίνεται, ακριβής έκφρασις την αγάπης του Θεού Πατέρα προς τον αμαρτωλόν άνθρωπο. Εκεί βλέπουμε ότι ο άσωτος υιός , που απεικονίζει κάθε αμαρτωλό άνθρωπο επάνω στη γη, ζήτησε από τον πατέρα του να του δώση το μέρος που του ανήκε από την πατρική περιουσία. Βέβαια, πάρα πολύ άφρονα και άμυλα ζήτησε να πάρη το μερίδιό του και να αποσπασθή από την πατρική στέγη, από την πατρική αγάπη, από την πατρική φροντίδα. Και νομίζοντας ότι είναι ικανός μόνος του να φροντίση τα περί της ζωής του, έφυγε, αλλά η αμυαλοσύνη του πληρώθηκε πάρα πολύ ακριβά. Όπως διαλαμβάνει το Άγιον Ευαγγέλιόν μας, ο άσωτος αυτός υιός κατεσπατάλησε όλην αυτήν την περιουσία, ζώντας μια πολύ- πολύ αμαρτωλή ζωή.
Η αμαστία όμως γεννά θάνατο. «Τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος» ( Ρωμ. 6, 23 ) . Ο μισθός της αμαρτίας είναι ψυχικός θάνατος, αλλά πολλάκις γίνεται αιτία να πεθάνη κανείς και σωματικά.
Ο άσωτος υιός, αφού εσπατάλησε ό,τι είχε πάρει σαν περιουσία, κατήντησε να βόσκη χοίρους και να ζη με τα ξυλοκέρατα. Έτσι και ο άνθρωπος, ο Χριστιανός όταν πάρη την περιουσία της Χάριτος του Θεού δια του Αγίου Βαπτίσματος και μετά απομακρυνθή από αυτήν την Χάρι, διότι διέκοψε κάθε επαφή με τον Θεό Πατέρα, καταντά να γίνη σκεύος του διαβόλου, σκεύος της αμαρτίας, «ζων ασώτως» μακράν του Θεού και κυλιόμενος συνεχώς από αμαρτίας εις αμαρτίαν.
Βλέπουμε πάλι στην παραβολή ότι ο άσωτος κάποια στιγμή ήρθε στον εαυτόν του και κατάλαβε το λάθος του. Όταν έπραττε την αμαρτία, φαίνεται ότι ήταν εκτός εαυτού, εκτός λογικής , εκτός συνέσεως και σωφροσύνης. Ήρθε στον εαυτόν του , λέγει ο Χριστός μας και σκέφθηκε, συλλογίστηκε: «Πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλυμμαι!» ( Λουκ. 15, 17 ) . «Εγώ εδώ στα ξένα χάνομαι. Καλύτερα να γυρίσω πίσω και δεν θα ζητήσω από τον πατέρα μου να με αποκαλή παιδί του, διότι δεν είμαι άξιος, αλλά θα του πω να με κάνη ως έναν από τους μισθίους του, απ τους υπηρέτες του. Αυτοί περνούν τόσο καλά εκεί∙ να γίνω κι εγώ ένας τέτοιος μου είναι αρκετό. Δεν έχω πρόσωπο να του ζητήσω υιοθεσία, διότι απώλεσα την αξιοπρέπεια της υιοθεσίας. Σπατάλησα ό,τι είχα σαν κληρονομία από τον πατέρα μου∙ τώρα μου αρκεί να επιστρέψω και να γίνω ένας υπηρέτης του»…
..Έρχεται ο άλλος, ο εχθρός του άνθρωπου, ο Διάβολος , με την ,μεγάλη του πονηρία , με την τέχνη του, με την μαστοριά του και σφυρίζει στο αυτί του αμαρτωλού και λέει: «Ο Θεός δεν σε συγχωρεί, είσαι πολύ αμαρτωλός. Έκανες εγκλήματα. Τώρα σε περιμένει μεγάλη τιμωρία και κόλασι. Μην πλησιάζης τον Θεό καθόλου. Δεν είσαι άξιος να σηκώσεις τα μάτια σου να προσευχηθής και να ζητήσης συγνώμη. Ο Θεός είναι ωργισμένος», και τόσα άλλα…
… Ο αμαρτωλός δεν πρέπει να πιστέψη σε όλα αυτά. Ένας πατέρας ή μία μητέρα, όταν επιστρέψη το παιδί τους από μία αμαρτωλή ,άσωτη ζωή, και αν ακόμη τους είχε προηγουμένως υβρίσει, τους είχε δείρει ,τους είχε σπρώξει, τους είχε «μουντζώσει», αφ’ ης στιγμής επιστρέψη, , αμέσως θα το αγκαλιάσουν, θα του δώσουν συγγνώμη και δεν θα λογισθούν τίποτε κακό∙ αρκεί που το παιδί τους γύρισε στο σπίτι μετανιωμένο.
Εάν μια μητέρα με την ανθρώπινη καρδιακή αγάπη , που δεν συγκρίνεται με την αγάπη του Θεού, δίνη τόση συγνώμη και τόσο έλεος στο παραστρατημένο και επιστρέφον παιδί της, πόσο μάλλον ο Θεός, ο Άπειρος στην αγάπη και στην ευσπλαχνία θα δώση συγγνώμη και έλεος και φιλανθρωπία! Δεν πρέπει να δώσουμε ακρόασι στους ψιθυρισμούς του αποστάτου διαβόλου. Αυτός δεν έμαθε την ταπείνωσι, γι’ αυτό και είναι μακράν του Θεού. Από την στιγμή που θα σκηνώση στον λογισμό του ανθρώπου η ταπείνωσις, αμέσως αρχίζει και η επιστροφή του. Άρα ο εγωισμός και η υπερηφάνεια είναι εκείνα τα κακά που μας κρατάνε μακρυά από τον Θεό.
Την εικόνα του ασώτου υιού, αν την ζήσουμε μέσα στην σκέψι και στην καρδιά μας, θα αντλούμε συνεχώς μετάνοια και επιστροφή και θα πλουτίζουμε την ψυχή μας με αγάπη Θεού. Θα νοιώθουμε τον Θεό Πατέρα μας στοργικό , με μία αγάπη που δεν έχει μέτρο. Μέσα σ’ αυτήν την αγάπη είναι αδύνατον να αστοχήσουμε. Όσο κι αν μας ψιθυρίζη ο εχθρός διότι εγκληματήσαμε στην ζωή, όταν δούμε στον καθρέπτη του ασώτου υιού το Πρόσωπον του Ουρανίου πατρός μας , αμέσως όλοι οι λογισμοί του διαβόλου θα διασκεδασθούν…
(συνεχίζεται)

ΟΜΙΛΙΑ ΙΣΤ΄
Το μυστήριον της μετανοίας

Ευλογημένα μου παιδιά,

Όπως γνωρίζουμε ο καλός μας Θεός μας χάρισε το Μέγα Μυστήριον, της Ιεράς Εξομολογήσεως ,αυτό το Ιερόν Βαπτιστήριον, εις το οποίον πλένεται ο άνθρωπος ψυχικά και γίνεται ολόλευκος, καινούριος κατά Χριστόν άνθρωπος.
Πόση ευχαριστία πρέπει να προσφέρουμε στον Θεό συνεχώς γι’ αυτό το μεγάλο καλό, που μας άφησε ! Δηλαδή μας άφησε την καρδιά Του ανοιχτή, οσάκις θελήσουμε να καθαρισθούμε, να εισερχώμεθα άνετα. Όσο και να αμαρτήση ο άνθρωπος , όσο και να κυλισθή στην αμαρτία, όσο και να μαυρίση την ψυχή του , ημπορεί άνετα σε μία στιγμή, σε λίγη ώρα να γίνη κατάλευκος σαν το περιστέρι και σαν το χιόνι. Υπάρχει μεγαλύτερο εργαλείο από τούτο ή μεγαλύτερη ευτυχία για τον άνθρωπο;
Συγχρόνως όμως συμβαίνει και το άλλο. Γίνεται μεγάλη χαρά «εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. 15, 7). Δεν είναι μόνον ότι ο αμαρτωλός σώζεται και γίνεται ευτυχισμένος, αλλά προκαλεί και τους αγγέλους , προκαλεί τα αγγελικά τάγματα να πανηγυρίζουν, να έχουν μεγάλη χαρά, να δίνουν μεγάλη επινίκια συναυλία ενώπιον του Θεού, διότι πληροφορήθηκαν την μετάνοια του αμαρτωλού ανθρώπου.
Οι άγγελοι είναι οι μεγάλοι μας αδελφοί, οι οποίοι είναι στον ουρανό και προσεύχονται για όλους τους ανθρώπους. Όταν πληροφορηθούν ,λοιπόν, δια του Θεού, ότι οι προσευχές τους έφεραν έναν άνθρωπο στην Βασιλεία Του, η χαρά τους είναι απέραντη, απερίγραπτη. Η μετάνοια λοιπόν είναι η θύρα , από την οποία οσάκις ο άνθρωπος εισέλθη, θα εύρη την μεγάλη του σωτηρία…

… Το εμπόδιο για να φθάσουμε στο εξομολογητήρι είναι η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Πώς θα πω τα αμαρτήματά μου; Πιάνει τον άνθρωπο μια ντροπή∙ αλλά την ντροπή πρέπει να την έχουμε ,όταν πρόκειται να αμαρτήσουμε. Τότε θα μας φυλάξη, για να μη κάνουμε αμαρτίες. Όταν όμως πρόκειται να φθάσουμε στην μεγάλη αυτή σωτηρία, πρέπει να τρέξουμε αμέσως.
Όταν αντιληφθούμε ότι έχουμε την κακή αρρώστια του καρκίνου και μάθουμε ότι κάποιος γιατρός είναι στον Βόρειο Πόλο, αμέσως θα δώσουμε τα πάντα, θα εξοικονομήσουμε τα χρειώδη και θα σηκωθούμε να πάμε, να θεραπευθούμε από τη νόσο αυτή του σώματος. Δεν φειδόμεθα μήτε κόπους, μήτε μόχθους, μήτε οικονομικά, μήτε τίποτε. Τα αφήνουμε όλα και τρέχουμε. Ταπεινώνεται η ψυχή μας, προκειμένου να γίνουμε καλά.
Όταν όμως έχουμε τον καρκίνο της αμαρτίας και μας απειλεί με θάνατον ψυχής, πόσο πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πάντα, και δουλειά και μεροκάματο και απόστασι, και να τρέξουμε! Να φθάσουμε εκεί, να γονατίσουμε, να εναποθέσουμε την πληγή μας εκεί κάτω, να πάρουμε το φάρμακο, να γίνουμε καλά, κι έτσι να γλυτώσουμε από τον φοβερό θάνατο της ψυχής!
Σαν άνθρωποι που είμεθα, δεν γνωρίζουμε την ώρα που θα έρθη ο Κύριος. Μας το είπε: «Γρηγορείτε, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν, εν η ο Υιός Του ανθρώπου έρχεται» ( Ματθ. 25,13 ) . Τρέξτε ,λέει, μην κάθεστε καθόλου∙ δεν γνωρίζετε την στιγμή, που θα αποφασίση ο Κύριος να πάρη την ζωή σας και να σας οδηγήση στο μεγάλο εκείνο φοβερό δικαστήριο, από το οποίον δεν εξαιρείται κανείς.
Δεν έχουμε καταλάβει την έννοια του πράγματος, τόσον της Ιεράς Εξομολογήσεως όσον και της ίδιας μας της ζωής. Πόσον είναι επισφαλής η ζωή μας! Από στιγμή σε στιγμή ενδέχεται να συναντήσουμε το δικαστήριο και τον δικαστή.
Τώρα, όσο είμεθα στην ζωή, μπορούμε να κάνουμε τον Χριστό μας ευσπλαχνικώτερο, και να Τον συναντήσουμε με καθαρό πρόσωπο με την μετάνοιά μας και την εξομολόγησι. Διαφορετικά, δια της αμετανοησίας, θα Τον συναντήσουμε χωρίς έλεος και συγγνώμη…

ΟΜΙΛΙΑ ΙΖ΄
Νήψις-Προσευχή – Εξομολόγησις


Αγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα θα πούμε ολίγα πράγματα για την μεγάλη αρετή της νήψεως.
Όπως θα γνωρίζετε, η νήψις είναι πατερικέ διδασκαλία, είναι βίωμα των μεγάλων νηπτικών πατέρων της Εκκλησίας και δη της ερήμου. Η λέξις «νήψις» προέρχεται εκ του «νήφω» , που σημαίνει αγρυπνώ, φρουρώ, επισκοπώ, παρατηρώ, επιβλέπω, παρακολουθώ. Αυτά όλα οι πατέρες τα συνοψίζουν σε μια αδιάλειπτη προσοχή του νοός.
Η νήψις εικονίζεται με την αξίνα, η οποία καταρρίπτει τα μεγάλα δένδρα χτυπώντας την ρίζα τους. Κι όταν χτυπηθή η ρίζα, δεν ξαναφυτρώνουν. Έτσι και όταν ο νους του ανθρώπου, του χριστιανού, έχη την προσοχή αυτή της νήψεως, φρουρεί την καρδιά και τις πέντε αισθήσεις , τόσον τις πνευματικές, όσον και τις πνευματικές, της ψυχής. Όταν ο νους νήφη, όταν προσέχη, όταν φρουρή τα διανοήματα, τις σκέψεις, όταν ελέγχη την φαντασία ,τότε όλος ο άνθρωπος ψυχοσωματικά διατηρείται καθαρός. Και όταν ο άνθρωπος δια της νήψεως και της εργασίας της πνευματικής καθίσταται καθαρός, οι προσευχές του έχουν παρρησία προς τον Θεό, διασχίζουν τον αιθέρα, ξεπερνούν τους αστέρας, διέρχονται τους ουρανούς και πλησιάζουν στον Θείο Θρόνο της Χάριτος, όπου δέχονται τις ευλογίες του Θεού. Και ο άνθρωπος προσευχόμενος ούτως, πλουτίζει την κατά Θεόν χάριν.
Μας λέγουν οι νηπτικοί πατέρες ότι ένας λογισμός μας ανεβάζει εις τον ουρανόν και ένας μας κατεβάζει εις την κόλασιν. «Εν τοις λογισμοίς μας βελτιούμεθα ή αχρειούμεθα». Δηλαδή ένας λογισμός, ο οποίος απρόσεκτα θα μας προσβάλη, , θα μας δηλητηριάση, θα μας ηδονίση, μπορεί να μας καταστήση αξίους για την κόλασι. Ένας λογισμός θεϊκός, ένας λογισμός αυταπαρνήσεως, ένας λογισμός ανδρείας, ένας λογισμός προσευχής και θεωρίας, μας αξιώνει να πλησιάσουμε τον Θείο Θρόνο και να γευθούμε πράγματα ουράνια. Από τους λογισμούς ή θα γίνουμε ακάθαρτοι ή θα γίνουμε καλύτεροι. Η αρχή των αμαρτημάτων ξεκινά από τους λογισμούς.
Οι λογισμοί πηγάζουν από τις πέντε αισθήσεις, τόσον τις πνευματικές όσον και τις σωματικές. Όταν αφήσουμε την αίσθησι των οφθαλμών ανεξέλεγκτη και βλέπη ο,τιδήποτε απρόσεκτα, αυτή η απροσεξία θα γεννήση μια σωρεία από εικόνες βρώμικες και αμαρτωλές. Αυτές οι εικόνες αφού εισαχθούν στο φανταστικό, μετά στάζουν δηλητήριο αμαρτωλής ηδονής μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή η ηδονή είναι το δηλητήριο, με το οποίον δηλητηριάζεται η καρδιά και γίνεται τότε ακάθαρτη και ένοχη μπρος στον ακοίμητον οφθαλμόν του Θεού.
Όπως η αίσθησις των οφθαλμών, έτσι είναι και της αφής, έτσι είναι και της γεύσεως, και της ακοής και της οσφρήσεως. Κι έτσι οι πέντε αισθήσεις δημιουργούν ανάλογες αμαρτωλές εικόνες, οι οποίες καθιστούν τον άνθρωπο ακάθαρτο ενώπιον του Θεού. Εδώ έγκειται όλη η φιλοσοφία του πνεύματος.
Όλα τα κηρύγματα είναι ωφέλιμα∙ γιατί όπως ακριβώς, όταν κλαδεύεται ένα δένδρο που είναι αρρωστημένο, καθαρίζεται , έτσι και ο λόγος του Θεού βοηθεί στην μείωσι ενός πάθους. Η διδασκαλία όμως των Πατέρων περί της νήψεως ενεργεί ριζικά την κάθαρσι από το πάθος. Όταν η αξίνη, όταν ο πέλεκυς κτυπήση την ρίζα, όλο το δένδρο πίπτει κάτω, ξηραίνεται και απόλλυται. Έτσι και όταν η νήψις πάρη θέσι στην ζωή του χριστιανού, ένα-ένα δένδρο εμπαθείας πίπτει , ξηραίνεται και έτσι συν τω χρόνω ο παλαιός άνθρωπος , ο άνθρωπος της αμαρτίας και της εμπαθείας, ο χοϊκός Αδάμ ελευθερώνεται και γίνεται «καινός άνθρωπος». Γι’ αυτό η νηπτική εργασία μας ελευθερώνει ριζικά από το κακό. Εδώ λοιπόν πρέπει να δώσουμε προσοχή στην ζωή μας . Αν θέλουμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, να φροντίσουμε να πλουτίσουμε τον νουν μας με την επιμέλεια της νήψεως.
Ένα μέρος της νήψεως είναι κ αι η νοερά προσευχή. Η θεωρία του Θεού είναι ένα άλλο μέρος .΄Ολα αυτά τα μέρη , όταν ενωθούν σε μια προσπάθεια του ανθρώπου, συν τω χρόνω φέρνουν την αγιότητα…
…Ο Ιερός Χρυσόστομος πολλά κεφάλαια έγραψε περί προσευχής και περί νήψεως. Και μεταξύ άλλων λέγει κάτι πάρα πολύ όμορφο: «Η προσευχή , λέγει, είναι φωτισμός της ψυχής, αληθής επίγνωσις του Θεού, μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ιατρός των παθών, αντίδοτον εναντίον των νόσων, φάρμακον εναντίον κάθε αρρώστειας, γαλήνη της ψυχής ,οδηγός που φέρει εις τον ουρανόν , που δεν περιστρέφεται γύρω από την γη, αλλά που πορεύεται προς αυτήν την αψίδα, τον ουρανό. Υπερπηδά τα κτίσματα, διασχίζει νοερώς τον αέρα, πορεύεται πάνω από τον αέρα, διασχίζει το σύνολο των αστέρων, ανοίγει τας πύλας των ουρανών, ξεπερνά τους αγγέλους, υπερβαίνει τους Θρόνους και τις Κυριότητες, διαβαίνει τα Χερουβείμ και αφού διέλθη υπεράνω όλης της κτιστής φύσεως, έρχεται πλησίον αυτής της απροσίτου Τριάδος. Εκεί προσκυνεί την Θεότητα. Εκεί αξιώνεται να γίνη συνομιλητής με τον Ουράνιο Βασιλέα. Δι’ αυτής (της προσευχής) , η ψυχή, η οποία υψώθη μετέωρος εις τους ουρανούς, εναγκαλίζεται τον Κύριον κατά τρόπον ανέκφραστον, όπως ακριβώς το νήπιον εναγκαλίζεται την μητέρα του, και με δάκρυα φωνάζει δυνατά , επιθυμώντας να απολαύση του θείου γάλακτος. Ζητεί δε αυτά που πρέπει, και λαμβάνει δωρεάς ανωτέρας από όλην την ορατήν φύσιν…»
… Αυτή η προσοχή η πνευματική μας γίνεται φως και σαν φως φωτίζει τον δρόμο. Κι ένας δρόμος φωτισμένος από την νήψι, είναι και ο δρόμος προς την ιερά εξομολόγησι. Τον φωτίζει η προσοχή, που προτρέπει τον άνθρωπο να τακτοποιήση τον λογαριασμό του με τον Θεό. Και οδηγείται με την φώτησι της νήψεως εις αυτό το μέγα μυστήριο κι εκεί εναποθέτει όλο το χρέος , όλη την ακαθαρσία των αμαρτημάτων. Μπαίνει μέσα σ’ αυτό το λουτρό και βγαίνει ολοκάθαρος. Και λέγω ότι πρέπει να έχουμε πολλή χαρά στην ψυχή μας, όταν αξιωνόμεθα να φθάσουμε σ’ αυτό το λουτρό. Πρέπει να πανηγυρίζουμε και να ευχαριστούμε τον Κύριο που άφησε αυτό το λουτρό ,που άφησε αυτήν την εξουσία του «δεσμείν και λύειν». Όσα λύση ο πνευματικός ,τα λύνει κι ο Θεός. Όσα συγχωρεί ο εκπρόσωπος του Θεού, τα συγχωρεί και ο Κύριος.
Κι όταν εδώ κάτω κριθή ο άνθρωπος, δεν κρίνεται επάνω στο μεγάλο και φοβερό δικαστήριο . Μεγάλη ευκαιρία, εάν φθάση ο άνθρωπος μέχρις εκεί. Γι’ αυτό όσοι έχετε αξιωθή αυτού του λουτρού και συνεχώς το λέρωμα της ψυχής το καθαρίζετε με το λουτρό αυτό το νπευματικό του θείου μυστηρίου, πρέπει να έχετε πάρα πολύ μεγάλη χαρά, διότι πάντοτε η θύρα του παραδείσου θα είναι ανοιχτή. Κι αν ο θάνατος ακολουθήση, ουδεμία ανησυχία. «Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην». Όταν είναι έτοιμος ο άνθρωπος, δεν ταράσσεται εις το πλησίασμα του θανάτου. Ηξεύρει ότι δεν μπορεί να είναι λάθος ο λόγος του Θεού, που έδωσε αυτήν την εξουσία. Το γνωρίζουμε σαν μυστήριο της Εκκλησίας και το βλέπουμε στην πράξι και στην εφαρμογή. Όταν ο άνθρωπος κάνη την ιεράν εξομολόγησιν με πόθο, με ταπείνωσι και με επίγνωσι, νοιώθει την ευτυχία μέσα στην ψυχή του, την ελάφρωσι και την αγαλλίαση. Απόδειξις εναργής ότι οι αμαρτίες του έχουν συγχωρηθή. Και όταν οι αμαρτίες συγχωρηθούν, τότε αίρεται κάθε φόβος ανησυχίας και αβεβαιότητος δια την άλλη ζωή…
… Γι’ αυτό με πολύ πόθο, με πολλή αγάπη, με πολλή συναίσθησι να τρέχουμε, να καθαριζώμεθα, να ετοιμαζώμεθα και όταν ακολουθήση ο θάνατος ,να φύγουμε ειρηνικά. Αμήν.


ΟΜΙΛΙΑ Ι΄
Ο πόλεμος κατά των παθών


Ευλογημένα μου παιδιά,

Λέγουν οι πατέρες ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι μπλεγμένη με τις ρίζες των παθών, που είναι ακανθώδεις, και την έχουν «γαντζώσει» για τα καλά. Μόλις, λοιπόν, επιχειρήση ο άνθρωπος με την φώτιση του Θεού να ξερριζώση ένα πάθος (ουσιαστικά να μεταμορφώση ένα πάθος) , να αρχίση να βγάζη τα ριζίδια ,να τα πιάνη με την τσιμπίδα και να τα τραβάη, ξερριζώνοντας το πάθος σκίζει και την καρδιά! Σχιζομένη δε η καρδιά βγάζει αίμα και πονάει. Αν δεν κάνη ο άνθρωπος υπομονή στον πόνο, σταματάει εκεί και εγκαταλείπει τον αγώνα και μένει εμπαθής και αμαρτωλός. Αν όμως κάνη υπομονή στον πόνο, την βγάζει τη ρίζα του πάθους και απαλλάσσεται.
Γι’ αυτό και οι άγιοι πατέρες με την άσκησί τους, με την φώτιση του Θεού, με την προσευχή κ.λ.π. αγωνίστηκαν και πίεσαν τον εαυτό τους και ξερρίζωσαν σιγά-σιγά τις ριζίτσες των παθών∙ μία-μία τις έβγαλαν και έφθασαν στην απάθεια. Και μετά δεν επολεμούντο ούτε από υπερηφάνεια, ούτε από κενοδοξία, ούτε από φθόνο, ούτε από λογισμούς βρώμικους, ούτε από μίσος κ.α.
Βλέπουμε τους αγίους να κάνουνε θαύματα και να μην υπερηφανεύωνται καθόλου. Και λες: «Μα, πως δεν υπερηφανεύοντο αυτοί οι άνθρωποι∙ εμείς το παραμικρό κάνουμε και αμέσως φουντώνει το κερατάκι και μου λέγει: “ Ω, είσαι μεγάλος, είσαι τρανός, εσύ έκανες αυτό το έργο, που άλλος δεν το κάνει∙ εσύ είσαι πιο φωτισμένος, εσύ έχεις πιο πολλή αγωνιστικότητα” κ.λ.π.». Και σου φουσκώνει τώρα το «εγώ» και προσπαθεί ο διάβολος αυτός να σου κλέψη το κέρδος της προσπάθειας που έκανες. Όταν κενοδοξή ο άνθρωπος για το έργο που κάνει, χάνει το μισθό του. Μένει η εξωτερική πράξι. Αν μετανοιώση, ξαναπαίρνει το κέρδος . Αλλά πώς θα πάρη το κέρδος; Με την αυτομεμψία, με την αυτοκατηγορία.
Ένας Πατριάρχης Αλεξανδρείας, Θεόφιλος λεγόμενος, πήγε στο όρος της Νιτρίας στην Αίγυπτο, όπου ήταν οι πιο διάσημοι ασκητές. Ω φημισμένο όρος της Νιτρίας! Πήγε στον Πρώτο του όρους, στον πιο πνευματικό και προοδευμένο γέροντα και του λέει:
«Πάτερ, τι περισσότερο βρήκες εσύ γενόμενος μοναχός και κατοικώντας σ’ αυτό εδώ το όρος; Ποια είναι η μεγαλύτερη αρετή που βρήκες και ποια είναι αυτή που αξίζει πάνω απ’ όλες τις αρετές;».
Απάντησε εκείνος: «Βρήκα την αυτομεμψία, δηλαδή το να κατηγορώ τον εαυτό μου και να ρίχνω το βάρος επάνω μου ότι εγώ φταίω “ Το μέμφεσθαι εαυτόν”.
Ο Μέγας Αντώνιος λέγει: «Αν ο άνθρωπος ρίξη το βάρος επάνω του, βρίσκει ανάπαυσι. Την στιγμή που θα το ρίξη στον άλλον, θα βρη ταραχή μέσα του».
Δοκιμάστε το σε μία περίπτωσι, σ’ έναν πειρασμό. Πέστε ότι έφταιξε εκείνος, ο άλλος… Αισθάνεσθε ταραχή, ανακατωσούρα μέσα σας, στενοχώρια! Άπαξ και πης: «Δεν φταίει ο άλλος, εγώ φταίω∙ τι μιλάω τώρα γι’ άλλον, ξέχασα ποιος είμαι εγώ; Εγώ έκανα εκείνο, εκείνο, εκείνο… επομένως να μη μιλάω καθόλου». Ωπ! Σαν να προσγειώνεσαι σε στέρεο έδαφος και δεν φοβάσαι μην πέσης. Ενώ προηγουμένως ήσουν ψηλά και έλεγες: «Από δω θα πέσω, από κει θα πέσω» και είχες φόβο και ταραχή. Άπαξ και έπεσες χαμηλά και πάτησες σε στέρεο έδαφος, δεν φοβάσαι.
Όταν έρχωμαι σε μία διένεξι μ’ έναν άνθρωπο και ο εαυτός μου μου φέρνει αντίσταση, μου λέει ο λογισμός : «Αυτός έφταιξε, αυτός θύμωσε, αυτός μου μίλησε , αυτός πρέπει να ταπεινωθή. Αν μου μιλούσε τέλος πάντων πιο οικονομικά και πιο απαλά, εγώ θα έκανα υπομονή και δεν θα σκανδαλιζόμουν. Άρα φταίει αυτός». Να το πάθος του εγωισμού. Πρέπει να αντισταθούμε και να πούμε: «Όχι, όχι∙ αν εγώ δεν είχα εγωισμό ,δεν θα πειραζόμουν . Άρα εγώ φταίω, δεν φταίει ο αδελφός. Αν είχα ταπείνωσι, θα σκεπτόμουν ότι στεφάνι μου προξενείται κι ότι ο καυστήρας του Ιησού είναι αυτός ο άνθρωπος , γιατί καυτηριάζει το πάθος μου, για να γίνω υγιής! Άρα με ευεργετεί τώρα καυτηριάζοντας το πάθος μου. Είναι ευεργέτης μου! Πρέπει να τον αγκαλιάσω, πρέπει να τον αγαπώ, πρέπει να του κάνω και προσευχή που μου έκανε αυτό το καλό, που μου φανέρωσε τι έχω! Διότι αν δεν μου έλεγε αυτόν τον λόγο, κι αν δεν γινόταν ο πειρασμός, εγώ δεν θα ήξερα πόσο εγωισμό είχα μέσα μου και δεν θα έκανα και τον ανάλογο αγώνα να τον χτυπήσω. Επομένως με την νύξι του πειρασμού φανερώθηκε η ασθένειά μου και τώρα αφού την είδα, θα φροντίσω να βάλω φάρμακο και να γίνω καλά».
Πρέπει ,λοιπόν, ο άνθρωπος αφού πιάση το θέμα με την θεωρία, να αγωνισθή τώρα εσωτερικά. Πρέπει να κατέβη, να εντοπίση το κακό στην καρδιά, και να πολεμήση το πάθος, την πικρία, την δυσκολία, την πίεσι του δαίμονος, ο οποίος πιέζει την κατάστασι και λέει: «Μην υποχωρήσης! Μην το κάνης αυτό!»Και τότε πρέπει να δεηθή του Θεού ο άνθρωπος, να παρακαλέση τον Θεό, να πάρη δύναμι, να «στραμπουλήξη» το εγώ, να πη∙ «σώπα, κάτσε στην θέσι σου, κι εγώ πρέπει να κάνω το καθήκον μου τώρα». Να πάη στον άλλον, να βάλη μετάνοια. Εμείς οι μοναχοί, φερ’ ειπείν, βάζομε μετάνοια. Ο κατά κόσμον άνθρωπος φέρεται διαφορετικά∙ θα πη «καλημέρα, χρόνια πολλά, συγχώρεσέ με, θα κοινωνήσουμε, άγια μέρα ήρθε κ.λ.π.» κι έτσι γίνεται αγάπη.
Όταν το κάνη αυτό το πράγμα, αμέσως νοιώθει μια χαρά, μια ξεκούραση, μια ελάφρυνσι. Γιατί; Γιατί ήταν το βάρος το προηγούμενο, ήταν ο δαίμονας που πίεζε περισσότερο, γιατί ήθελε να γίνη το δικό του, το μίσος, η έχθρα, ο χωρισμός, η διάστασις. Ενώ ο Θεός είναι αγάπη και ταπείνωσι. Εμείς όμως όλοι οι άνθρωποι, και πρώτος εγώ, την «πατάμε» από τον εγωισμό μας, με το να θέλουμε να στήσουμε το δικό μας θέλημα, θεωρώντας ότι έχουμε δίκαιο, ότι είμαστε καλοί κι ότι ο άλλος φταίει. Το ότι κατακρίνουμε τι σημαίνει; Ότι θεωρούμε τον εαυτό μας μη σφάλλοντα σε οποιονδήποτε αμάρτημα. Γι’ αυτό λέγει ο Κύριος : «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε, και, εν ω κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε»( Ματθ. 7,1 ) . Είναι τόσο σοβαρή βέβαια η κατάκρισι, παρ’ ότι εμείς την έχουμε για «ψωμοτύρι» και σαν εμπερίστατη αμαρτία. Εμπερίστατος αμαρτία είναι αυτή , που γίνεται σε κάθε περίστασι και κάθε ώρα…

… Πόσοι και πόσοι άνθρωποι , που εμείς τους έχουμε για τιποτένιους και για αμαρτωλούς , μία μέρα μπορεί να βρεθούνε στην Βασιλεία του Θεού∙ κι εμείς που παίρνουμε την καθέδρα του δικαστού και κρίνουμε, να βρεθούμε κατακριτέοι και να περάσουμε στην κόλασι!
Γι’ αυτό , λοιπόν, χρειάζεται πάρα πολλή προσοχή στα έργα μας και να αγωνιζώμεθα να ξερριζώσουμε τον εγωισμό, αυτό το φοβερό θηρίο, που μας τρώγει τα σωθικά. Το «εγώ»! Αυτό φουντώνει μέσα μας και θυμώνουμε και οργιζόμεθα και κατακρίνουμε και απαιτούμε το ένα , απαιτούμε το άλλο και βρίζουμε και χλευάζουμε τον έναν και ταπεινώνουμε τον άλλον. Θηρίο! Αυτό βοηθάει στην κατάκρισι, αυτό φουσκώνει τον λογισμό ότι κάτι φτιάχνουμε, ότι είμαστε καλοί, ότι έχουμε αρετές, και χίλια δύο άλλα.
Η αφετηρία των καλών είναι η ταπεινοφροσύνη και η αφετηρία των κακών ο εγωισμός…
… Και σε μας τους πνευματικούς καμμιά φορά έρχονται να ζητήσουν συμβουλή σε κάτι δύσκολα θέματα! Πως το σκέπτεσαι να μετρήσης την κάθε λέξι! Λες μια λέξη παραπάνω και την παίρνουν στραβά. Και ύστερα «τρέχα γύρευε». Πάρα πολλή προσοχή χρειάζεται σε όλους μας.
Πρέπει ακόμα να προσέξουμε στην καλή εκμετάλλευσι του χρόνου, για να μας πλουτίζη κατά Χριστόν για την αιώνια ζωή. Όταν τον χρόνο τον σπαταλήσουμε έτσι άσκοπα και χωρίς κέρδος πνευματικό, θα φύγουμε από την ζωή χωρίς τίποτε. Και βλέπεις τον αδελφό σου να αγωνίζεται, να εκμεταλλεύεται τον χρόνο και να πλουτίζη , κι εσύ ο ταλαίπωρος να μην κινήσαι, ώστε να κάνης κάτι καλό. Κι έρχεται εις αμφοτέρους ο θάνατος∙ ο μεν ένας πάει φορτωμένος επάνω, γεμάτος οφέλη, ενώ ο άλλος, εσύ, πας με άδειο «ντουρβά», γεμάτος κακίες και αμαρτίες! Γι’ αυτό στον χρόνο που μας έδωσε ο Χριστός να προσπαθήσουμε κάθε μέρα να κάνουμε κάτι καλό. Φερ’ ειπείν, πόσο ευεργετικό είναι , όταν εφαρμόζουμε τις παραγγελίες του πνευματικού, που μας λέει: «Παιδί μου, κοίταξε να κάνης το πρωί την προσευχή σου, να κάνης τις μετάνοιες, να διαβάζης το Ευαγγελιάκι σου∙ το απόγευμα να κάνης την Παράκλησί σου, το βράδυ πάλι την προσευχή σου, τις μετάνοιές σου∙ να σκέπτεσαι τον Θεό, να κάνης εκείνο, το άλλο, να λες την ευχή και να διώχνης τους κακούς λογισμούς». Όταν κάνης υπακοή σ’ αυτά, την σελίδα τα κάθε ημέρας την γεμίζεις με οφέλη. Αν όμως δεν πας σε πνευματικό και δεν σε βάλη σε μία τάξι, μαζεύεται το «κουβάρι», φθάνει το τέλος και δεν έχεις πολλά πράγματα να παρουσιάσης. Γι’ αυτό η υπακοή στον πνευματικό γεμίζει του ανθρώπου την ζωή, την οποία θα παρουσιάση κατόπιν ενώπιον του Θεού κατάφορτη από αρετή, όπως ένα δένδρο που έχει λυγισμένα τα κλωνάρια του, γιατί είναι κατάφορτα από τον πολύ καρπό.
Κι εμείς ,βέβαια , οι πνευματικοί έχουμε ευθύνη μεγάλη γι’ αυτό το πνευματικό εμπόριο που εργαζόμεθα, για να βοηθήσουμε τους άλλους. Το θέμα είναι ότι το έργο μας είναι πάρα πολύ κοπιαστικό, πάρα πολύ επίμοχθο και γεμάτο θλίψεις και στενοχώριες, όπως λέει κι ο Ιερός Χρυσόστομος: «Το άρχειν ψυχών επιπονώτερον πάντων». Είμαστε σαν τους εμπόρους τους μεγάλους, που αλωνίζουν τις ηπείρους, για να μπορέσουν να βρούνε θησαυρούς και άλλοτε γυρίζουν με κατάφορτα τα πλοία. Καμμιά φορά όμως πέφτουν σε ληστές , τους τα κλέβουν όλα και τους σκοτώνουν κιόλας. Κι έτσι, ενώ πήγαν για τα πολλά, έχασαν και τα λίγα.
Πάμε κι εμείς να εμπορευθούμε ψυχές, προσπαθούμε να ωφελήσουμε, να πάρουμε κέρδη και οφέλη, αλλά καμμιά φορά ο διάβολος προκαλεί ναυάγιο, κι εκεί που θα ωφελούσαμε τους άλλους, τους σκανδαλίζουμε. Όπως λέει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος∙ «Είστε σαν τα ναυαγοσωστικά, που πάνε και σώζουν τους ναυαγούς∙ πηγαίνουν, έρχονται, αλλά καμμιά φορά βουλιάζουν».
Γι’ αυτό να εύχεσθε και για μας, να μας βοηθάη ο Θεός, να μας σκεπάζη, για να μπορέσουμε μέχρι τέλους της ζωής μας να βοηθούμε και να σώζουμε, για να μας ελεήση κι εμάς ο Θεός, να συγχωρέση τις αμαρτίες μας και να μας σώση.




Από το βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ
Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»
(ΟΜΙΛΙΑΙ)
ΤΟΜΟΣ Α΄
ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
2005

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

"Η ζωή Του ζωή μου" Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου

3.Ο κίνδυνος στη Δημιουργία

Το να δημιουργήσει κάποιος κάτι νέο είναι πάντοτε σαν ένα τυχερό παιχνίδι, και η δημιουργία του ανθρώπου από το Θεό κατ’ εικόνα και ομοίωση αυτού ενείχε μέχρις ένα βαθμό κίνδυνο. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως ο Θεός κινδύνευε εισάγοντας ένα ασταθές στοιχείο ή συγκρουόμενο με την αιώνια ύπαρξή του, αλλά το γεγονός ότι έδωσε στον άνθρωπο θεϊκή ελευθερία, απέκλεισε κάθε μορφή προορισμού. Ο άνθρωπος έχει πλήρη ελευθερία να καθορίσει τη στάση του αρνητικά έναντι του Θεού, και ακόμα να συγκρουσθεί μαζί του. Σαν απέραντη αγάπη, ο Ουράνιος Πατέρας, δεν μπορεί να εγκαταλείψει τον άνθρωπο, που ο ίδιος δημιούργησε αιώνιο, για να γίνει μέτοχος της θείας του πληρότητας. Ο Θεός ζει μαζί μας την ανθρώπινη τραγωδία μας. Κατανοούμε τον κίνδυνο, αναπνέοντας κατά κάποιο τρόπο στο μεγαλείο του, όταν μελετούμε τη ζωή του Χριστού στη γη.
Ύστερα από μακρά μελέτη της «Εσχάτης Κρίσεως» του Μιχαήλ Αγγέλου στην Καπέλλα Σιξτίνα, ανακάλυψα στην τοιχογραφία μιαν αναλογία σχετική με την δική μου αντίληψη για τη δημιουργία του κόσμου. Προσέξτε το Χριστό της εικόνας, τη χειρονομία την οποία κάνει. Ωσάν πρωταθλητής, εξακοντίζει στην άβυσσο όλους όσους τόλμησαν να τον πολεμήσουν. Ολόκληρη η απέραντη οροφή είναι γεμάτη από ανθρώπους και αγγέλους που τρέμουν από φόβο. Μέσα στην ολοφάνερη κοσμική τους διάσταση, όλα έχουν αποδοθεί έτσι λόγω της δικής τους καταστάσεως και όχι λόγω της οργής του Χριστού. Αυτός βρίσκεται στο κέντρο και η οργή του είναι τρομερή . Αυτός ,βέβαια, δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο εγώ βλέπω το Χριστό. Ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν ευφυής, αλλά όχι ειδικός για λειτουργικά θέματα.
Ας ανακατασκευάσουμε τώρα τη νωπογραφία . Ο Χριστός φυσικά πρέπει να είναι στο κέντρο, αλλά διαφορετικός Χριστός, πιο σύμφωνος με τις αποκαλύψεις που είχαμε γι’ αυτόν: Ο Χριστός παντοκράτορας, αλλά με τη δύναμη της ταπεινής αγάπης. Δεν του αρμόζει η εκδικητική χειρονομία. Δημιουργώντας μας ως ελεύθερα όντα, περίμενε σαν πιθανή , ίσως αναπόφευκτη την τραγωδία της πτώσεως του ανθρώπου. Καλώντας μας από το σκότος της ανυπαρξίας στην ύπαρξη, η μοιραία του χειρονομία μας ανεβάζει στα απόκρυφα βασίλεια της κοσμικής ζωής. «Ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών» στέκεται πάντοτε κοντά μας. Μας αγαπά πνευματικά παρά την αναίσθητη συμπεριφορά μας. Μας καλεί, είναι πάντοτε έτοιμος να απαντήσει στην κραυγή μας για βοήθεια και να οδηγήσει τα διστακτικά και αβέβαια βήματά μας μέσα απ’ όλα τα εμπόδια που βρίσκονται στο δρόμο μας. Μας σέβεται ως ίσους του. Το ύψιστο ιδανικό του είναι να μας δει στην αιωνιότητα, αληθινά ως ίσους του, φίλους του και αδελφούς του, και γιούς του Πατέρα. Αγωνίζεται γι’ αυτόν, το επιθυμεί διακαώς. Αυτός είναι ο Χριστός μας, και ως άνθρωπος κάθισε στα δεξιά του πατέρα.
Αρχικά ο Θεός δημιουργεί το Πνεύμα μας καθαρά δυνητικό. Το τι ακολουθεί δεν εξαρτάται απόλυτα απ’ αυτόν. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να διαφωνήσει μαζί του, ακόμα και να του αντισταθεί. Παρουσιάζεται μια κατάσταση κατά την οποία εμείς οι ίδιοι καθορίζουμε το αιώνιο μέλλον μας – πάντοτε βέβαια σε σχέση με το Θεό. Χωρίς αυτόν δεν μπορούμε να υπάρχουμε . Και αν ζητάμε μια αγιασμένη αιωνιότητα –πράγμα το οποίο ουσιαστικά ανήκει μόνο σ’ αυτόν- κάθε μας πράξη, όλη η δημιουργική δραστηριότητά ας, βεβαιότατα πρέπει να εκπορεύεται ,όχι χωρίς αυτόν, αλλά μαζί με αυτόν και δι’ αυτού.

Επειδή γεννηθήκαμε καθαρά δυνητικοί, το πνεύμα μας πρέπει συνέχεια να καθιστά την ύπαρξή μας υπόσταση. Έχομε ανάγκη να αναπτυσσόμεθα. Αυτή η ανάπτυξη συνδέεται με πόνους και βάσανα. Όμως όσο παράξενο και να φαίνεται , τα βάσανα είναι επιτακτικά για τη διατήρηση της ζωής που δημιουργήθηκε από το μηδέν. Εάν τα ζώα δεν αισθάνονταν πείνα, δεν θα έκαναν καμιά προσπάθεια προς εύρεση τροφής αλλ’ απλώς θα παρέμεναν καταγής περιμένοντας τον θάνατο. Ομοίως οξεία ανησυχία αναγκάζει τον αρχέγονο άνθρωπο να ψάξει για τη διατροφή του. Ύστερα καθώς προχωρεί προς τη λογική γνώση, τα βάσανα αποκαλύπτουν στο νου του που μπορεί να αντιληφθεί συγχρόνως και τα δύο, πρώτο την ατέλεια του και δεύτερο την ατέλεια του κόσμου που τον περιβάλλει. Αυτό τον αναγκάζει να αναγνωρίσει την αναγκαιότητα ενός νέου δημιουργικού τύπου προσπαθείας, για μια τελειότερη ζωή σ΄ όλες τις εκδηλώσεις της. Αργότερα, θα φθάσει σε μια συγκεκριμένη αντίληψη για το Υπέρτατο Ον, το οποίο θα εμπνεύσει στην ψυχή του την αναζήτηση καλύτερης γνώσεως αυτού. Και μ’ αυτόν τον τρόπο φτάνει ο άνθρωπος στη σκέψη ότι το Πρωτογενές Όν, που η κατανόησή του τον ανάγκασε να σκεφθεί για πρώτη φορά, δεν αρνείται να συζητήσει μαζί του. στο φως αυτής της σχέσεως ο θάνατος φαίνεται σαν παραλογισμός, πιθανότητα που πρέπει να πολεμηθεί αμείλικτα. Και η ιστορία αποδείχνει ότι πολλοί από αυτούς που έκαμαν αυτό τον πόλεμο με αδιάπτωτη δραστηριότητα, και αν ακόμα βρίσκονταν εδώ στη γη, πνευματικά βρίσκονταν στην αιώνια Βασιλεία του ζωντανού Θεού και πέρασαν από το θάνατο στην ατελείωτη ζωή, στο Φως του θείου Όντος.
Ας φανταστούμε πάλι τη δραματική χειρονομία του «δικού μας» Ιησού, να ρίχνει τον άνθρωπο, που δημιούργησε ο ίδιος, ελεύθερο, σαν ένα θαυμάσιο σπόρο στον κόσμο που ετοιμάστηκε γι’ αυτόν. Η κίνηση αυτή είναι του σπορέα που ρίχνει το σπόρο στη γη που οργώθηκε και ετοιμάστηκε…

Προσευχή κατά τη χαραυγή

Ω Κύριε αιώνιε και Δημιουργέ των πάντων,
ο οποίος με την ανεξερεύνητη αγαθότητά σου
με κάλεσες σ’ αυτή τη ζωή,
ο οποίος μου έδωσες τη χάρη του βαπτίσματος
και τη σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος,
ο οποίος με προίκισες με την επιθυμία
να αναζητήσω εσέ
τον μόνο αληθινό Θεό,
εισάκουσε την προσευχή μου.
Δεν έχω ζωή, φως, χαρά ή σοφία
ούτε δύναμη χωρίς εσένα, ω Θεέ.
Εξαιτίας των αμαρτιών μου δεν τολμώ να υψώσω
τους οφθαλμούς μου σ’ εσένα.
Αλλά συ είπες στους μαθητές σου:
« Κάθε τι που θα ζητήσετε στην προσευχή σας με πίστη,
θα το λάβετε»
και «κάθε τι που θα ζητήσετε στο όνομά μου
θα γίνει».
Γι’ αυτό τολμώ να σε επικαλεστώ:
Καθάρισέ με από κάθε ρύπο σωματικό και
πνευματικό.
Δίδαξέ με να προσεύχομαι ορθά.
Ευλόγησε αυτή τη μέρα που χάρισες σ’ εμένα
τον ανάξιο δούλο σου.
Με τη δύναμη της ευλογίας σου κάνε με ικανό
συνέχεια να ομιλώ και να εργάζομαι για τη δόξα σου,
με καθαρό πνεύμα, ταπείνωση, υπομονή, αγάπη,
ευγένεια, ειρήνη, θάρρος και σοφία,
να αισθάνομαι πάντοτε την παρουσία σου.
Με την άπειρη αγαθότητα σου, ω Κύριε Θεέ
δείξε μου το δρόμο του θελήματός σου,
και δώσε ώστε να βαδίζω μπροστά σου
χωρίς αμαρτία.
Ω Κύριε, σ’ εσένα όλες οι καρδιές είναι ανοικτές.
Συ γνωρίζεις όλα όσα έχω ανάγκη.
Συ γνωρίζεις την τυφλότητα και την άγνοιά μου.
Συ γνωρίζεις την αστάθεια και την διαφθορά της
ψυχής μου.
Αλλ’ ούτε ο πόνος και η αγωνία μου είναι κρυμμένα
από σένα .
Δέξου ,σε παρακαλώ , την προσευχή μου
και με το Άγιο Πνεύμα σου δίδαξέ με τον δρόμο που
πρέπει να πορευθώ.
Και όταν η διεστραμμένη μου θέληση με οδηγήσει σ’
άλλους δρόμους,
μη μ’ αφήσεις να χαθώ, αλλά κάνε με να επιστρέψω
σ’ εσένα.
Δος μου, με τη δύναμη της αγάπης σου, να κρατηθώ
σταθερά στο αγαθό.
Φύλαξέ με από κάθε λόγο ή πράξη
που μπορεί να καταστρέψει την ψυχή,
από κάθε επιθυμία που μπορεί να σε δυσαρεστήσει
Και να βλάψει τον αδελφό μου.
Δίδαξέ με πως πρέπει και τι πρέπει να λέγω.
Αν είναι θέλημά σου να μην απαντώ,
δος μου πνεύμα ειρηνικής σιωπής,
που να μην προκαλεί λύπη ή πόνο στον αδελφό μου.
Στήριξέ με στο δρόμο των εντολών σου
και μέχρι την τελευταία μου πνοή
δώσε να μην απομακρυνθώ από το φως των εντολών
σου.
Οι εντολές σου ας γίνουν ο μόνος νόμος της ζωής
μου
στη γη και σ’ όλη την αιωνιότητα.
Ω Θεέ, σε παρακαλώ, ελέησέ με.
Λύτρωσέ με από τη θλίψη και την αθλιότητά μου
και μην κρύβεις από μένα το δρόμο της σωτηρίας.
Μέσα στη μωρία μου ,ω Θεέ, σου ζήτησα πράγματα
πολλά και μεγάλα.
Θυμάμαι πάντοτε την αδυναμία μου, την αγένεια και
την φαυλότητά μου και κράζω:
Ελέησέ με.
Μη με απομακρύνης από το Πρόσωπό σου εξαιτίας
της αλαζονείας μου.
Δώσε και αύξησε σε μένα τη δύναμη
να σε αγαπώ σύμφωνα με τις εντολές σου,
εγώ ο χειρότερος των ανθρώπων,
με όλη μου την καρδιά,
με όλη μου την ψυχή,
με όλη μου τη διάνοια,
με όλη μου τη δύναμη,
και με όλη μου την ύπαρξη.

Ναι, ω Θεέ, με το Άγιο πνεύμα σου,
δίδαξέ με δίκαια κρίση και γνώση.
Δος μου τη γνώση της δικής σου αλήθειας,
πριν έλθει το τέλος μου.
Διατήρησε τη ζωή μου στον κόσμο τούτο,
μέχρι να μπορέσω να σου προσφέρω άξια μετάνοια.
Μη με οδηγήσεις σε θάνατο στη μέση των ημερών
μου.
Ούτε ενόσω ο νους μου είναι τυφλωμένος .
Όταν όμως θέλεις να βάλεις τέρμα στη ζωή μου,
να μου το δείξεις από πρωτύτερα
για να προετοιμάσω την ψυχή μου
πριν παρουσιαστεί μπροστά σου.
Να είσαι μαζύ μου, ω θεέ, κατά την φοβερή αυτή ώρα
και να μου δωρίσεις τη χαρά της σωτηρίας ,
Καθάρισέ με από τις κρυφές αμαρτίες μου
και απ’ όλη την αχαριστία που έχω μέσα μου
Και δώρισέ μου καλή απολογία
μπροστά στο θρόνο της κρίσης σου.
Ναι, ω θεέ , με το μεγάλο σου έλεος
και την αμέτρητη αγάπη σου
για το ανθρώπινο γένος,

Άκουσε την προσευχή μου.

8. Ο αγώνας στην προσευχή

Ω Πνεύμα Άγιο, αιώνιε Βασιλιά
που δίνεις την αιώνια ζωή,
επίβλεψε με το αμέτρητο έλεός σου
στις αδυναμίες της φύσεώς μας.
Φώτισέ μας και αγίασέ μας.
το φως της γνώσεώς σου
ας λάμψει στις σκοτισμένες καρδιές μας,
και στα πήλινα σκεύη της φύσεώς μας
φανέρωσε την ακατανίκητη δύναμή σου.

Η προσευχή είναι μια ατέλειωτη δημιουργία, υπέρτατη τέχνη. Επανειλημμένα λαβαίνομε πείρα μιας ενσυνείδητης κινήσεως προς τα πάνω, προς το Θεό, που σαν επακόλουθο έχει την κάποια απομάκρυνσή μας από το φως του. Πότε- πότε αισθανόμαστε την ανικανότητα του νου μας να υψωθεί σ’ αυτόν. Υπάρχουν στιγμές που αισθανόμαστε τον εαυτό μας σε κατάσταση παραφροσύνης . «Μου έδωσες, Κύριε, την εντολή της αγάπης, αλλά δεν υπάρχει μέσα μου δύναμη γι’ αγάπη. Έλα και κάνε πραγματικότητα σ’ εμένα όσα συ μου παρήγγειλες, γιατί η εντολή σου είναι πάνω από τις δυνάμεις μου. Ο νους μου είναι τόσο ανίσχυρος να σε αντιληφθεί. Το πνεύμα μου δεν μπορεί να δει μέσα στα μυστήρια της βουλήσεώς σου. Οι μέρες μου περνούν σ’ ένα ατέλειωτο αγώνα. Βασανίζομαι από το φόβο μήπως σε χάσω εξαιτίας των εσωτερικών κακών σκέψεών μου».
Μερικές φορές η προσευχή φαίνεται να χαλαρώνει και τότε κραυγάζουμε: «Τάχυνον επ’ εμέ ο Θεός». Αλλ’ εάν δεν απομακρυνθούμε από το κράσπεδο του ιματίου του, η βοήθεια θα έλθει. Είναι ζωτικό να ζούμε «εν τη προσευχή» για να μπορέσουμε να αντιδράσουμε με σθένος στην καταστρεπτική επίδραση του έξω κόσμου.
Η προσευχή δεν μπορεί ν’ αποτύχει να αναζωογονήσει τη θεία πνοή, που ο Θεός ενεφύσησε στον Αδάμ, με τη δύναμη της οποίας ο Αδάμ έγινε «ψυχή ζώσα» (Γεν.2,7) . Τότε το αναγεννημένο πνεύμα μας θα θαυμάσει το ύψιστο μυστήριο του ‘Οντος και οι καρδιές μας θα ηχήσουν τον ψαλμικό ύμνο των θαυμαστών έργων του Κυρίου. Θα κατανοήσουμε την έννοια των λόγων του Κυρίου: «Εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν» ( Ιωάν. 10,10 ) .
Αλλά αυτή η ζωή είναι γεμάτη παράδοξα, όπως και όλη η διδασκαλία του Ευαγγελίου. «Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην , και τι θέλω ει ήδη ανήφθη» ( Λουκ. 12,49) . Αν δεν περάσουμε μέσα απ’ αυτή τη φωτιά και δεν κατακαύσουμε τα πάθη που έχουμε ένεκα της πτώσεως της φύσεώς μας, δεν θα δούμε τη φωτιά να μεταμορφώνεται σε φως. Γιατί δεν έρχεται το φως πρώτο, αλλά η φωτιά. Στην κατάσταση της πτώσεως, η φωτιά προηγείται από το φως.
Ας δοξάσουμε επομένως το Θεό γι’ αυτό ,την καταστρεπτική φωτιά. Δεν γνωρίζομε εξ ολοκλήρου αλλά μόνον «εκ μέρους» ( Α΄Κορ. 13,9) ότι δηλαδή δεν υπάρχει άλλος δρόμος για μας τους θνητούς να γίνομε «υιοί αναπαύσεως» ( Λουκ. 20,36 ) να βασιλέψουμε με το Χριστό. Όμως όσο οδυνηρή και αν είναι αυτή η αναδημιουργία, όσο απελπιστική και σπαρακτική η πορεία και γεμάτη αγωνία, είναι πράγματι ευλογημένη. Η πολυμάθεια απαιτεί μακρά εργασία, αλλά η προσευχή είναι σε πολλαπλάσιο βαθμό δυσκολότερη να γίνει κτήμα μας…


…Όταν τα Ευαγγέλια και οι Επιστολές γίνουν για μας πραγματικότητα, βλέπομε πόσο αφελείς ήταν οι μέχρι τώρα θέσεις μας για το Θεό και για την «εν αυτώ» ζωή μας. Τόσο πολύ η πραγματικότητα υπερέχει από τη γνώση του ανθρώπου. «Οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» ( Α΄Κορ. 2,9 ) . Ακόμα και ένας ψίθυρος του Θείου, είναι δόξα, πέρα από κάθε σύγκριση, σε σχέση με κάθε περιεχόμενο της μακρά από το Θεό ζωής.
Στενός είναι ο δρόμος και γεμάτος αγκάθια και θλίψεις. Θα έχουμε πολλούς αναστεναγμούς στο δρόμο. Ο βασικός φόβος ο οποίος είναι «αρχή σοφίας» ( Ψαλμ. 111,10 ) θα κυριέψει τις καρδιές μας ,θα ανατρέψει ολόκληρο το είναι μας εξωτερικεύοντάς το, για να συγκεντρώσει την προσοχή σ’ αυτά που συμβαίνουν μέσα μας. Ανίκανοι ν’ ακολουθήσουμε το Χριστό στεκόμαστε για λίγο τρομαγμένοι. « Προάγων ο Ιησούς τους μαθητάς… αυτοί εθαμβούντο και ακολουθούντες εφοβούντο» ( Μαρκ. 10,32 ) .
Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει τις θλίψεις αν θέλει να γεννηθεί σε μια νέα ζωή εν Θεώ, εάν θέλουμε να μεταμορφώσουμε το φυσικό μας σώμα σε πνευματικό σώμα. Όπως είπε ο Άγιος Παύλος: «σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν» ( Α΄Κορ. 15,44 ) . Μόνο η δύναμη της προσευχής υπερνικά την αντίσταση της ύλης και ελευθερώνει το πνεύμα από αυτό τον περιορισμένο και αδρανή κόσμο σε ανοικτούς χώρους που λάμπουν στο φως.
Το πνεύμα παραπλανάται από τις δοκιμασίες , οι οποίες επισυμβαίνουν στον αγώνα μας για προσευχή. Δεν είναι εύκολο να προσδιορίσει κανείς την αιτία και το είδος τους. Μέχρι ότου μπούμε «εις το θυσιαστήριο του θεού» ( Ψαλμ. 72,17 ) , πολλές φορές θα δειλιάσουμε, επειδή δεν είμαστε βέβαιοι ότι τα έργα μας είναι αρεστά στον πανάγιο Θεό. Αφού δεν είμαστε απαλλαγμένοι από την αμαρτία, μπορούμε μόνο να σκεφτόμαστε ότι τα δικά μας σφάλματα είναι εκείνα που προκαλούν τις καταιγίδες που μαίνονται γύρω μας. Ο απόστολος Πέτρος υπενθύμισε στους πρώτους χριστιανούς ,που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση, ότι «πνεύμα δόξης» ( Α’ Πετρ. 4,14 ) επεκάθισε σ’ αυτούς. ‘Ένα πράγμα όμως είναι πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι θα έλθει η ώρα ,που όλες οι δοκιμασίες και οι ταραχές θα εξαφανιστούν στο παρελθόν. Τότε θα δούμε ότι οι πιο οδυνηρές περίοδοι της ζωής μας ήταν οι πιο καρποφόρες και θα μας συνοδεύουν πέρα από τα όρια αυτού του κόσμου και θα γίνουν θεμέλια της βασιλείας «μη σαλευόμενα» ( Εβρ. 12,28 ) .
Ο παντοδύναμος Θεός μας κάλεσε από την ανυπαρξία . Εκ φύσεως είμαστε άδειοι ,παρ’ όλα αυτά όμως περιμένομε από το Θεό να μας σέβεται και να μας υπολογίζει. Ξαφνικά ο Παντοδύναμος αποκαλύπτει τον εαυτό του με άπειρη ταπεινότητα. Το όραμα υπερχειλίζει ολόκληρη την ύπαρξή μας και από ένστικτο υποκλινόμαστε με λατρεία. Ακόμα και αυτό δεν φαίνεται αρκετό, αλλά οπωσδήποτε όσο περισσότερο προσπαθούμε να ταπεινώσουμε τον εαυτό μας μπροστά του, ακόμα υστερούμε μπροστά στην ταπείνωσή του.
Η προσευχή σ’ αυτόν το Θεό της αγάπης και της ταπεινώσεως υψώνεται από τα βάθη της υπάρξεώς μας. Όταν η καρδιά μας γεμίσει με αγάπη για το Θεό, είμαστε εξ ολοκλήρου ενημερωμένοι ότι βρισκόμαστε κοντά του, αν και γνωρίζομε πολύ καλά ότι είμαστε «σποδός» ( Γεν. 3,19 ) . Όμως στο ορατό σχήμα της φύσεώς μας ο αθάνατος Θεός περιέγραψε την εικόνα της αόρατης υπάρξεώς του, και έτσι αντιλαμβανόμαστε την αιωνιότητα. Με την προσευχή εισερχόμαστε στη Θεία ζωή, και ο Θεός προσευχόμενος μέσα μας είναι η αδημιούργητη ζωή, η οποία μας διαπερνά…





Η πείρα της αιωνιότητας με την προσευχή

Ω! Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του ζώντος Θεού,
Σε παρακαλούμε και σε ικετεύομε,
Μη μας απομακρύνεις από το πρόσωπό σου,
Μην οργισθείς για την ασέβειά μας.
Φανερώσου σ’ εμάς , Φως του κόσμου,
Αποκάλυψέ μας
το μυστήριο της οδού της δια σου σωτηρίας,
για να γινόμαστε
γιοί και θυγατέρες του Φωτός σου.

Προσήλωσε το νου σου στο Θεό και θα ‘ρθει η στιγμή κατά την οποία θα αισθανθείς το άγγιγμα του Αιωνίου Πνεύματος στην καρδιά σου. Αυτό το θαυμάσιο πλησίασμα του πανάγιου Θεού, υψώνει το πνεύμα στις σφαίρες του άκτιστου Όντος και ο νους λαβαίνει πείρα όλων όσα υπάρχουν εκεί. Η αγάπη ξεχειλίζει σαν ποταμός φωτός σε όλη την κτίση. Η φυσική καρδιά αισθάνεται αυτή την αγάπη σαν πνευματική, μεταφυσική.
Για να μπορέσουμε «ίνα ειδώμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν» (Α΄ Κορ. 2,12) εκ των άνω, ο Θεός αποσύρεται για λίγο ύστερα από την επίσκεψή του σ’ εμάς. Αισθανόμαστε παράξενα, όταν ο Θεός μας εγκαταλείπει. Στη νεαρή μου ηλικία ήμουν ζωγράφος και η φυσική ικανότητά μου δε με εγκατέλειπε. Μπορεί να είμαι κατάκοπος για να ζωγραφίσω, μπορεί να λείπει και η έμπνευση, αλλά γνωρίζω ότι το χάρισμα υπάρχει σαν ένα αδιάσπαστο μέρος του εαυτού μου. Όμως είναι διαφορετικά με το Θεό. Όταν ο Θεός μας εγκαταλείπει, υπάρχει ένα κενό μέσα μας και δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν θα επιστρέψει εκ νέου. Ο Θεός εξαφανίζεται. Εμείς εγκαταλειπόμαστε άδειοι και νεκροί. Όταν μας επισκέπτεται , αισθανόμαστε κάτι που υπερβαίνει κάθε φαντασία. Και ξαφνικά, επιστρέφω στην παλιά μου κατάσταση, η οποία πριν από την επίσκεψή του ,μου φαινόταν φυσική και ικανοποιητική. Τώρα με τρομάζει. Μεταφέρθηκα στο παλάτι του Μεγάλου Βασιλιά, μόνο για να εξορισθώ πάλι; Όταν ήμουν εκεί γνώριζα ότι ήμουν στο σπίτι του Πατέρα μου, τώρα όμως στέκομαι έξω λυπημένος.
Αυτές οι εναλλασσόμενες καταστάσεις με διδάσκουν πώς να διακρίνω μεταξύ των φυσικών χαρισμάτων και αυτών τα οποία έρχονται σαν καθαρή χάρη από ψηλά. Η προσευχή προκάλεσε την πρώτη επίσκεψη. Πάλι με την προσευχή και πάντοτε με πιο επίμονη προσευχή ελπίζω στην επιστροφή του. Και πράγματι επιστρέφει. Συχνά όταν επιστρέφει, αλλάζει συνήθως το χαρακτήρα της παρουσίας του, αλλά και έτσι συνέχεια πλουτίζομαι με περισσότερες γνώσεις για τη βασιλεία του Πνεύματος. Τώρα υπάρχει πόνος αλλά υπάρχει και χαρά. Αναπτύσσομαι. Διδάσκομαι να συμπεριφέρομαι κάτω από τη νέα κυριαρχία του.
Όλες οι πνευματικές ασκήσεις και τα παλαίσματα για την προσευχή είναι πάρα πολύ σκληρά. Το πνεύμα μας βρίσκεται σε συνεχή ροή. Κατά καιρούς η καρδιά μας αισθάνεται πολύ ξερή και σκληρή . Αλλά ο χρόνος ,όταν χάνουμε το ζήλο, γίνεται συντομότερος.
Κατά την προσευχή αισθανόμαστε την παρουσία του Θεού, η οποία, αν και δεν πετυχαίνουμε την πλήρη πείρα αυτού που αναζητούμε, βεβαιώνει την πίστη μας. Πλησιάζομε προς το τέλος της μακράς έρευνάς μας να ανακαλύψουμε το βάθος του Όντος – μια έρευνα που κατά το παρελθόν μας ενέπλεκε από μια πνευματική περιπέτεια σε άλλη. Τώρα οδηγούμαστε προς το τέρμα που μας υποδείχνει ο Χριστός, όχι πλανώμενοι αλλά εμπνεόμενοι από το μεγαλείο του γεγονότος που έχομε μπροστά μας…






Από το βιβλίο «Η ζωή Του ζωή μου»
Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου
Εκδόσεις Π.Πουρναρά
Θεσσαλονίκη

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

«Αρχιμ. Πλακίδα Deseille Φιλοκαλία Η νηπτική παράδοση της Ορθοδοξίας και η ακτινοβολία της στον κόσμο»

Η ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΟΔΟΣ

ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ


Περισσότερο κι από την άσκηση του σώματος, που αντιμάχεται τις άταχτες τάσεις της επιθυμίας, η άσκηση της ευσπλαχνίας και της συμπάθειας , που καθαρίζει το θυμικό, είναι απαραίτητη σ’ αυτόν που θέλει να εφαρμόσει τις εντολές του Κυρίου. Η επιθετικότητα και η οξυθυμία, που μπαίνουν στην υπηρεσία του εγώ, είναι αυτό που εμποδίζει τον άνθρωπο περισσότερο στη βασιλεία της αγάπης. Και αν η αγάπη είναι μέσα μας το μάτι που βλέπει τον Θεό, αφού αυτή προπάντων μας κάνει σύμμορφους με Εκείνον, τίποτε δεν μπορεί να σκοτεινιάσει περισσότερο αυτό το μάτι από τον θυμό, το μίσος και τη μνησικακία.
Εκείνος που έχει έρωτα αληθινής προσευχής και οργίζεται ή μνησικακεί , είναι αξιοκατηγόρητος. Είναι όμοιος μ’ εκείνον που θέλει να βλέπει καθαρά και όμως ταράζει ο ίδιος τα μάτια του.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής έχει σε πλάτος αναπτύξει αυτή την ευάγρια διδασκαλία σ’ έναν τόνο κάπως διαφορετικό:
Εκείνος που αγαπάει πάντως τον Χριστό, Τον μιμείται κατά δύναμη. Δηλαδή ο Χριστός δεν έπαψε να ευεργετεί τους ανθρώπους. Όταν του φέρονταν αχάριστα και τον βλασφημούσαν, μακροθυμούσε. Όταν τον χτυπούσαν και τον εσταύρωναν , υπέμενε μη σκεπτόμενος καθόλου κανένα κακό γι’ αυτούς. Αυτά δε τα τρία έργα είναι εκφραστικά της αγάπης προς τον πλησίον. Χωρία αυτά απατάται εκείνος , π0ου νομίζει ότι αγαπάει τον Χριστό, ή θα τύχει της Βασιλείας Του. Διότι λέγει, “δεν θα μπει στη Βασιλεία των ουρανών αυτός που με αποκαλεί Κύριε, Κύριε, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημά του Πατρός μου» ( Ματθ. 7, 21 ) . Και πάλι “αυτός που με αγαπά θα τηρήσει τις εντολές μου” ( Ιω.14, 15 ) .
Όλος ο σκοπός των εντολών του Σωτήρα είναι να ελευθερώσει τον νου από την ακρασία και το μίσος και να τον φέρει στην αγάπη αυτού και του πλησίον. Από αυτά τα δύο γεννιέται το φέγγος της κατ’ ενέργειαν αγίας γνώσεως.”
Αυτό το πνεύμα της ταπεινής αγάπης , της συμπάθειας και της οικουμενικής ευσπλαχνίας έχει καταγραφεί από όλους τους πνευματικούς δασκάλους του ησυχασμού. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος επιμένει σ’ αυτό εντελώς ιδιαίτερα:
Ιδού αδελφέ μου μια εντολή: Είθε να βαραίνει πάντα στη ζυγαριά σου το έλεος, ως τη στιγμή που θα νιώσεις μέσα σου το έλεος του Θεού προς τον κόσμο. Η κατάστασή μας θα γίνει έτσι καθρέπτης, όπου θα βλέπουμε μυστικά το θείο Πρωτότυπο, χάρη σ’ εκείνα που του ανήκουν κατ’ ουσίαν. Δια μέσου αυτών φωτιζόμεθα και πλησιάζουμε τον Θεό με το νου καθαρό…»

Από το βιβλίο: «Αρχιμ. Πλακίδα Deseille
Φιλοκαλία
Η νηπτική παράδοση της Ορθοδοξίας
και η ακτινοβολία της στον κόσμο»
Εκδόσεις : Ακρίτας

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

ΝΕΟΝ ΕΤΟΣ- ΝΕΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

ΝΕΟΝ ΕΤΟΣ- ΝΕΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Φωτισμένος από το Πνεύμα του Θεού ο σοφός συγγραφέας έγραψε: «Ως σταγών ύδατος από θαλάσσης και ψήφος άμμου, ούτως ολίγα έτη εν ημέρα αιώνος». ( Σοφ. Σειράχ) .
Αντιλαμβάνεσαι ,αδελφέ μου, την μεγάλη αυτή αλήθεια, που τώρα αποκτά και επικαιρότητα, αφού ο Θεός μας αξίωσε να μπούμε στο νέο έτος 2010. Η ζωή μας δεν είναι ούτε μια σταγόνα, μπροστά στην αιωνιότητα και όμως οι πιο πολλοί ζούμε σαν να είμαστε αθάνατοι, και σαν να μην έχουμε τίποτα σοβαρό να κάνουμε. Ξεχνάμε ότι η θέση μας στην αιωνιότητα θα εξαρτηθεί από το πώς περάσαμε την ζωή μας πάνω στην γη, ότι τα γήινα είναι εφήμερα και απατηλά. Πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας ότι οι καλύτερες μέρες της ζωής μας είναι εκείνες που κοπιάσαμε για να αποκτήσουμε αρετές, τότε που τα έργα μας ήταν έργα αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον.
«Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν» ,όπως έλεγε ο απόστολος Παύλος , δηλαδή να χρησιμοποιούμε το χρόνο της ζωής μας για όσο το δυνατόν περισσότερα πνευματικά κέρδη. Να χρησιμοποιούμε τις ευκαιρίες και τις περιστάσεις που μας παρουσιάζονται ή μάλλον που μας φέρνει ο Θεός και να είμαστε εξυπηρετικοί στις πνευματικές και υλικές ανάγκες των συνανθρώπων μας.
Ο χρόνος δεν επιστρέφει πίσω και δεν «εξαγοράζουμε τον καιρόν» όταν μας παρουσιάζεται η ευκαιρία και δεν κάνουμε το καλό. Εάν αυτό το επαναλάβουμε ξανά και ξανά τότε μας περιμένει πνευματική χρεωκοπία.
Ας αποφασίσουμε τώρα με τον καινούριο χρόνο να μην χάνουμε αυτές τις θεϊκές ευκαιρίες. Και ο Θεός να είναι «ευχαριστημένος» και να μας ευλογεί περισσότερο αλλά και η συνείδησή μας να είναι αναπαυμένη.
Πόσο πολύτιμη είναι κάθε στιγμή της ζωής μας , και πόσο κέρδος μας περιμένει αν την εκμεταλλευτούμε όπως πρέπει.
Ο Καλός Θεός μας έφερε στο νέο έτος ,όχι για να συνεχίσουμε τις αμαρτίες, αλλά για να ετοιμαστούμε για την αιωνιότητα.
Ας δοξάσουμε και ας ευχαριστήσουμε τον Θεό για την αγαθότητά Του και την μακροθυμία Του. Και ας Τον παρακαλέσουμε : «Δος μας Κύριε την χάρην Σου, να μην σπαταλάμε τον χρόνο της ζωής μας σε επιθυμίες ανόητες και βλαβερές αλλά να εργαζόμαστε με προθυμία για την σωτηρία μας και να απολαύσουμε την ανεκτίμητη και ανέκφραστη χαρά της ουρανίου βασιλείας Σου».
«Ω πανάγαθε Κύριε! Εσύ που μας χάρισες τόσα χρόνια ζωής , και μας αξιώνεις να μπούμε πάλι στον καινούριο χρόνο, σε παρακαλούμε, μην λάβεις υπ’ όψιν Σου την αδιαφορία και αμέλεια που δείξαμε μέχρι σήμερα, γιατί τότε μας περιμένει η καταδικαστική Σου απόφαση. Αλλά φιλάνθρωπε Κύριε, η αγαθότητα Σου νέες ευκαιρίες μας παρέχει , και εκείνο που δεν κάναμε χθες να το κάνουμε στον καινούριο χρόνο και κάθε χρόνο, που Εσύ θα μας χαρίζεις.
Αξίωσέ μας , την ημέρα της κρίσεως να έχουμε πνευματικά κέρδη και καλή απολογία, ώστε να επιτύχουμε της αιωνίου Σου βασιλείας. Αμήν».

Από το
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΣ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ “Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ”
Εκδότης-Ιδιοκτήτης :Νίκος Χριστοφοράτος
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ
ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2010-ΦΥΛΛΟ 92

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010

«Αρχιμανδρίτου π . Λαζάρου Μουρ Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ Πνευματική Βιογραφία»

6. Για την προσευχή

Ο ίδιος ο π. Σεραφείμ ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και δίδασκε και στους άλλους να κάνουν το ίδιο.
«Δια μέσου αυτής», έλεγε, «εάν φυλάξεις την ειρήνη της συνείδησης σου, είναι δυνατόν να πλησιάσεις τον Θεό και να ενωθείς μαζί Του». Επομένως συμβούλευε τους ανθρώπους να ασκούνται στη διαρκή μνήμη του ονόματος του Θεού και να λένε την Ευχή του Ιησού. Πολλοί από τους απλούς ανθρώπους του έλεγαν ότι λόγω της αμάθειάς τους ή της έλλειψης χρόνου δεν μπορούσαν να κάνουν τους καθορισμένους κανόνες της προσευχής. Σε τέτοιους ανθρώπους ο π. Σεραφείμ έδινε έναν κανόνα που να μπορεί να γίνεται με αρκετή ευκολία.
«Ας στέκεται κάθε Χριστιανός , μόλις σηκωθεί από τον ύπνο, μπροστά στις εικόνες κι ας διαβάζει την Κυριακή προσευχή , “Πάτερ ημών”, τρεις φορές προς τιμήν της Παναγίας Τριάδος, έπειτα τον ύμνο στην Θεομήτορα “Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία”, επίσης τρεις φορές, και τελικά το Σύμβολο της Πίστεως “Πιστεύω εις έναν Θεόν…” μία φορά.
«Οι παραπάνω προσευχές «, εξηγούσε ο π. Σεραφείμ, «είναι το θεμέλιο του Χριστιανισμού. Η πρώτη, ως η προσευχή η οποία δόθηκε από τον Ίδιο τον Κύριο, είναι το πρότυπο κάθε προσευχής∙ η δεύτερη ήρθε από τον Oυρανό δια μέσου του Αρχαγγέλου ως χαιρετισμός στην Παρθένο Μαρία, την Μητέρα του Κυρίου. Και το Σύμβολο περιέχει εν συντομία όλα τα σωτήρια δόγματα της χριστιανικής πίστης.
«Αφού εκτελέσει τον κανόνα αυτό, ας πάει ο κάθε Χριστιανός στην εργασία του στην οποία έχει διορισθεί ή κληθεί. Αλλά την ώρα της εργασίας του, στο σπίτι, ή καθ’ οδόν για κάποιον τόπο, ας λέει χαμηλόφωνα: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Αλλά εάν περιβάλλεται από κόσμο, ενώ κάνει ό,τι πρέπει να κάνει, ας λέει νοερά μόνον “Κύριε ελέησον”! και να συνεχίζει μέχρι την ώρα του φαγητού.
«Πριν από το γεύμα ας κάνει και πάλι τον πρωινό κανόνα που αναφέρθηκε παραπάνω (τρεις φορές).
«Μετά το γεύμα, ας λέει ο κάθε Χριστιανός χαμηλόφωνα, ενώ κάνει κάποια εργασία: “Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με τον αμαρτωλό” και ας συνεχίζει έτσι μέχρι την ώρα του ύπνου.
«Αν τύχει και περνά την ώρα μόνος του, ας λέει: “Κύριε Ιησού Χριστέ, δια της Θεοτόκου, ελέησόν με τον αμαρτωλό”.
«Προ του ύπνου, ας διαβάζει ο κάθε Χριστιανός και πάλι τον πρωινό κανόνα που αναφέρθηκε προηγουμένως. Έπειτα ας κοιμηθεί , αφού προστατεύσει τον εαυτό του με το Σημείο του Σταυρού.
«Τηρώντας αυτόν τον απλό κανόνα», έλεγε ο Γέροντας, «είναι δυνατόν να φθάσει κανείς σε μέτρο της χριστιανικής τελειότητας και της θεϊκής αγάπης».
Αλλά εάν κανείς δεν μπορεί να τηρήσει και αυτόν τον κανόνα εύλογα, για παράδειγμα κάποιος υπηρέτης, ο Αγ. Σεραφείμ συνιστούσε να λέγεται σε οποιαδήποτε στάση στην εργασία, ενώ βρίσκεται κανείς σε κίνηση ή ακόμη και στο κρεβάτι, ενθυμούμενος τους λόγους του Κυρίου: Πας γαρ ος αν επικαλέσεται το όνομα Κυρίου σωθήσεται. ( Ιωήλ 2:32∙ Ρωμ. 10:13 ) .
«Προσεύχεσαι, χαρά μου» ; Με ρώτησε κάποτε ο Γέροντας», γράφει η Ξένια Βασίλιεβνα.
« “Ω, από συνήθεια , Γέροντα, αλλά τί είδους προσευχή είναι αυτή! Είμαι αμαρτωλή! Συχνά δεν υπάρχει πραγματικά καθόλου χρόνος”, απάντησα».
« “Δεν πειράζει!”, είπε ο Γέροντας. “Απλώς θέλω να σου πω να μην στενοχωριέσαι γι’ αυτό. Όταν έχεις χρόνο, μην τον περνάς άσκοπα, αλλά να τηρείς ολόκληρο τον κανόνα και να προσεύχεσαι. Αλλά εάν δεν έχεις χρόνο, χαρά μου, να λες απλώς τον μικρό κανόνα το πρωί, το μεσημέρι και το βράδυ, ακόμα κι όταν είσαι στην εργασία σου. Εάν είναι δυνατόν, να τηρείς και τον άλλο κανόνα. Αλλά εάν όχι, λοιπόν, τότε κάνε όπως ο Κύριος σε βοηθήσει. Μόνον μην ξεχνάς με κάθε τρόπο να κάνεις τις μετάνοιες στον Σωτήρα και την μητέρα του Θεού. Να τις κάνεις πάση θυσία, Μητέρα”»…

Ο Χαρούμενος Καθοδηγητής Ψυχών

Ο π. Σεραφείμ ασκούσε τέτοια σαγηνευτική
και καταπληκτική εντύπωση σε όλους, ώστε οι άνθρωποι έφευγαν από αυτόν εξαιρετικά χαρούμενοι. Ορισμένοι αποχωρούσαν κλαίγοντας με αναφιλητά, αλλά σχεδόν όλους τους παρηγορούσε, τους ενθάρρυνε, τους συγκινούσε, τους εμψύχωνε, σαν να είχε κάνει στον καθένα από αυτούς μια ένεση ζωτικής δύναμης , νέας χαράς, τόνωσης της πνευματικής προσπάθειας, δύναμης στην αρετή, επιθυμίας για νέα ζωή. Εν συντομία, ο φλογερός Σεραφείμ πυρπολούσε τους ανθρώπους με το ουράνιο πυρ και με το πνεύμα της αναγέννησης το οποίο είναι δώρο της χάριτος. Είναι δύσκολο να το συνειδητοποιήσει κανείς αυτό. Μόνον από τα αρχεία που αναφέρονται στις σχέσεις του με τους ανθρώπους και από την ασυνήθιστη επίδρασή του μπορούμε να αποκτήσουμε κάποια ιδέα περί της καταπληκτικής δύναμης που κρυβόταν και ενεργούσε στον πτωχό «κυρτωμένο» Γέροντα. Γνώριζε ιδιαίτερα πώς να ενθαρρύνει τους επισκέπτες του και να τους δίνει χαρά. Η συνάντηση με τον Γέροντα ήταν αληθινή γιορτή. Οι άνθρωποι έφευγαν από αυτόν λες και βρίσκονταν επάνω σε φτερά, ή αντίθετα, ασυνήθιστα σοβαροί, υποταγμένοι, αλλά σταθερά αποφασισμένοι να πολεμήσουν εναντίον του κακού. Ποιο ήταν το μυστικό της πνευματικής δύναμης του π. Σεραφείμ; Αυτό βρισκόταν στην διαρκή αίσθηση της Αναστάσεως και της πασχαλινής χαράς που υπερνικά τα πάντα…
…Συνήθως ο Αγ. Σεραφείμ χαιρετούσε τους επισκέπτες του με τον πασχάλιο χαιρετισμό. Ασπαζόμενος τους ανθρώπους οι οποίοι έρχονταν σε αυτόν , έλεγε: «Χριστός ανέστη»! Το χαρούμενο πρόσωπο του ασκητή ο οποίος καταπονούσε τον εαυτό του με υπεράνθρωπους αγώνες, ήταν μια ακτίνα ουράνιου χαροποιού φωτός. Το φως της ψυχής του έλαμπε στο πρόσωπό του και οδηγούσε τους ανθρώπους να δοξάζουν τον Πατέρα τον εν ουρανοίς ( Ματθ. 5: 14-16) …
… Ο π. Σεραφείμ ενέπνεε τους ανθρώπους με την επιθυμία να είναι καλοί και να κάνουν το καλό. Εκεί βρίσκεται η δύναμη των πνευματικών ανθρώπων. Και οι Φαρισαίοι μιλούσαν, αλλά οι λόγοι τους ήταν νεκροί, άψυχοι. Η διδασκαλία του Κυρίου μας ήταν εν εξουσία ( Λουκ. 4: 32 ) . Και ο Απόστολος Παύλος μιλά για τον εαυτό του λέγοντας: Και ο λόγος μου και το κήρυγμά μου ουκ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’ εν αποδείξει Πνεύματος και δυνάμεως Θεού ( Α΄ Κορ. 2: 4 ) …

17. Η Εμφάνιση της Θεομήτορος στον Αγ. Σεραφείμ

Ένα χρόνο και εννέα μήνες πριν την αναχώρησή του από αυτόν τον κόσμο ο Άγιος Σεραφείμ αξιώθηκε μιας θαυμαστής επίσκεψης από την Ουράνια Βασίλισσα. Αυτή ήταν η δωδέκατη επίσκεψη της Παναγίας μας σε εκείνον. Συνέβη το πρωί της εορτής του Ευαγγελισμού, την 25η Μαρτίου του 1831. Ήταν ένα είδος προμηνύματος για το μακάριο τέλος του και την άφθαρτη δόξα , η οποία τον περίμενε. Η Μητέρα Ευπραξία , μια ηλικιωμένη μοναχή της Μονής του Ντιβέιεβο, η οποία πέθανε στις 28 Μαρτίου του 1865, έγραψε για αυτό το θαυμάσιο γεγονός ως εξής:
«Ο Γέροντας μου ζήτησε , δύο ημέρες ενωρίτερα, να τον συναντήσω εκείνην την ημέρα.
«Όταν ήρθα , μου ανήγγειλε: “Θα έχουμε ένα όραμα με την Θεομήτορα” και αφού μου ζήτησε να γονατίσω στο έδαφος , με κάλυψε με τον μανδύα του και διάβασε κάτι επάνω μου από ένα βιβλίο. Έπειτα, σηκώνοντάς με επάνω, είπε: “ Τώρα ,κρατήσου επάνω μου και μην φοβάσαι τίποτε”.
«Εκείνην την στιγμή έγινε ένας θόρυβος σαν το θρόισμα του δάσους μέσα στην δυνατή θύελλα. Όταν καταλάγιασε , ακούσαμε μία υμνωδία που έμοιαζε με εκκλησιαστική ψαλμωδία. Έπειτα η πόρτα του κελλιού άνοιξε από μόνη της , έγινε φως, πιο λαμπρό από το φως της ημέρας, και το κελλί γέμισε με μία ευωδία όμοια με εκείνην του θυμιάματος που έχει το άρωμα του τριαντάφυλλου , μόνο που αυτή ήταν καλύτερη.
«Ο Γέροντας ήταν γονατισμένος με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Εγώ ήμουν τρομοκρατημένη. Ο Γέροντας σηκώθηκε και είπε: “Μην φοβάσαι παιδί μου. Δεν είναι δυστυχία, είναι έλεος που αποστέλλεται σε εμάς από τον Θεό. Να, η Υπερένδοξη, η Πάναγνη Δέσποινα, η Παναγία Μητέρα του Θεού έρχεται σε εμάς”!
«Δυο άγγελοι προπορεύονταν κρατώντας , ο ένας στο δεξί του χέρι και ο άλλος στο αριστερό ,κλώνους οι οποίοι μόλις είχαν ανθίσει. Τα μαλλιά τους έμοιαζαν με χρυσές ίνες λιναριού και ήταν απλωμένα στους ώμους τους. Αυτοί προπορεύονταν. Τους ακολουθούσαν ο Άγ. Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Άγ. Ιωάννης ο Θεολόγος. Τα ενδύματά τους ήταν λευκά, λάμποντας από αγνότητα. Μετά από αυτούς ερχόταν η Θεομήτωρ την οποία ακολουθούσαν δώδεκα παρθένες…
….Τρομοκρατήθηκα και έπεσα κάτω. Η Βασίλισσα του ουρανού ήρθε προς το μέρος μου και, αγγίζοντάς με με το δεξί Της χέρι, μου είπε: “Σήκω επάνω, κόρη, και μην μας φοβάσαι. Ακριβώς τέτοιες παρθένες, όπως είστε εσείς, έχουν έρθει εδώ μαζί μου”.
«Δεν κατάλαβα πώς σηκώθηκα. Η Βασίλισσα του Ουρανού επανέλαβε με χάρη: “Μην φοβάσαι. Ήρθαμε να σας επισκεφθούμε”.
«Ο π. Σεραφείμ δεν ήταν πια γονατισμένος, αλλά στεκόταν όρθιος μπροστά στην Παναγία Μητέρα του Θεού κι εκείνη του μιλούσε τόσο καταδεκτικά, σαν να ήταν κάποιος από την οικογένειά Της.
«Πλημμυρισμένη με μεγάλη χαρά ρώτησα τον π. Σεραφείμ πού βρισκόμασταν. Σκεφτόμουν ότι δεν ήμουν πια στη ζωή. Τότε, όταν τον ρώτησα: “Ποιές είναι αυτές;” η Παναγία Μητέρα του Θεού μου είπε να πλησιάσω τις παρθένες και να τις ρωτήσω η ίδια.
«Εκείνες στέκονταν στην σειρά και από τις δύο πλευρές , όπως είχαν έρθει: στην πρώτη σειρά, οι μεγαλομάρτυρες Βαρβάρα και Αικατερίνα• στην δεύτερη σειρά , η πρωτομάρτυς Αγία Θέκλα και η μεγαλομάρτυς Μαρίνα• στην τρίτη σειρά, η μεγαλομάρτυς και βασίλισσα Αγία Ειρήνη και η Αγία Ευπραξία• στην τέταρτη σειρά, οι μεγαλομάρτυρες Αγία Πελαγία και Αγία Δωροθέα∙ στην πέμπτη σειρά, η Αγία Μακρίνα και η μάρτυς Ιουστίνα∙ στην έκτη, η μεγαλομάρτυς Αγία Ιουλιανή και η Αγία Ανυσία.
«Πλησίασα την καθεμία από αυτές και εκείνες μου είπαν η καθεμία το όνομά της και τους αγώνες του μαρτυρίου και την ζωή της εν ονόματι του Χριστού, όμοια με αυτά που έχουν γραφεί για αυτές στους Βίους των Αγίων. Όλες τους είπαν: “ Ο Θεός δεν μας έδωσε αυτήν την δόξα χωρίς λόγο, αλλά γα το μαρτύριό μας και διότι μας διέσυραν. Και εσύ θα υποφέρεις”.
«Πολλά από αυτά που είπε η Παναγία Μητέρα του Θεού στον π. Σεραφείμ, εκείνη η οποία συμμετείχε στο όραμά του δεν μπόρεσε να τα ακούσει, αλλά άκουσε αυτό μόνον: “Μην αφήσεις τις παρθένες μου” ( τις αδελφές του Ντιβέιεβο)…

… «Έπειτα στρεφόμενη προς εμένα , είπε: “Κοίταξε αυτές τις παρθένες μου και τα στέμματά τους. Μερικές από αυτές άφησαν επίγεια βασίλεια και πλούτη, επιθυμώντας την αιώνια και Ουράνια βασιλεία. Αγάπησαν στην εκούσια πτωχεία, αγάπησαν τον Κύριο μόνο, και βλέπεις ποιάς δόξας και τιμής έχουν αξιωθεί. Όπως ήταν πριν, έτσι είναι και τώρα. Μόνον που οι προηγούμενοι Μάρτυρες υπέφεραν ανοιχτά και οι παρούσες υποφέρουν μυστικά, δια μέσου των θλίψεων της καρδιάς, αλλά το βραβείο τους θα είναι το ίδιο”.
«Το όραμα έληξε με την Παναγία Μητέρα του Θεού να λέει στον π. Σεραφείμ: “Σύντομα αγαπημένε Μου, θα είσαι μαζί μας”, και τον ευλόγησε. Όλοι οι Άγιοι τον αποχαιρέτησαν. Ο Αγ. Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Αγ. Ιωάννης ο Θεολόγος τον ευλόγησαν, ενώ οι παρθένες και αυτός φίλησαν ο ένας το χέρι του άλλου.
«Εμένα μου είπαν: “Αξιώθηκες να έχεις αυτό το όραμα δια μέσου των προσευχών του π. Σεραφείμ, του Μάρκου, του Ναζαρίου και του Παχωμίου”. Και έπειτα στην στιγμή τα πάντα εξαφανίσθηκαν. Το όραμα αυτό κράτησε πάνω από μία ώρα…





Από το βιβλίο: «Αρχιμανδρίτου π . Λαζάρου Μουρ
Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ
Πνευματική Βιογραφία»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ

Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010

Π. Μ. ΣΩΤΗΡΧΟΣ- ΚΛΑΨΕ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ (Πώς θα βρούμε την άνωθεν βοήθεια)»

Η «ΟΥΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ»

Πηγαίνοντας σ’ ένα Μοναστήρι της Φθιώτιδος , συνάντησα στον δρόμο έναν παράξενο καλόγερο, με ανεμοδαρμένα γκρίζα γένια και αχτένιστα μαλλιά, που τον έλεγαν Ιωάννη. Τα ράσα του πολύ τριμμένα και όχι πολύ καθαρά κι ένα βλέμμα κοφτερό σαν αετίσιο που δεν βοηθούσε να λογαριάσης την ηλικία του. Ψηλός, λιπόσαρκος, σου έδινε την εντύπωση αντάρτη των βουνών και θύμιζε στιγμές-στιγμές τον μεγάλον εκείνον αντάρτη της Ερήμου, τον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη. Έδειχνε και τούτος ατρόμητος , αλλά και συγκλονισμένος ταυτόχρονα, ωσάν να έβλεπε αδιάκοπα μπροστά του τον Θεόν. Με χαιρέτησε πρώτος και με ρώτησε αν πηγαίνω στο Μοναστήρι που φαινόταν κατάντικρυ στην δασωμένη βουνοπλαγιά.
- Πηγαίνω να βρω τον Γέροντα Σωφρόνιο, είπα.
- Τον ίδιο σκοπό έχουμε, αποκρίθηκε. Κι εγώ στον Γέροντα Σωφρόνιο πηγαίνω. Στάσου όμως και πάρε μιαν ανάσα ,γιατί έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να κάνουμε και ο κατσικόδρομος είναι ανηφορικός.
Καθήσαμε κάτω από ένα δέντρο. Εκείνος άνοιξε τον ντροβά του και έβγαλε το παγούρι με το νερό που κουβαλούσε πάντα μαζί του.
- Θες μια γουλιά; με ρώτησε.
Ήπιε μόνον εκείνος και ύστερα συστηθήκαμε. Ήταν ιερομόναχος και δεν ήξερε πολλά γράμματα κοσμικά. Μόνον το δημοτικό είχε τελειώσει και δυο τάξεις του παλιού γυμνασίου. Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι ο κόσμος τούτος είναι γεμάτος λάσπη και πήρε τα βουνά για να καλογερέψη και να γλιτώση από την βρωμιά της ματαιότητος. Τον πήρε κοντά του , σαν υποτακτικόν, ο Γέροντας Ισαάκ ,και η πρώτη εντολή που του έδωσε ήταν:
- Μάθε να προσεύχεσαι.
- Και πώς θα μάθω, Γέροντα;
- Παρακάλεσε τον Θεό να σου δείξη, μου είπε. Και συνέχισε: «Πιστεύεις στον Χριστό;». Και όταν του απάντησα ότι πιστεύω, μου ξανάπε:
- Όσο περισσότερο πιστεύεις στον Θεό, τόσο και ο Θεός θα πιστεύη σε σένα και θα σε προστατεύη συνεχώς.
Έτσι, από την μιαν απορία έπεφτα σε άλλη, και ο Γέροντας Ισαάκ μου έδωσε την εξήγηση λέγοντάς μου: «Όταν αγκαλιάζης κάποιον πώς τον αγκαλιάζεις;
- Με τα χέρια μου τον αγκαλιάζω, απάντησα.
- Το ίδιο να κάνης και με τον Θεόν, όταν προσεύχεσαι.
- Μα τον Θεόν δεν τον βλέπω, δεν είναι μπροστά μου για να τον αγκαλιάσω!
- Ποιός σου το είπε αυτό, βρε κουτορνίθι; Ο Θεός είναι πάντοτε μπροστά σου, αφού είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Μόλις λοιπόν αρχίζεις να προσεύχεσαι, σε πλησιάζει ακόμα πιο πολύ και σε ακούει. Κατάλαβες;
- Μα εγώ δεν τον βλέπω, Γέροντα…
- Δεν τον βλέπεις, μου είπε, γιατί τα μάτια σου είναι γεμάτα τσίμπλες από τις αμαρτίες σου. Αυτό κάνουν οι αμαρτίες. Γεμίζουν τα μάτια της ψυχής με τσίμπλες, για να μη βλέπουμε πού βρισκόμαστε και πού πάμε και τί κάνουμε…
- Και έμαθες να προσεύχεσαι, π. Ιωάννη; τον ρώτησα.
- Τί να σου πω; Ακόμα προσπαθώ, αδελφέ μου, αποκρίθηκε. Η προσευχή είναι η πιο δύσκολη δουλειά σ’ αυτόν τον κόσμο, η αληθινή προσευχή ,βεβαίως, όχι να κρατάς ένα βιβλίο και να διαβάζης λόγια. Όποιος μάθει καλά την προσευχή, σώζεται. Γιατί ο προσευχόμενος αληθινά μιλά με τον Θεό και ο Θεός τον καθοδηγεί σε όλα.
- Αυτό ,που σου είπε ο Γέροντάς σου, να αγκαλιάζης τον Θεόν όταν προσεύχεσαι, δεν σου το εξήγησε πώς γίνεται;
- Βέβαια, βέβαια, είπε ο π. Ιωάννης. Γιατί και σε μένα έκανε μεγάλη εντύπωση αυτός ο λόγος και δεν κατάλαβα στην αρχή τί ήθελε να πη.
- Και τί εξήγηση σου έδωσε;
- Μου είπε ότι δεν αγκαλιάζουμε ποτέ την μάνα ή τον πατέρα μας ή το παιδί μας μόνο με το ένα χέρι, αλλά και με τα δυο. Και στην προσευχή έχουμε δύο χέρια, τον νου και την καρδιά. Πρέπει και με τα δυο αυτά χέρια να αγκαλιάζουμε τον Θεόν. Και αν φθάσουμε σιγά-σιγά στο σημείον να ενώσουμε τον νου με την καρδιά και την καρδιά με τον νου και να νοιώθουμε αληθινά τα όσα λέγει ο νους, τότε φτάνουμε στην αληθινή προσευχή και αγκαλιάζουμε τον Θεόν και ο Θεός αγκαλιάζει εμάς, όπως ο βιολογικός μας πατέρας , όταν τον αγκαλιάζη το παιδί του. Να το θυμάσαι πάντοτε ότι τα χέρια της ψυχής είναι ο νους και η καρδιά…

… - Και τι άλλο σου είπε ο π. Σωφρόνιος για την προσευχή;
- Πολλά μου έχει πει, αποκρίθηκε, αλλά εκείνο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση, είναι αυτό που μου δίδαξε την πρώτη φορά όπου τον επισκέφθηκα. Μου είπε: «Όταν προσεύχεσαι, να ξέρης ότι αυτή είναι η τελευταία προσευχή σου σ’ αυτόν τον κόσμο και ότι την ίδια μέρα θα φύγης από αυτήν την ζωήν για πάντα. Να έχης την αίσθηση ότι αυτά είναι τα τελευταία λόγια σου στον Θεόν. Τότε τι θα του πης; Δεν θα βάλης τα κλάματα και δεν θα παρακαλής να σε συγχωρέση για τις αμαρτίες σου και δεν θα παρακαλής να σε σώση και δεν θα δοξάζης τον Θεόν για το παντοδύναμον μεγαλείον του, αφού είναι Κύριος της ζωής και του θανάτου, και από αυτόν τον ίδιον και μόνον από αυτόν εξαρτώνται τα σύμπαντα; Πώς θα προσευχηθής τότε, την τελευταία ώρα της ζωής σου; Έτσι να προσεύχεσαι πάντα, γιατί δεν ξέρεις πότε θα τελειώση η σύντομη πορεία σου σ’ αυτόν τον κόσμο…
- Σοφά λόγια, πολύ σοφά, είπα με θαυμασμό…
….
- Σε ακούω , πάτερ, να ψέλνης συνεχώς «Θεοτοκία» και «Δοξαστικά» για την Θεοτόκον. Σου αρέσουν τόσον πολύ αυτά τα τροπάρια ή έχουν άλλη σημασία; ξαναρώτησα.
- Και για τα δυο, που είπες φίλε μου. Και γιατί μου αρέσουν πολύ και γιατί έχουν ιδιαίτερη σημασία, το να τιμούμε την Μητέρα του Θεού, το αγνότερον πλάσμα της παγκοσμίου ιστορίας. Τέτοιος άνθρωπος δεν έχει εμφανισθεί , ούτε πρόκειται να φανή σ’ αυτόν τον κόσμον. Είναι αυτό που λέγει ο Ψαλμός: «Χαίρε χαράς δοχείον». Και όντως είναι το δοχείον της αιώνιας χαράς . Και αυτό το δεύτερον μου το εξήγησε μια μέρα ο π. Σωφρόνιος.
- Για τα «Θεοτοκία»;
- Για κάθε προσευχή προς την Υπεραγίαν Θεοτόκον, συνέχισε ο π. Ιωάννης.
- Δηλαδή, πώς σου το είπε;
- Δεν θα τελειώνης, παιδί μου, την προσευχή σου, χωρίς να επικαλεσθής την βοήθεια και την μεσιτείαν της Θεοτόκου, χωρίς την «ουρά» της προσευχής, διότι αυτό κάνει και η Εκκλησία, που έχει καθιερώσει μετά από άλλα δοξολογικά υμνογραφήματα , να ψάλλεται και ένα Θεοτοκίον, που είναι πάντοτε αφιερωμένον στην Κυρίαν Θεοτόκον. Αλλά και ο λαός μας , μέσα στην σοφή απλότητά του, αυτό κάνει. Επικαλείται μετά τον Χριστόν την παναγία και λέγει: “Έλα Χριστέ και Παναγία” και κάνει τον σταυρό του και πορεύεται ανάλογα. Γι’ αυτό κι εσύ να κάνης το ίδιο και θα έχης πολλή βοήθεια και ευλογία εξ ύψους».
Σιώπησε ο Γέροντας Ιωάννης κι εγώ σκεφτόμουνα τα όσα είχε πει για την προσευχή προς την Παναγία. Κι ακόμα τα λόγια του για τα δυο χέρια της ψυχής, τον νου και την καρδιά, με τα οποία πρέπει να αγκαλιάζουμε τον Θεόν όταν προσευχόμαστε. Και ο π. Ιωάννης ξανάρχισε να σιγοψέλνη:
- Πάντων προστατεύεις, Αγαθή, των καταφευγόντων εν πίστει τη κραταιά σου χειρί∙ άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς τον Θεόν…»…





Από το βιβλίο: «Π. Μ. ΣΩΤΗΡΧΟΣ
ΚΛΑΨΕ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ
(Πώς θα βρούμε την άνωθεν βοήθεια)»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
από το 1896

Αρχειοθήκη ιστολογίου