...Το
τρίτο είναι η ουσιαστική απουσία του Θεού από τη ζωή μας, αυτό που ονομάζεται
αποχριστιανοποίηση του κόσμου και του πολιτισμού μας.
Φενακιστήκαμε στην εικονική πραγματικότητα . Φενακιστήκαμε στα αγαθά.
Φενακιστήκαμε στην δυνατότητα να απολαμβάνουμε . Φενακιστήκαμε στο ξόδεμα του
χρόνου με γοργούς ρυθμούς και στην αίσθηση ότι
ξεπεράσαμε τον θάνατο ή ότι αυτός δεν θα μας συναντήσει γρήγορα.
Παράλληλα, φολκλοροποιήσαμε την θρησκευτικότητά μας . Την ταυτίσαμε μόνο με τις
γιορτές , με τα έθιμα και τις παραδόσεις μας. Αρνηθήκαμε να μπούμε στην ουσία
της πίστης μας. Να δούμε τί σημαίνει πνευματικός αγώνας και κόπος για την
αρετή. Τί σημαίνει προσευχή και άσκηση. Τί σημαίνει έγνοια για τον Θεό και
αναζήτηση της πρόνοιάς Του. Μετρήσαμε τα πάντα με βάση τη χρησιμότητα και την
χρηστικότητα. Νομίσαμε ότι, όπως οι άνθρωποι, έτσι και ο Θεός υπάρχει για να
μας εξυπηρετεί , όχι για να μας βοηθά να ανοιγόμαστε σε μίαν άλλη οδό ζωής,
αυτήν που βγάζει στην αλήθεια. Και η γνώση της αλήθειας θα οδηγήσει στην
αληθινή ελευθερία. Φενακιζόμενοι στο εκκοσμικευμένο πνεύμα τελικά, λησμονήσαμε
ότι χωρίς ελευθερία εντός μας ήταν εύκολη υπόθεση η υποδούλωσή μας σε
προσανατολισμούς ευρωπαϊκούς, κοσμικούς, αθλητικούς, προοδευτικούς, life-style. Η απουσία
του Θεού συνδυάστηκε με τη συστηματική προσπάθεια λήθης του παρελθόντος , της
ιστορίας, της ταυτότητάς μας και τον εγκλωβισμό μας στην παγκοσμιοποίηση , δηλαδή
σε μια λογική που κάνει τον άνθρωπο θεό και δεν μας αφήνει να βρούμε τον αληθινό
προορισμό μας, που είναι η κοινωνία της Βασιλείας των ουρανών, η οποία «εντός
ημών εστι» .
Σ’ αυτό το σημείο οφείλουμε κι
εμείς που εκφράζουμε την Εκκλησία να κάνουμε μία γενναία αυτοκριτική.
Περιορίσαμε την έννοια του ιεραποστολικού μας ζήλου. Δεν καλλιεργήσαμε όσο θα
χρειαζόταν τη δική μας πρωτίστως ανάγκη να μάθουμε για να δώσουμε. Δεν
ανοιχτήκαμε εγκαίρως στις πτυχές της ανθρώπινης ζωής για να μπορέσουμε με
γνώμονά μας τον λόγο του Θεού , αλλά και τον τρόπο ζωής της Εκκλησίας ( άσκηση,
μυστηριακή ζωή, κατήχηση) να σταθούμε με ευρύ και ανοιχτό πνεύμα στις
ανθρώπινες ανάγκες, όχι μόνο στις υλικές , αλλά και στις πνευματικές. Δεν
αφουγκραστήκαμε τα προβλήματα στην σύγχρονη οικογένεια. Περιοριστήκαμε σε μία
εκ του ασφαλούς και εκ των έξω κριτική στις δυσκολίες της.
Και δεν ήμασταν τελικά έτοιμοι να συνδράμουμε στην κρίση,
διότι δεν την περιμέναμε , Ενώ ο λόγος του Θεού είναι ξεκάθαρος : «νῦν κρίσις ἐστὶ
τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω·» ( Ιωάν. 12,
31 ) , δεν ήμασταν σε θέση αυτό το «νῦν» να το κάνουμε στάση ζωής. Να
εργαστούμε στο τώρα, στο κάθε τώρα , για να χτίσουμε γέφυρες με την γενιά μας
και την γενιά των παιδιών μας , ώστε να έχουμε δημιουργήσει στηρίγματα. Και
τώρα, είμαστε αναγκασμένοι να αγωνιστούμε από την αρχή, μέσα σε δύσκολες συνθήκες,
όπου κρίνεται η επιβίωση των πολλών, χωρίς από πριν να έχει παρουσιαστεί και
βιωθεί η ελπίδα, που είναι ο Χριστός. Ας είναι όμως και έτσι.
Πώς μπορούμε λοιπόν να
μιλήσουμε για την κρίση στα παιδιά μας;
Πρώτα απ’ όλα να
συνειδητοποιήσουμε ότι η κρίση δεν είναι η καταστροφή , αλλά η ευκαιρία να αντιληφθούμε την προβληματική
μας πορεία. Να συζητήσουμε με τα παιδιά μας για το γεγονός ότι καταστήσαμε την
οικονομία και τον καταναλωτισμό κύριους πυλώνες της ζωής μας , μολονότι «οὐκ ἐπ'
ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» ( Ματθ. 4,3 ) . Κι αυτό το «οὐκ ἐπ' ἄρτῳ»
χρειάζεται να το καταλάβουμε και εμείς και αυτά.
Να δείξουμε στα παιδιά μας ότι η απληστία και η αυτάρκεια ήταν οι αιτίες
της κρίσης και στην ουσία αποτελούν τα σημεία του χωρισμού μας από τον Θεό.
Είναι καιρός λοιπόν για μετάνοια, δηλαδή για αλλαγή προσανατολισμού και πορείας. Να
εξηγήσουμε στα παιδιά μας τις ρίζες της κρίσης βοηθώντας τα να καταλάβουν ότι η κατάρρευση των τραπεζών στην Αμερική ή η
πολιτική των ισχυρών της Ευρώπης δεν είναι η αιτία που έχει προκαλέσει την
κρίση, αλλά ο ίδιος ο πολιτισμός και ο τρόπος ζωής που μας έκανε να στηριζόμαστε σε μία κοινωνία
αγαθών, κατανάλωσης, ικανοποίησης επιθυμιών, να νομίζουμε ότι το «έχειν» είναι η
ευτυχία. Το καπιταλιστικό σύστημα , που επικρατεί στον κόσμο, δεν έχει
αισθήματα, ούτε βλέπει τους ανθρώπους ως αξίες, ως εικόνες Θεού, που υπάρχουν
για να μοιράζονται την αγάπη του Θεού με τους άλλους ανθρώπους. Πορευόμασταν κι
ακόμη πορευόμαστε εντυπωσιαζόμενοι από την τεχνολογική πρόοδο και τα αγαθά που διευκόλυναν
και διευκολύνουν τη ζωή μας. Αυτό δεν είναι αφ’ εαυτού του κακό. Όταν όμως αφήνουμε
την καρδιά μας αδούλευτη, όταν δεν είμαστε σε θέση να σώσουμε απαντήσεις στα
μεγάλα, τα υπαρξιακά ερωτήματα της ζωής, τότε μόνο πρόσκαιρα μπορούμε να
ξεγελαστούμε από τα αγαθά. Το τίμημα όμως φαίνεται μεγάλο και δύσκολο να το
σηκώσουμε πλέον. «Νους αποσπάς του Θεού ή κτηνώδης ή δαιμονιώδης», μας λέει ο
Πατερικός λόγος . Και η κρίση έρχεται πλέον να μας δείξει ότι μόνο η σχέση με
τον Θεό μπορεί να μας κάνει να αντέξουμε, διότι εκεί υπάρχει η ελπίδα της πίστης
στην πρόνοιά Του, αλλά και ταυτόχρονα η αγωνιώδης εκζήτηση της κοινωνίας της αγάπης
με τους άλλους. Αυτό πρέπει να το τολμήσουμε να το πούμε και να το δείξουμε στα
παιδιά μας, αφού πρώτα το χωνέψουμε εντός μας και να διορθωθούμε , αφήνοντας
τον εαυτό μας να επιστρέφει συνεχώς στον Θεό και στην αγάπη . «Έχει ο Θεός» και «Δόξα τω Θεώ», δύο εκφράσεις που τις
λησμονήσαμε. Ας τις επαναφέρουμε!
Δεύτερον, να είμαστε πλέον παρόντες στη ζωή τους. Αρκετά με τα υποκατάστατα.
Να αφιερώνουμε χρόνο ουσιαστικό στα παιδιά μας, δηλαδή να μπορούμε να συζητάμε
μαζί τους, να μας αισθάνονται ότι στα
προβλήματά τους, αλλά και τις χαρές τους είμαστε μαζί τους, για να μοιραστούμε
αυτό που αισθάνονται. Δεν μπορούμε δίδοντάς τους χρήματα ή αγοράζοντάς τους υλικά
αγαθά να ξεγελάσουμε την ουσιαστική απουσία μας από την καρδιά τους. Και όχι μόνο
αυτό. Χρειάζεται να αναπληρώσουμε τον χρόνο που χάσαμε μη ακούγοντάς τα. Γιατί
και αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στις σχέσεις μας μαζί τους. Ότι
δεν μάθαμε να τα ακούμε. Η κρίση έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη για παρέες . Αντί οι άνθρωποι να
διασκεδάζουν έξω, στα μαγαζιά ή στα διάφορα κέντρα, θέατρα, κινηματογράφους,
καλούνται να βρούνε χρόνο και τρόπο ψυχαγωγίας στα σπίτια τους, προσκαλώντας συνανθρώπους
τους, οικείους, φίλους. Είναι σημαντικό να ανοίξουμε τα σπίτια μας στις οικογένειες
των φίλων των παιδιών μας ή σε οικογένειες που έχουν παιδιά που θα μπορούσαν να
γίνουν φίλοι των παιδιών μας. ( Εδώ αξίζει να
αναδιοργανωθεί η Ενορία. Να ετοιμάσει ή να ανοίξει χώρους –πνευματικά κέντρα ,
όπου να μπορούν μικρότεροι και μεγαλύτεροι να συναντηθούν). Αυτός ο τρόπος δεν
είναι συνομίλα ακριβώς για την κρίση, αλλά λύση σε προβλήματα που η κρίση
έκρυβε. Άρα, είναι δείγμα αλλαγής νοοτροπίας, που θα ωφελήσει μικρότερους και
μεγαλύτερους μέσα στην οικογένεια. Γιατί και οι γονείς , όντας υποχρεωμένοι να
μένουν περισσότερο στο σπίτι, θα μπορέσουν να ξαναβρούν χρόνο για τη χαμένη ή
σε δυσκολία ευρισκόμενη σχέση τους, χρόνος που καλύπτονταν προ κρίσεως με τις εξόδους
και τις διασκεδάσεις και τα ταξίδια.
Τρίτον, να τα βοηθήσουμε να
καταλάβουν ότι η κρίση χρειάζεται αυτό
το οποίο στην ζωή της Εκκλησίας μας ονομάζεται άσκηση, εγκράτεια, μέτρο. Από
την στιγμή που η κρίση , εξ ανάγκης, περιορίζει τα έσοδα της οικογένειας ,
είναι απαραίτητο να περιοριστούν και τα έξοδα. Και κανείς περιορίζει πρώτα τα περιττά
και μετά τα απολύτως αναγκαία. Περιττά έξοδα δεν είναι μόνο ό,τι ξοδεύει
κάποιος για καταναλωτικά αγαθά και, κυρίως , για να εκσυγχρονίσει τα μοντέλα
που έχει στην κατοχή του (αυτοκίνητα, κινητά, ηλεκτρονικούς υπολογιστές για
παράδειγμα) . Περιττά έξοδα είναι εκείνα που γίνονται για επίδειξη ή από
πλεονεξία και λαιμαργία ( όπως η αγορά καινούριων ρούχων χωρίς μέτρο ή η
κατανάλωση στα ταχυφαγεία γιατί το φαγητό στο σπίτι δήθεν δεν είναι ωραίο ή
γιατί θέλουμε να βγαίνουμε έξω). Περιττά έξοδα είναι το ξόδεμα χρημάτων για
αγορά παιχνιδιών ή βιβλίων ή ψηφιακών δίσκων ή dvd ή γλυκισμάτων ή για
γενέθλια με σπατάλες και επιδείξεις σε διάφορα μαγαζιά που δεν τα έχει κανείς
αληθινή ανάγκη. Θα άξιζε μάλιστα να ωθήσουμε τα παιδιά μας να αναζητήσουν
βιβλία που έχουμε στη βιβλιοθήκη μας ή άλλο υλικό που είναι πολύτιμο και που
μέχρι τώρα οι συνεχείς έξοδοι ή η ενασχόληση με τον ηλεκτρονικό κόσμο δεν
άφηναν σ’ αυτά περιθώριο να εντρυφήσουν. Η προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση
δείχνει πρωτίστως ότι ο άνθρωπος καλείται να εκτιμήσει όσα έχει και να μάθει να
αρκείται σ’ αυτά που μπορούν να του εξασφαλίσουν ουσιαστική ποιότητα στην
ευρύτητα υλικών επιλογών και να κοιτάξει να δει πού βρίσκεται το νόημα και πώς
μπορεί να οδηγηθεί σ’ αυτό…
( συνεχίζεται)
Πηγή: « η αγάπη είναι απλή
μα θέλει κόπο»
Δρόμοι για την σύγχρονη
οικογένεια…
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή
Μουρτζανού
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου